Το ριζοσπαστικό Κίνημα

 

ΤΟ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ

Στα χρόνια της αγγλικής «προστασίας» των Επτανήσων (1815-1864) αναπτύχθηκε στα νησιά το πρωτοπόρο σε αξίες και αρχές κίνημα του Ριζοσπαστισμού.

Σε αδιαχώριστη ενότητα πρόβαλε τις αρχές της ελευθερίας, της εθνικής ανεξαρτησίας, της λαϊκής κυριαρχίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, συνδέθηκε με κινήματα και ηγετικές μορφές της επαναστατικής Ευρώπης και διακήρυξε την ανάγκη ίδρυσης μιας Ευρωπαϊκής Συμπολιτείας στη βάση της αλληλεγγύης των λαών.

Η εξέλιξη, όμως, των πραγμάτων και ο τρόπος που έγινε η Ένωση σε συνδυασμό με την επιβολή της ευρωπαϊκής διπλωματίας ακύρωσαν την εφαρμογή του εθνικο-κοινωνικού περιεχομένου του ριζοσπαστικού κινήματος.

Η μελέτη, πάντως, της όλης πορείας του κινήματος αυτού παραμένει αναγκαία και χρήσιμη και για τις σημερινές εποχές.

Το Ριζοσπαστικό κίνημα στην Κεφαλονιά

Καλό θα είναι πριν υπεισέλθουμε στην ανάπτυξη του Ριζοσπαστικού κινήματος στην Κεφαλονιά -και γενικότερα στα Επτάνησα- να περιγράψουμε την επικρατούσα κατάσταση σε όλα τα Επτάνησα όταν αυτά υπέφεραν κάτω από οποιαδήποτε ξενική κατοχή.
Η κατοχή αυτή, δηλαδή η ξενική δουλεία ξεκινάει από το 1185 και φτάνει μέχρι το 1864 δηλαδή μέχρι την Ένωση με την Ελλάδα.

Μέσα σ’ αυτή τη μακροχρόνη σκλαβιά, ο λαός δεν τρώθηκε από τις ξενικές επιδράσεις, αλλά παρέμεινε αλώβητος, και όχι μόνο αυτό, απ’ τα Επτάνησα ξεκίνησε ολόκληρη η νεότερη ελληνική καλλιτεχνική δημιουργία με όλες τις εκφάνσεις της.
Αυτό συνέβηκε γιατί τα Επτάνησα απετέλεσαν ενιαίο σύνολο και συνεπώς μπόρεσαν να διατηρήσουν την εσωτερική συνοχή τους αλλά και τον εθνισμό τους.

Μέχρι το 1500, όπου προσαρτήθηκαν στην Ενετική πολιτεία, τα Επτάνησα βρέθηκαν κάτω από διάφορες εξουσίες επειδή η θέση τους, κατά μήκος του Ιονίου, δεσπόζουσα και περίεργη, προκαλούσε, ώστε να συναντώνται μεγάλες παγκόσμιες ροπές.

Ναυτικοί ανταγωνισμοί αλλά και ηπειρωτικοί, πειρατικές επιδρομές, είχαν σαν αποτέλεσμα το 1185 να αποσπασθούν οριστικά απ’ το βυζαντινό κράτος.

Όπως και πιο πάνω αναφέρθηκε το 1500 προσαρτήθηκαν στην Ενετική πολιτεία, ενώ το 1797 με τη Συνθήκη του Campo-Formio τα Επτάνησα περιήλθαν στη Γαλλία.
Αυτό μέχρι το 1800, οπότε με τη Συνθήκη της Κων/πόλεως απετέλεσαν την Επτάνησο Πολιτεία, Υποτελή στον Σουλτάνο μέχρι το 1807, (κατόπιν 1807-1814 έχουμε τη δεύτερη Γαλλική κατοχή).

Το 1814 περιήλθαν στους Άγγλους για να αποτελέσουν ένα κράτος με τον τίτλο ΗΝΩΜΕΝΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑΙ ΤΩΝ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ. Δυστυχώς, υπό την άμεση και αποκλειστική προστασία της Μεγάλης Βρετανίας.

Τώρα ας ανατρέξουμε αναδρομικά στην περίοδο από το 1185 και δώθε και ας αναφερθούμε στο πως ο λαός βίωνε τις διάφορες ξενικές κυριαρχίες, οι οποίες ήσαν καταθλιπτικές και αγέρωχες.
Ο λαός στερούνταν της πολιτικής του ανεξαρτησίας και των ανώτερων στελεχών της θρησκευτικής τους ιεραρχίας. Και όχι μόνο αυτό, είχε διπλή δεσποτεία, τον ξένο δυνάστη και τον γαιοκτήμονα (πράγμα που συνέβαινε επί τουρκοκρατίας και στην μητέρα Ελλάδα ‘’Μακριά από Έλληνες και Τούρκους δυνάστες’’ είχε πει ο Αδ. Κοραής).
Επιπλέον ο λαός έμεινε μακριά από κάθε παιδεία. Παραταύτα οι άνθρωποι της Επτανήσου κατόρθωσαν να αντισταθούν αποτελεσματικά στις επιδράσεις του ξένου πολιτισμού, να αφομοιώσουν όσα στοιχεία δεν ήσαν αντίθετα με τον δικό τους πολιτισμό και να διατηρήσουν αλώβητη την εθνική τους αυτοτέλεια.
Όπως και παραπάνω αναφερθήκαμε, το 1814 τα Επτάνησα κατελήφθησαν από τους Άγγλους και με τη Συνθήκη των Παρισίων 5/11/1815 απετέλεσαν ενιαίο, ελεύθερο, και ανεξάρτητο, κράτος με το όνομα ΗΝΩΜΕΝΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑΙ ΤΩΝ ΙΟΝΙΩΝ ΝΗΣΩΝ. Υπό την άμεση και αποκλειστική προστασία της Μ. Βρετανίας.
Στην ουσία από απόψεως Διεθνούς Δικαίου το ‘’κράτος’’ αυτό ήταν προτεκτοράτο, δηλαδή όχι ανεξάρτητη πολιτεία, αλλά τελικά κατέληξε αποικία ελεγχόμενη στρατιωτικά από τη Μεγάλη Βρετανία.
Λόρδος ευγενής εκπροσωπούσε στα νησιά τον Βασιλέα της Μεγάλης Βρετανίας και ασκούσε στο όνομα του την προστατευτική εξουσία.

Η περίοδος της Αγγλικής αποικιοκρατίας ιδιαίτερα μέχρι το 1832 ήταν σκληρή και τυραννική. Ο Δ. Σολωμός είπε: ‘’Ψεύτρα λευτεριά’’ και είχε απόλυτα δίκιο. Επιπλέον παρατηρήθηκαν και βασανιστήρια σε βάρος του λαού.
Όλοι οι άνθρωποι αισθανότανε αποτροπιασμό με αυτόν τον αποικισμό εκ μέρους των Άγγλων. Το μίσος οξύνονταν κάθε μέρα και πιο πολύ, όπως και η ανάγκη για ελευθερία και εθνική ανεξαρτησία, αλλά προπάντων η Ένωση με τη μητέρα Ελλάδα (πατρίδα). Η πιο σκληρή εποχή είναι αυτή του Φρειδερίκου Adam (1824-1831) όπου τα βασανιστήρια είναι απερίγραπτα.
Ο κ. Λομβάρδος λέει: ‘’Στην Επτάνησο ουδεμία ψυχή υπάρχει μη αποτροπιαζομένη τον αποικισμό’’. Τα παραδείγματα των βιαιοτήτων των Άγγλων είναι πάμπολλα και χαρακτηριστικά π.χ. άγρια καταστολή εξεγέρσεων, καταδιώξεις, απαγχονισμός ιερέως, αλλά και οικονομικής μορφής όπως επιβολή ειδικών φόρων, Όλα αυτά προκαλούσαν αντιδράσεις, όπως ήταν φυσικό.

Ιδιαίτερα αυτή η επαίσχηντη καταπίεση του επτανησιακού λαού παρατηρήθηκε επί διοικήσεως Maitland.

Επιπλέον ο Maitland αντιμετώπισε, σκληρά και την Ελληνική επανάσταση, όπου όσοι Επτανήσιοι έσπευσαν να αγωνισθούν συνάντησαν διώξεις, εξορίες, δημεύσεις περιουσιών.
Ωστόσο και μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες τις πολύ δύσκολες, ο λαός, ακόμα και ο κλήρος έπραξαν αυτό που έπρεπε, στο άκουσμα της Επανάστασης του 1821. Οι άνθρωποι που ήθελαν να αγωνισθούν έφευγαν κρυφά απ’ τα νησιά προς τα κέντρα της Επανάστασης, ιδία προς τα Πελοποννησιακά παράλια.
Ενώ αντίθετα πλοία γεμάτα γυναικόπαιδα και γέροντες απ’ την επαναστατημένη Ελλάδα προσέγγιζαν της ακτές της Επτανήσου για να αποβιβασθεί ο άμαχος πληθυσμός προς ασφάλεια του.
Όλα αυτά συνετέλεσαν να δημιουργηθεί ένα πελώριο χάσμα ανάμεσα στους Άγγλους και στο λαό, να οξυνθεί το μίσος και να γεννηθεί έτσι ο Ριζοσπαστισμός.

Η Κεφαλονιά υπήρξε το λίκνο του Ριζοσπαστισμού ή μάλλον του Ριζοσπαστικού κινήματος.
Ο Ριζοσπαστισμός στο νησί ξεκίνησε το 1848 από το Δημοτικό Κατάστημα Αργοστολίου
Δημοσιογραφικά όργανα των Ριζοσπαστών στην Κεφαλονιά ήσαν ο «Φιλελεύθερος», η «Αναγέννηση», ο «Χωρικός» και άλλες.

Αλλά τι είναι Ριζοσπαστισμός;
Κατά τον Π. Πανά, δημοσιογράφο και πρωτοπόρο Ριζοσπάστη ‘‘σημαίνει κατ’ αρχήν οριστική υπερίσχυση της αλήθειας πάνω στο ψεύδος’’.
Κατά τον Ηλία Ζερβό-Ιακωβάτο ένδοξο τέκνο του Ριζοσπαστισμού ‘‘Ριζοσπαστισμός είναι πάλη τραγική, σύγκρουση με το κατεστημένο’’.
Κατά τον μεγάλο Ιωσήφ Μομφεράτο δημοσιογράφο και Ριζοσπάστη, ‘‘Ριζοσπαστισμός είναι η αδήρητη θέληση για ανεξαρτησία αυτονομία, χωρίς αμέσως ή εμμέσως να υπόκειται σε εξουσία ή υλική ισχύ άλλου.’’
Για όλους τους παραπάνω «Ριζοσπαστισμός» είναι οι αγώνες του εξεγερμένου λαού των Επτανήσων για απελευθέρωση, κοινωνική δικαιοσύνη και ανεξαρτησία.
Ο Ριζοσπαστισμός γεννήθηκε και αναπτύχθηκε στα Επτάνησα στα χρόνια της Αγγλικής προστασίας (1815-1864).

Αρχές του είναι: Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, Η ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ, Η ΛΑΪΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΚΑΙ Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ.

Επίσης συνδέθηκε με κινήματα και ηγετικές μορφές της Επαναστατικής Ευρώπης.
Η εξέλιξη όμως των πραγμάτων και ο τρόπος που έγινε η Ένωση σε συνδυασμό με την επιβολή της Ευρωπαϊκής διπλωματίας, ακύρωσαν την εφαρμογή του Εθνικοκοινωνικού περιεχομένου του Ριζοσπαστικού κινήματος.
Πάντως η μελέτη του κινήματος αυτού και της πορείας του γενικότερα είναι αναγκαία και χρήσιμη για την σημερινή εποχή, όπως αναφέρει ο ιστορικός-φιλόλογος Δρ. του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κος Πέτρος Πετράτος.
Επίσης ο κ. Πετράτος επισημαίνει πως ‘’Στα χρόνια της Αγγλικής «προστασίας» των Επτανήσων (1815-1864) αναπτύχθηκε στα νησιά το πρωτοπόρο σε αξίες και αρχές κίνημα του Ριζοσπαστισμού’’.
Σε αδιαχώρητη ενότητα πρόβαλε τις αρχές της ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ, της ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ, της ΛΑΪΚΗΣ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑΣ και της ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ.
Όπως και πιο πάνω αναφέρθηκε, το ριζοσπαστικό κίνημα συνδέθηκε με κινήματα και ηγετικές μορφές της Επαναστατικής Ευρώπης και διακήρυξε την ανάγκη ίδρυσης μιας Ευρωπαϊκής Συμπολιτείας στη Βάση της αλληλεγγύης των λαών.

Κατά τον διδάκτορα-Ιστορικό κ. Σπύρο Λουκάτο το Ριζοσπαστικό κίνημα στα Αγγλοκρατούμενα Επτάνησα ήταν, απελευθερωτικό κατά το Εθνικό, και Ριζοσπαστικό κατά το κοινωνικό σκέλος του ως φιλοσοφία, πολιτικοκοινωνική θεωρία και πολιτική πρακτική, είναι Ευρύτατο λαϊκό κίνημα με όλα τα θεμελιακά χαρακτηριστικά γνωρίσματα ενός κινήματος Εθνικό – απελευθερωτικού και πολιτικού – κοινωνικού χαρακτήρα.

Αυτά ήταν:

1) Η συνειδητή ηγεσία του, αταλάντευτη στις επιδιώξεις και συνεπής στις αρχές και στις διακηρύξεις του κινήματος, και που την απάρτιζαν οι αγωνιστές στα νησιά Ριζοσπάστες ηγέτες.
Κατά τον κ. Λουκάτο πάλι ηγέτιδα τάξη του ριζοσπαστικού κινήματος υπήρξε η αστική κατά την προοδευτική, φιλελεύθερη και δημοκρατική φάση της ιστορίας της, με προβάδισμα την Κεφαλονιά, με στενούς συμμάχους της τους εργαζόμενους των πόλεων και ξεχωριστά την καταθλιβόμενη από τις φεουδαλιστικές αγροληπτικές σχέσεις πολυπληθή αγροτική τάξη των Ιονίων Νησιών. Ώριμη η αστική τάξη και οι σύμμαχοι της, από τις αγωνιστικές κατακτήσεις και παραδόσεις, ήταν, τότε, έτοιμοι να αναμετρηθούν προς τη λεγόμενη «Αγγλική Προστασία» και το αποικιοκρατικό της σύστημα και καθεστώς.
Όλος ο λαός δηλ. έμποροι, βιοτέχνες, ναυτικοί, πτυχιούχοι Ευρωπαϊκών Πανεπιστημίων, νέοι, αγρότες, δημιούργησαν σκληρό μέτωπο κατά του κυρίαρχου Άγγλου και των εγχώριων συγγενών και αρχόντων που δυστυχώς ήσαν ευτελώς ταυτισμένοι με τον αποικιοκράτη κυρίαρχο.(δηλ. Το φαινόμενο αυτό το είδαμε πολλές φορές στη Ιστορία του Έθνους μας. Κοτζαμπάσηδες, συνεργάτες των Γερμανών, οσφυοκάμπτες των Άγγλων και των Αμερικανών αργότερα, και κάθε είδους δωσίλογοι και προδότες.)
Σε αυτό το αρραγές μέτωπο της Αντίστασης που συνέστησαν όλες αυτές οι τάξεις που προαναφέρθηκαν, καθοδηγητικό ρόλο ή μάλλον ηγετικό, έπαιξαν οι ριζοσπάστες Ηλίας Ζερβός Ιακωβάτος και ο Ιωσήφ Μομφεράτος στην Κεφαλονιά. Φραγκίσκος και Ναθαναήλ Δομενεγίνης στη Ζάκυνθο, ο Παϊζης στην Ιθάκη, ο Ποφάντης στην Κέρκυρα.
Όλοι αυτοί μαζί με άλλους θα συγκροτήσουν την ομάδα των ριζοσπαστών Βουλευτών στην Ε΄ Ιόνια Βουλή. Με τέτοια ηγεσία και ηγέτιδα τάξη το Ριζοσπαστικό κίνημα συντάσσεται μέσα στο φάσμα των εθνικό- απελευθερωτικών και αστικό – δημοκρατικών κινημάτων της εποχής του.
Αυτά τα κινήματα αποτελούν πρωτοπορία από άποψη αρχών και διακηρύξεων.
Οι αρχές και διακηρύξεις του Ριζοσπαστικού κινήματος κλείνουν μέσα τους υπερμεγέθη αξία γιατί φέρνουν έκδηλη τη σφραγίδα της φιλοσοφίας και της προοδευτικής πολιτικοκοινωνικής θεωρίας της εποχής του, επειδή η ηγεσία του κινήματος προσάρμοσε τις αξίες αυτές στις ειδικές συνθήκες της Επτανήσου και τις επέκτεινε σε ευρύτερους γεωγραφικούς χώρους μεταπλάθοντάς τες σε τέτοιο βαθμό, ώστε μπορούμε να δεχθούμε ότι ο Επτανησιακός Ριζοσπαστισμός συνιστά την πρώτη πολιτική σχολή στον Ελληνικό χώρο, την Επτανησιακή. (Δόκτωρ Σπ. Λουκάτος)
Θα αποτελούσε ασέβεια και ασύγγνωστη αμέλεια αν δεν αναφερόμαστε στην άποψη του κ. Πέτρου Πετράτου περί Ριζοσπαστισμού.
Ο Δρ. Πετράτος διατυπώνει την άποψη ‘’πως κάθε κίνημα και κάθε ιδεολογία δεν είναι φαινόμενα στατικά και αμετάβλητα. Αντίθετα εμπεριέχουν μια δυναμική και γι’ αυτό ακριβώς ανανεώνονται και εμπλουτίζονται ή αλλοιώνονται, ανάλογα με τις απαιτήσεις των καιρών, και το συσχετισμό των κοινωνικών δυνάμεων της εποχής. Αλλά και ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία των ηγετών τους. Σημαντικός παράγοντας για κάθε κίνημα είναι βέβαια ο δυναμισμός του λαού ή και ο συμβιβασμός αυτού’’.
Ο Ριζοσπαστισμός κατά τον κ. Πέτρο Πετράτο υπήρξε κίνημα Εθνικό-απελευθερωτικό και ταυτόχρονα αστικοδημοκρατικό. Άλλωστε ο λόγος των Ριζοσπαστών όπως αυτός αποτυπώθηκε στις ριζοσπαστικές εφημερίδες της εποχής εκείνης, φαίνεται επηρεασμένος από την Γαλλική Φεβρουαρινή Επανάσταση του 1848, την ουτοπική σοσιαλιστική ιδεολογία του Saint-Simon,
Και τις επιστημονικές θεωρίες του Proudon, και τις θέσεις του Ιταλού πολιτικού και στοχαστή του Bisorgimento του Giuseppe Mazzimi.
Η παύσις της «προστασίας» υποστηρίζει ο ριζοσπάστης ηγέτης Ηλίας-Ζερβός-Ιακωβάτος, (εφημερίδα ο “φιλελεύθερος”-φύλλο 8 της 22/7/1850), η Ένωση της Επτανήσου μετά της Ελλάδος και με ανέγερση δημοκρατικής πολιτείας, είναι αρχαί, αίτινες πραγματοποιούμεναι ουδέν κενόν αφήνουν.
Και η άλλη ισάξια ηγετική μορφή του κινήματος ο Ιωσήφ Μομφεράτος διευκρίνιζε πως: ‘’Εθνικότης ελευθέρα και ανεξάρτητος, κυριαρχία του λαού πλήρης, ιδού το σημείον της αναχωρήσεως μας, ιδού η Βάσις και το θεμέλιον της ευεργεσίας μας, ιδού ο αρχικός σκοπός μας.
Εν ελλείψει της συνυπάρξεως και της ακεραιότητας των λαών τούτων, αυτής της κοινωνίας, ούτε ιδίαν και ζώσα προσωπικότητα, ούτε ιδίαν και ελευθέραν θέλησιν δυνάμεθα να εννοήσουμε’’.
Το αίτημα λοιπόν της εθνικής ανεξαρτησίας, ο Ριζοσπαστισμός το συνδύασε με εκείνο της λειτουργίας δημοκρατικού πολιτεύματος. Για αυτό και ενέτασσε τον αγώνα για την Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα στο παραπάνω πλαίσιο αιτημάτων και διεκδικήσεων.
Διαφορετικά θεωρούσε την Ένωση κήρυγμα μονομερές και αντιπατριωτικό που εξυπηρετούσε μόνο τα συμφέροντα της Αγγλικής Διπλωματίας.
Ακριβώς εδώ βρίσκεται το κύριο σημείο της διαφωνίας, της ρήξης και της διάσπασης του ριζοσπαστικού κινήματος, αυτό ήταν το πεδίο του «εσωτερικού αγώνα» του Ριζοσπαστισμού .
Ριζοσπάστες
Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει πως οι πιο σημαντικοί ριζοσπάστες προέρχονται από την Κεφαλονιά δηλαδή η Κεφαλονιά υπήρξε το λίκνο του Ριζοσπαστικού κινήματος. Με ενδοξότερο τέκνο του τον Ηλία Ζερβό– Ιακωβάτο.
Ο Ηλίας Ζερβός υπήρξε ο πρωτεργάτης του Εθνικό-απελευθερωτικού αγώνα. (Δημήτρης Καπαδόχος –ιστορικός ερευνητής) θαρραλέος μαχητής , πολιτικός και δημοσιογράφος, o Ζερβός διαδραμάτισε τον σημαντικότερο ρόλο στον αγώνα για την Ένωση. Είναι και ο πρώτος που εξορίσθηκε από τους Άγγλους το 1842 στους Οθωνούς (μικρό νησάκι πλησίον της Κέρκυρας).
Πριν αναφερθούμε στους άλλους ριζοσπάστες αξίζει να θυμηθούμε την πρώτη εξέγερση που συνέβη τον Σεπτέμβριο του 1848.
Όπου διακόσιοι ένοπλοι χωρικοί εισέβαλαν στο Αργοστόλι με ζήτω-κραυγές υπέρ της ελευθερίας και συγκρούστηκαν με τις Αγγλικές δυνάμεις. Αυτό το κίνημα του 1848 υπήρξε το πιο αιματηρό. Ήταν καθαρή λαϊκή οργή και όταν ‘’οργή λαού, οργή θεού’’.
Όπως ήταν φυσικό και σύμφωνα με τις συνήθειες τους και την αποικιοκρατική πολιτική τους, οι Άγγλοι χρησιμοποίησαν τα πιο απάνθρωπα μέτρα. (από το βιβλίο του Δημ. Καπαδόχου ιστορικού ερευνητή «Τα Επτάνησα υπό την ξενική κατοχή»)
Σκότωσαν, βασάνισαν , κρέμασαν, εξόρισαν, μαστίγωσαν. Το πιο κακό σε αυτήν την περίπτωση είναι ότι την πλήρωσαν και άλλοι πολίτες που πολλές φορές ουδεμία ανάμειξη είχαν στα γεγονότα.
Σε αυτήν την εξέγερση το στρατοδικείο της Σκάλας αποτελούμενο από Άγγλους στρατιώτες καταδίκασε με συνοπτικές διαδικασίες τον ιερέα Ευστάθιο Ζαπάντη εις θάνατον δια απαγχονισμού.
Σπουδαίοι Ριζοσπάστες, αυτοί που ακολούθησαν τον Ηλία Ζερβό ήσαν οι Ιωσήφ Μομφεράτος, Γεράσιμος Πανάς, Δ. Δαυής και άλλοι.
Αξίζει να σημειωθεί πως όλοι οι πιο πάνω Ριζοσπάστες, την πρώτη τους εμφάνιση την έκαναν στη Δημοσιογραφία και στην εφημερίδα «Φιλελεύθερος» (συντάκτης ο Ηλίας Ζερβός κορυφαίος ηγέτης των ενωτικών). Ο «Φιλελεύθερος» ήταν φύλλο πολιτικά αδιάλλακτο και σφοδρά υπέρ της Ένωσης.
Ο Ιωσήφ Μομφεράτος συνοδοιπόρος του Ηλία Ζερβού, ανυποχώρητος, απόστολος της Δημοκρατίας στην Ελλάδα κατά τον 19ο αιώνα, Δημοσιογράφος, αδιάφθορος και όπως ο Ηλίας Ζερβός απροσάρμοστος ιδεολόγος και ρομαντικός.
Σπουδαίοι, θαρραλέοι, αυτοί που υπέγραψαν το ψήφισμα της 26-11-1850 για την Ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα χρειαζότανε θάρρος περίσσιο γιατί η τιμωρία τους ήταν θανατική ποινή κατά τους ισχύοντας νόμους.

Οι Κεφαλλήνες Ριζοσπάστες ήταν:
Γερά. Λειβαδάς, Σταματέλος Πυλαρινός, Ιωάννης Τυπάλδος, Ιωσήφ Μομφεράτος, Ηλίας Ζερβός Ιακωβάτος, Γεώργιος Τυπάλδος – Ιακωβάτος, Ανδρέας Καρούσος, Π. Παιζής, Γερ. Πανάς και Δημήτριος Ραζής.


Οι Ζακυνθινοί Ριζοσπάστες ήταν:
Ναθαναήλ και Φραγκίσκος Δομενεζίνης και ο Κερκυραίος Ποφάντης (όλα τα παραπάνω περί Ριζοσπαστών από το βιβλίο του Δημητρίου Χρ. Καπαδόχου φιλολόγου –ιστορικού ερευνητή


«Τα Επτάνησα κάτω από την ξενική κατοχή» 1185-1864).
Σε αυτό το σημείο θα ήτανε φρόνιμο να αναφερθεί περιληπτικά ο ρόλος των ιερωμένων για το Ριζοσπαστικό κίνημα.
Δυστυχώς παρατηρήθηκε πολλές φορές ο Δεσπότης να είναι συνεργάτης των εκλεγμένων του κόμματος των καταχθονίων (αντιδραστικών) αλλά και διώκτης κάθε φιλελεύθερης κίνησης μέσα στο ιερατείο.
Αλλά το χειρότερο είναι πως όλοι οι ιερωμένοι που είναι στελέχη των καταχθονίων, δεν αστυνομεύουν μόνο τους άλλους ρασοφόρους, αλλά διεξάγουν και πολιτικό αγώνα ακόμα και ψηφοθηρία υπέρ της δουλοπρεπούς παράταξης την οποία υπηρετούν.
Δηλαδή παράλληλα με το επαρχείο που εκδίδει διαταγές και τη Μητρόπολη, για την εξουδετέρωση των προοδευτικών ιερωμένων, δρα και η αστυνομία με τις ίδιες και πιο σκληρές μεθόδους (από το βιβλίο του ιστορικού ερευνητή κύριου Άγγελο-Διονύση Δεμπόνου «Πειθαρχική Προστασία»).
Επίσης ο κ. Δεμπόνος αναφέρει πως τα ράσα πολλές φορές μπλέκονται με τις βελάδες στον υπέρμετρο ζήλο να εξουδετερωθεί κάθε φιλελεύθερη φωνή και να επικρατήσει η θέληση του Αρμοστή.
Επίσης πολλές φορές φανερά, ιδία στις εκλογές του 1862 δυο παπάδες με την υποστήριξη του Επαρχείου και Αστυνομίας καταφέρθηκαν κατά των υποψηφίων Ηλία Ζερβού και Ιωσήφ Μομφεράτου.
Πρέπει να αναφέρουμε, πάντα κατά την έρευνα του κυρίου Δεμπόνου, πως παράλληλα με τον κλήρο που είχε προσφέρει τον εαυτό του βορά των ξένων συμφερόντων, πάντα υπάρχει και ο παπάς αγωνιστής. Αυτός προέρχεται από τα σπλάχνα του λαού που αν και διωκόμενος, εξορισμένος ή φυλακισμένος παρέμεινε πιστός στις αρχές του μέχρι το τέλος.
Θα ήταν φρόνιμο να αναφέρουμε στο κεφάλαιο για τους Ριζοσπάστες πως ο Ηλίας Ζερβός, ο Ιωσήφ Μομφεράτος, ο Γ. Τυπάλδος – Ιακωβάτος, ο Π. Πανάς κ.α διαπρέψανε και στο λόγο και στη Δημοσιογραφία.
Ο Ηλίας Ζερβός εξέδιδε τον «Φιλελεύθερο» και ο Ιωσήφ Μομφεράτος την «Αναγέννηση», και οι δυο εφημερίδες με πλούσιο ιδεολογικό περιεχόμενο.
Επίσης το δημοσιογραφικό όργανο «Χωρικός» που εξέδιδε η ομάδα αποτελούμενη από τη νεολαία του Δημοτικού καταστήματος Αργοστολίου με επικεφαλής τους Δημήτρη Δαυή, Μιλτιάδη Κουρβισιάνο, Ανδρέα Καρούσο – Σαντριβίλη. Η εφημερίδα <<Χωρικός>> υπερβάλει σε μαχητικότητα τις εφημερίδες των Ζερβού και Μομφεράτου, δεν τις φτάνει όμως σε ιδεολογικό περιεχόμενο.
Η ομάδα των νέων ανήκει στην αριστερή πτέρυγα του κινήματος και ευαγγελίζεται την κοινωνική αλλαγή, χωρίς να την στηρίξει σε καμία φιλοσοφική θεμελίωση.
Πρόκειται για ένα ουτοπικό σοσιαλισμό επηρεασμένο από τα εξωτερικά ρεύματα της εποχής, δηλαδή πρόκειται για ομάδα κοινωνιστών που επιδιώκουν την κοινωνική ανάπλαση ως κύριο σκοπό.
Η δικαιοσύνη στην κοινωνία θα επιτευχθεί αφού πραγματοποιηθεί η εθνική αποκατάσταση που θα αποτελέσει το πρώτο βήμα, για την άρση των κοινωνικών αδικιών .
Η ταξική προέλευση της ομάδας των κοινωνιστών είναι ομοιογενής. Αποτελείται από επαγγελματίες, τεχνίτες, εργαζόμενους, ανθρώπους της αγοράς που φύσει και θέσει ανήκουν στη μαχητική πρωτοπορία του κινήματος.
Η άλλη ομάδα εκφράζει δεξιές τάσεις, αποτελούμενη από συντηρητικά στοιχεία το προοδευτικό αρχοντολόι θα λέγαμε. Επικεφαλής βρίσκονται ο Γεράσιμος Λειβαδάς, Γεράσιμος Μαυρογιάννης , Σταματέλος Πυλαρινός.
Στόχος τους είναι η Ένωση με την Ελλάδα χωρίς να τους προβληματίζει η αδικία του καιρού τους.
Στο κέντρο του άξονα που συγκρατεί τους δυο αντίθετους πόλους βρίσκεται ο Ηλίας Ζερβός – Ιακωβάτος και ο Ιωσήφ Μομφεράτος.
Αυτοί οι δυο κατέχουν άριστες γνώσεις των προβλημάτων της εποχής τους, προσφέρουν λύσεις εφαρμόσιμες και παραδεκτές.
Άριστοι δημοσιογράφοι, επιδέξιοι πολιτικοί, ικανοί ρήτορες με λαϊκή αναγνώριση και στα αστικά στρώματα και στα αγροτικά, αγωνίζονται μέχρι τέλους, για να συγκρατήσουν την ενότητα του κινήματος και να διατηρήσουν την καθαρότητα του ως κίνημα κοινωνικό.
Για το Ζερβό και τον Μομφεράτο η ένωση μπορεί να χρησιμοποιηθεί σαν μέσον σε μια κοινωνική αλλαγή πάντων και την οραματίζονται ευρύτατη και υπερεθνική. (από το βιβλίο του κυρίου Άγγελο-Διονύση Δεμπόνου η «Πειθαρχική Προστασία» σελ. 205 )
Ας μας επιτραπεί στο κεφάλαιο για τους «Ριζοσπάστες» να επαναλάβουμε ή να προσθέσουμε ακόμα μερικά λόγια για την μεγαλύτερη προσωπικότητα του Ριζοσπαστικού κινήματος τον Ηλία Ζερβού – Ιακωβάτου.
Ο κύριος Δεμπόνος λέει στο βιβλίο του «Πειθαρχική Προστασία» πως ο Ζερβός είναι η ηρωική μορφή του αντιστασιακού αγώνα την περίοδο της Αγγλοκρατίας.
Ικανός δημοσιογράφος, εκδότης και συντάκτης του «Φιλελεύθερου», ανυποχώρητος αγωνιστής, έμεινε μέχρι τέλους πιστός στις ιδέες του και αρνήθηκε να τις θυσιάσει στο βωμό ενός στείρου εθνικισμού. Είναι από τους αγωνιστές που εργάστηκε, όχι για μια τυπική Ένωση με την Ελλάδα αλλά για την κατάργηση της κοινωνικής αδικίας σαν αντίτιμο των αγώνων του υπέστη φυλακίσεις, εξορίες, κατατρεγμούς.
Εδώ πρέπει να προσθέσουμε γιατί η ιστορική αλήθεια πρέπει να λέγεται πάντα κατά τον Άγγελο-Διονύση Δεμπόνο, στο βιβλίο του η «Πειθαρχική Προστασία» σελ. 216, πως ο Ηλίας Ζερβός την εποχή που εκπροσωπούσε όλη την πατρική περιουσία, πριν τον διαμοιρασμό, αλλά και κατόπιν όταν διαχειριζότανε αποκλειστικά το δικό του μερίδιο, οι αντιθέσεις του με το αγροτικό στοιχείο των περιοχών του είναι έντονες.
Διώξεις για «αγροζημιές» και «κακοεργίες» είναι συνηθισμένες και οι καλλιεργητές του υποφέρουν και καταπιέζονται. Εποχή που, η πολιτική δράση βρίσκεται σε ανάπτυξη και ο μαχητικός «Φιλελεύθερος» προβάλλει το κοινωνικό ευαγγέλιο της αλλαγής, το κήρυγμα του ως αγωνιστή δε συμβαδίζει με τις πράξεις του ως γαιοκτήμονα. Νομίζουμε πως αυτό αποτελεί μελανό σημείο για τον Ηλία Ζερβό, αλλά εμείς θα κρατήσουμε την κοινωνική και αντιστασιακή του δράση.
Επίσης θα κρατήσουμε πως ο Ηλίας Ζερβός έμεινε μέχρι τέλους παρά τις πιέσεις πιστός στις διακηρύξεις του, πως η Ένωση πρέπει να αποτελέσει την επιβράβευση αγώνα και όχι, προσφορά συναλλαγής και συμβιβασμού.

Ένωση
Το 1864, η κρίσιμη χρονιά θα βρει το Ριζοσπαστικό κόμμα διχασμένο και το λαϊκό κίνημα νικημένο. Ο αγώνας που άρχισε στην Πόλη, και πήρε την καθαρή του μορφή στην ύπαιθρο, την χρονιά ακριβώς που θα κριθεί και θα πραγματοποιηθεί η Ένωση με την Ελλάδα, έχει χάσει το νόημα του, το πραγματικό.
Σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξε η αγγλική διπλωματία που το αίτημα του λαού για Ένωση, το εκμεταλλεύτηκε για τη δική της εξυπηρέτηση.
Έτσι οι αγνοί ιδεολόγοι, προδομένοι αποχώρησαν από το πολιτικό προσκήνιο και οι λαϊκοί αγωνιστές ακέφαλοι και απογοητευμένοι χάσανε το αντικείμενο του αγώνα τους.
Η ύπαιθρος θα παραδοθεί στο Ελληνικό Βασίλειο, με όλα τα βάρη της φεουδαρχικής κληρονομιάς. Ο αγρότης είναι δεμένος με τη γη, σαν εξάρτημα της και δεν μπορεί να σπάσει το δεσμό αυτό που διαιτητής του είναι ένας αφέντης εκτός να εγκαταλείψει το δικαίωμα του να την καλλιεργεί, που το κληρονόμησε, σαν ευχή και κατάρα! (κύριος Δεμπόνος «Πειθαρχική Προστασία» σελ. 227).
Κατά τον ιστορικό, δικτάτορα, φιλόλογο καθηγητή κύριο Πέτρο Πετράτο, η εξάπλωση του Ριζοσπαστισμού, όπως ήταν φυσικό, θορύβησε ιδιαίτερα, μετά την επιτυχία του στις πρώτες ελεύθερες εκλογές του 1850, την Προστάτιδα Δύναμη και τα Ιόνια όργανά της, για αυτό κατέβαλαν κάθε προσπάθεια ώστε να αποκεφαλίσουν το κίνημα, να τρομοκρατήσουν το λαό, να σκορπίσουν τη σύγχυση.
Με το κλείσιμο των Ριζοσπαστικών εφημερίδων και την πεντάχρονη εξορία των πρωτοπόρων ηγετών, Ζερβού και Μομφεράτου, δημιουργήθηκε κενό ηγεσίας.
Έτσι δυστυχώς το κέντρο του κινήματος μετατοπίστηκε από την Κεφαλονιά στη Ζάκυνθο με την ανάδειξη και προώθηση του Ζακυνθινού Κων. Λομβάρδου.
Ο Λομβάρδος αλλοίωσε τα Ριζοσπαστικά οράματα και αφυδάτωσε το αίτημα της Ένωσης, αφού εξοβέλισε το δημοκρατικό – κοινωνικό περιεχόμενο του κινήματος. Δηλαδή δημιούργησε μια άλλη τάση μέσα στο Ριζοσπαστισμό που έγινε πλειοψηφία και οδήγησε την Ένωση μέσα από πολιτικά παιχνίδια και διπλωματικές διεργασίες μακριά από τους άμεσα ενδιαφερόμενους, δηλαδή τους πολίτες των Ιόνιων νήσων.
Ο Λομβάρδος με τους δικούς του ήθελαν να αυτοαποκαλούνται Ριζοσπάστες, αλλά δεν τους αποδέχονταν οι παλιοί Ηλίας Ζερβός και Ιωσήφ Μομφεράτος.
Για αυτούς αυτοί ήσαν «Ψευδοριζοσπάστες» ή «νεοφώτιστοι» ενωτιστές. Ο εσωτερικός αγώνας λοιπόν έχει ξεκινήσει από το 1858 και συνεχίστηκε οξύτατος μέχρι την Ένωση μεταξύ ψευδοριζοσπαστών και αγνών Ριζοσπαστών.
Οι διαφορές έγκειτο στο ότι ο Κων. Λομβάρδος σε ανοιχτή επιστολή του προς τον Ιωσήφ Μομφεράτο, ισχυρίζεται πως ο «Ριζοσπαστισμός» δεν ήταν ποτέ, κίνημα με «κοινωνιστικό» περιεχόμενο και ερωτά «πότε φίλτατε Ιωσήφ, ο λαός της Επτανήσου συνταύτισε το ζήτημα της εθνικής αποκαταστάσεως μετά του ζητήματος της εφαρμογής της δημοκρατίας εις το πολίτευμα και του κοινωνισμού ή κομμουνισμού εις την πολιτείαν;»
Είναι λοιπόν εμφανής η διαφορά, αφού οι Ηλίας Ζερβός και Ιωσήφ Μομφεράτος πρωτίστως έθεταν σαν περιεχόμενο του Ριζοσπαστισμού τις ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ.
Μάλιστα ο κ. Λομβάρδος για να εξοντώσει πολιτικά τον παλαίμαχο Ριζοσπάστη Ιωσήφ Μομφεράτο τον κατηγόρησε σαν κομμουνιστή εκμεταλλευόμενος το σύνδρομο της κομμουνιστικής φοβίας. Σύνδρομο που ταλάνισε και ίσως ακόμα ταλανίζει τον ελληνικό λαό.
Από την άλλην πλευρά οι γνήσιοι Ριζοσπάστες υποστηρίζουν ότι «οι νέοι δογματολόγοι (ενωτιστές του κ. Λομβάρδου) κολοβώσαντες τον Ριζοσπαστισμόν κατά τα ουσιώδεις αυτού αρχάς, την ελευθερίαν και ισοπολιτείαν και ορίσαντες αυτό κύκλων τινά κατά πολύ περιορισμένο εις την ενέργεια του λέγουσι: εν και μόνον οφείλει ο Ριζοσπαστισμός να φωνάζει. Ένωσιν, Ένωσιν, και και μηδέν άλλο» (εφ. «Αλήθεια» φ. 12-14 του 1861).
Δηλαδή, οι ενωτικοί του Λομβάρδου επιθυμούσαν Ένωσιν με οποιοδήποτε τίμημα χωρίς το δημοκρατικό – κοινωνικό περιεχόμενο της.
Με αυτή τη γραμμή προσανατολίζεται και η Αγγλική διπλωματία η οποία ήθελε την έξωση του Όθωνα από τον Ελληνικό θρόνο και την αντικατάσταση του με νέο Βασιλιά, πειθήνιο όργανο της.
Οι γνήσιοι όμως Ριζοσπάστες σαφώς αντιλήφθηκαν τους στόχους της Αγγλικής πολιτικής (γνωστή άλλωστε).
Ο Ηλίας Ζερβός – Ιακωβάτος αυτήν την πολιτική της Αγγλίας την ονόμασε αγυρτεία.
Την πολιτική της Αγγλίας ακολούθησε ο κ. Λομβάρδος , ο οποίος νόθευσε τις αρχές του Ριζοσπαστισμού, υπήρξε ο κύριος υπεύθυνος της στρεβλής ενώσεως και παραμένοντας πιστός στην «αγυρτεία και ξενολατρεία» μετατράπηκε σε εφιάλτη του ενωτικού ζητήματος όπως είπε ο Ηλίας Ζερβός. (Π. Πετράτος – άρθρο στην εφ. «Ενημέρωση»)
Φαίνεται καθαρά λοιπόν πως η ρήξη μεταξύ των τάσεων είναι αγεφύρωτη.
Έτσι στην 13η Ιόνιο Βουλή όλοι, καταχθόνιοι (δηλ. συντηρητικοί) και λακέδες των Άγγλων, Μεταρρυθμιστές και Ενωτιστές (Λομβάρδου) ψήφισαν στις 29-9-1863 την Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα.
Το τραγικό είναι πως αυτοί που αγωνίστηκαν και μάτωσαν για την Ένωση απουσίαζαν . Δηλαδή ο Ηλίας Ζερβός – Ιακωβάτος και ο Ιωσήφ Μομφεράτος.
Είχαν αρνηθεί να θέσουν υποψηφιότητα για μια Βουλή η οποία θα συνερχότανε για να επισημοποιήσει την καταχθόνια Βρετανόπνευστη Ένωση.
Έτσι αρνήθηκαν να υπογράψουν για μια Ένωση «που υπαγορεύτηκε από πολιτικές ιδιοτέλειες και σκοπιμότητες της αυτόκλητης Αγγλικής προστασίας και χορηγήθηκε όχι ως αναφαίρετο και απαράγραπτο δικαίωμα του επτανησιακού λαού, αλλά ως ικεσία προς την Αγγλίδα Βασίλισσα Βικτώρια. Ωστόσο, η Ένωση πραγματοποιήθηκε όπως και πιο πάνω αναφέραμε στις 21-5-1864 και τα νησιά του Ιονίου γίνονταν τμήμα του Ελληνικού κράτους και όλοι γιορτάζουν, ενώ υποστέλλεται η Αγγλική σημαία, ανυψώνεται η Ελληνική και συγχρόνως αποχωρούν οι Αγγλικές αρχές κατοχής.
Από τους πανηγυρισμούς όμως, των «νεοφώτιστων Ριζοσπαστών – ενωτιστών» και του ανυποψίαστου κόσμου απουσιάζουν οι κορυφαίοι ηγέτες και μάρτυρες του Ριζοσπαστισμού, ο Ηλίας Ζερβός και ο Ιωσήφ Μομφεράτος, απουσιάζουν συνηδειτά και προκλητικά από αυτό το προσκλητήριο.
Ο ένας μένει κλεισμένος στο σπίτι του, αρνούμενος να συμμερισθεί αυτό το εθνικό μεθύσι, για να αυτοσυγκεντρωθεί. Και ο άλλος παρακολουθεί τις εκδηλώσεις πίσω από μια μισόκλειστη «γρίλια» με την καρδιά σφιγμένη. (από άρθρο στην Κερκυραϊκή εφημερίδα «Ενημέρωση» του φιλόλογου ιστορικού ερευνητή κύριου Πέτρου Πετράτου)
Θεωρούμε υποχρέωση προς τον αναγνώστη να αναφέρουμε και την άποψη του ιστορικού ερευνητή κύριου Αγγελο –Διονύση Δεμπόνου για την Ένωση. Περιληπτικά αλλά και τόσο εμπεριστατωμένα έτσι όπως την παραθέτει στο βιβλίο του «Πειθαρχική Προστασία» σελ. 200-201.
Λέει: Η Ένωση, που μεθοδεύτηκε, είχε περισσότερα στοιχεία Αγγλικής πολιτικής, παρά Εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα. Είναι η αιτία που ανάγκασε τους πρωτεργάτες, να παραμείνουν αμέτοχοι και να την καταδικάσουν.
Ακριβώς όμως, την κρίσιμη αυτή ώρα, που με το γονάτισμα της υπαίθρου η πόλη προσφέρεται να την αντικαταστήσει στο μαχητικό προσκήνιο, εφαρμόζονταν, από τη μια μεριά, οι μεταρρυθμίσεις για να αποδυναμώσουν την μαχητικότητα και να εκθέσουν τα πρόσωπα για τη δράση τους και σύγχρονα αρχίζει η εξουδετέρωση των μαχητικών στελεχών με μια, νέας μορφής, δίωξη, την οικονομική.

Από το βιβλίο του Δημ. Χ. Καπαδόχου «Τα Επτάνησα κάτω από την ξενική κατοχή» αναφέρουμε το ψήφισμα της Ένωσης που έχει ως εξής:

Η ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΠΤΑΝΗΣΩΝ ΨΗΦΙΖΕΙ
Οι νήσοι Κερκύρας, Κεφαλληνίας, Ζάκυνθος, Λευκάς, Ιθάκη, Κύθηρα, Παξοί και τα εξαρτήματα αυτών, εννοούνται μετά του Βασιλείου της Ελλάδος, όπως εσαεί αποτελέσωσιν αναπόσπαστον αυτού μέρος εν μια και αδιαιρέτω πολιτεία υπό το συνταγματικόν σκήπτρον της Αυτού Μεγαλειότητος του Βασιλέως των Ελλήνων Γεωργίου του Α΄ και των διαδόχων Αυτού. Εγένετο εν τω Βουλευτηρίω Κέρκυρα τη 23 Σεπτεμβρίου του Σωτηρίου έτους 1863.

ΤΑ ΕΠΤΑΝΗΣΑ, ΟΙ ΑΓΩΝΕΣ, Η ΕΝΩΣΗ

Στα Επτάνησα το συμπύκνωμα της ευρωπαϊκής ιστορίας

ΓΡΑΦΟΥΝ:
ΓΙΩΡΓΟΣ Γ. ΑΛΙΣΑΝΔΡΑΤΟΣ,
ΚΩΣΤΑΣ ΒΕΡΓΟΣ,
Φ.Κ. ΒΩΡΟΣ,
ΣΠΥΡΟΣ Δ. ΛΟΥΚΑΤΟΣ,
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ Κ. ΚΟΣΚΙΝΑΣ,
Π. ΠΕΤΡΑΤΟΣ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΟΣ: ΠΕΤΡΟΣ ΠΕΤΡΑΤΟΣ
(από την εφημερίδα ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ )

Στα χρόνια της αγγλικής «προστασίας» των Επτανήσων (1815-1864) αναπτύχθηκε στα νησιά το πρωτοπόρο σε αξίες και αρχές κίνημα του Ριζοσπαστισμού. Σε αδιαχώριστη ενότητα πρόβαλε τις αρχές της ελευθερίας, της εθνικής ανεξαρτησίας, της λαϊκής κυριαρχίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, συνδέθηκε με κινήματα και ηγετικές μορφές της επαναστατικής Ευρώπης και διακήρυξε την ανάγκη ίδρυσης μιας Ευρωπαϊκής Συμπολιτείας στη βάση της αλληλεγγύης των λαών. Η εξέλιξη, όμως, των πραγμάτων και ο τρόπος που έγινε η Ένωση σε συνδυασμό με την επιβολή της ευρωπαϊκής διπλωματίας ακύρωσαν την εφαρμογή του εθνικο-κοινωνικού περιεχομένου του ριζοσπαστικού κινήματος. Η μελέτη, πάντως, της όλης πορείας του κινήματος αυτού παραμένει αναγκαία και χρήσιμη και για τις σημερινές εποχές.

Αξιολογική θεώρηση και ιστορική αποτίμηση του Εθνικο-Ενωτικού Ριζοσπαστικού Κινήματος στα αγγλοκρατούμενα Επτάνησα

ΣΠΥΡΟΣ Δ. ΛΟΥΚΑΤΟΣ*

Το Εθνικο-Ενωτικό Ριζοσπαστικό κίνημα στα αγγλοκρατούμενα Επτάνησα, απελευθερωτικό κατά το εθνικό και ριζοσπαστικό κατά το κοινωνικό σκέλος του, ως φιλοσοφία, πολιτικο-κοινωνική θεωρία και πολιτική πρακτική, είναι ευρύτατο λαϊκό κίνημα με όλα τα θεμελιακά χαρακτηριστικά γνωρίσματα ενός κινήματος εθνικο-απελευθερωτικού και πολιτικο-κοινωνικού χαρακτήρα. Αυτά ήταν: η συνειδητή ηγεσία του, αταλάντευτη στις επιδιώξεις και συνεπής στις αρχές και στις διακηρύξεις του κινήματος, και που την απάρτιζαν οι αγωνιστικοί στα νησιά ριζοσπάστες ηγέτες. η αφύπνιση του λαού για τη διεκδίκηση των φυσικών και απαράγραπτων δικαιωμάτων του. η οργανωτική διάρθρωση του κινήματος. ο προγραμματισμός αρχών και στόχων με οργάνωση και πραγματοποίηση λαϊκών αγώνων για την κατάκτησή τους. τέλος η πολιτικο-κοινωνική θεωρία τους με τις πρακτικές προεκτάσεις της στην καθημερινή πάλη του λαού. […]

Πρωτοπόροι οι αστοί
Ηγέτιδα τάξη του ριζοσπαστικού κινήματος υπήρξε η αστική, κατά την προοδευτική, φιλελεύθερη και δημοκρατική φάση της ιστορίας της, με προβάδισμα την Κεφαλονιά, με στενούς συμμάχους της τους εργαζομένους των πόλεων και ξεχωριστά την καταθλιβόμενη από τις φεουδαλιστικές αγροληπτικές σχέσεις πολυπληθή αγροτική τάξη των Ιόνιων νησιών. Ώριμοι, η αστική τάξη και οι σύμμαχοί της, από τις αγωνιστικές κατακτήσεις και παραδόσεις, ήταν, τότε, έτοιμοι να αναμετρηθούν προς τη λεγόμενη αγγλική «προστασία» και το αποικιοκρατικό της σύστημα και καθεστώς.
Έμποροι και βιοτέχνες και τεχνίτες, καραβοκύρηδες και ναυτικοί, διανοούμενοι και τιτλούχοι ευρωπαϊκών πανεπιστημίων, επαγγελματίες και η νεολαία και οι πολυπληθείς αγρότες συνέστησαν αρραγές μέτωπο κατά του Άγγλου κυρίαρχου και των εγχώριων ευγενών και αρχόντων οργάνων του και κατέστησαν οι δημιουργικοί παράγοντες και συντελεστές του κινήματος. Καθοδηγητική ηγεσία του μετώπου αυτού κατέστησαν οι ριζοσπάστες, ο Ηλίας Ζερβός – Ιακωβάτος και ο Ιωσήφ Μομφερράτος στην Κεφαλονιά, ο οποίος «ως εστία της εθνικής ενώσεως κατέστη όλη ποίησις κρητική, λυρισμός έξαλλος, διθύραμβος ενθουσιώδης, διάχυσις πανηγυρική», οι Φραγκίσκος και Ναθαναήλ Δομενίγαι στη Ζάκυνθο, ο Παΐζης στην Ιθάκη, ο Ποφάντης στην Κέρκυρα και άλλοι, που θα συγκροτήσουν την ομάδα των ριζοσπαστικών βουλευτών στη Θ’ Ιόνια Βουλή. Με τέτοια ηγεσία και ηγέτιδα τάξη το ριζοσπαστικό κίνημα εντάσσεται μέσα στο φάσμα των εθνικοαπελευθερωτικών και αστικοδημοκρατικών κινημάτων της εποχής του, τα οποία και από την άποψη ορισμένων αρχών και διακηρύξεών του πρωτοπορεί. […]
Αυτές ακριβώς οι αρχές και οι διακηρύξεις του ριζοσπαστικού κινήματος συνιστούν και το μέτρο της αξιολογικής του θεώρησης και της ιστορικής του αποτίμησης. Αυτές οι αρχές φέρουν έκδηλη τη σφραγίδα της φιλοσοφίας και της προοδευτικής πολιτικο-κοινωνικής θεωρίας της εποχής του, την οποία όμως η ηγεσία του προσάρμοσε στις ειδικότερες συνθήκες της Επτανήσου επεκτείνοντάς την σε ευρύτερους γεωγραφικούς χώρους ως μεταπλάστης της και σε τέτοιο βαθμό, ώστε μπορούσε ανεπιφύλακτα να δεχτούμε ότι ο Επτανησιακός Ριζοσπαστισμός συνιστά την πρώτη στον ελληνικό χώρο πολιτική σχολή, την Επτανησιακή.

Πρωταρχική η ελευθερία
Πρωταρχική και θεμελιακή αρχή του Ριζοσπαστικού κινήματος ήταν αυτή των φυσικών και απαραγράπτων ανθρώπινων δικαιωμάτων και πρώτιστα απ’ όλα της ελευθερίας. Αυτήν διεκήρυσσε «αμέριστη και αδιαίρετη» και ένας από τους ηγέτες του κινήματος ο Ιωσήφ Μομφερράτος, διαχωρίζοντάς την σε εξωτερική και εσωτερική, χαρακτηριστικά τόνιζε:
«Είναι λαός ελεύθερος εξωτερικώς, όστις πραγματικώς απολαμβάνει και χαίρει την ανεξαρτησίαν και αυτονομίαν του χωρίς ποσώς, αμέσως ή εμμέσως, να υπόκειται εις την εξουσίαν ή υλικήν ισχύν άλλου… είναι δε ελεύθερος εσωτερικώς όστις είναι κάτοχος εαυτού, αυτεξούσιος ήτοι κυρίαρχος και δη της κυριαρχίας του απολαμβάνων της ευημερίαν του και εις οδόν προόδου προχωρών και αναπτυσσόμενος.» Την ελευθερία κάθε λαού ο γνήσιος Ριζοσπαστισμός την ταύτιζε με την «εγκατεστημένη εθνικότητα και την κυριαρχία του λαού», κάθε δε άλλη ελευθερία, χωρίς αυτούς τους όρους, την κατάγγελνε ως «χίμαιρα και απάτη».
Με βάση αυτό το περιεχόμενο, που προσέδιδε στην έννοια της ελευθερίας πρωταρχική επιδίωξή του ο Ριζοσπαστισμός καθόριζε την εθνική ανεξαρτησία και το αίτημά του αυτό ως Ένωση με την Ελλάδα το διασφάλιζε ως ιερό και αναφαίρετο δικαίωμα του λαού. Άλλος ηγέτης του Ριζοσπαστισμού, ο Ηλίας Ζερβός-Ιακωβάτος, σε υπόμνημά του προς την Ιόνια Βουλή πολύ χαρακτηριστικά και παραστατικά τόνιζε: «όπου ξένος βασιλεύει, τα πάντα είναι ψεύδος και σκιά, ο νόμος είναι ενέδρα, η δικαιοσύνη σκευωρία, η αρετή έγκλημα, η ελευθερία κακούργημα…».

Εθνική ανεξαρτησία και λαϊκή κυριαρχία
Την εθνική ανεξαρτησία κάθε λαού το κίνημα τη διακήρυσσε ως κοινωνικό προσόν, φυσικό και αναγκαίο και η εξάσκηση των δικαιωμάτων, που πηγάζουν από αυτό επιβάλλεται ως ιερό καθήκον. Η πιο επίσημη και με διεθνή απήχηση έκφραση αυτού του αιτήματος, ως λαϊκού δικαιώματος βρίσκεται στο ιστορικό ψήφισμα των Ριζοσπαστών βουλευτών, στη Θ΄ Ιόνια Βουλή, με το οποίο διακηρυσσόταν ότι αμετάτρεπτη θέληση του Επτανησιακού λαού είναι να ενωθεί με την Ελλάδα «επειδή η ανεξαρτησία, η κυριαρχία και η εθνικότης εκάστου λαού είναι δικαιώματα φυσικά και απαράγραπτα».
Την ανάκτηση της Εθνικής Ανεξαρτησίας του επτανησιακού λαού ο Ριζοσπαστισμός την καθόριζε ως «το πρώτιστον και αρχικόν βήμα», τη θεωρούσε όμως αξεχώριστη από τη Λαϊκή κυριαρχία και διασάλπιζε ότι χωρίς τη συνύπαρξη και ακεραιότητα της Εθνικής Ανεξαρτησίας και της Λαϊκής κυριαρχίας «ούτε ιδίαν και ζώσαν προσωπικότητα, ούτε ιδίαν και ελευθέραν βούλησιν δυνάμεθα να εννοήσωμεν». Γι’ αυτό διακήρυσσε ότι η ανάκτηση της Εθνικής Ανεξαρτησίας του κάθε λαού πραγματοποιείται «όχι δια της προσοικειώσεως του στοιχείου της εσωτερικής τυραννίας», αλλά «με την ιδέαν της καθιερώσεως ελευθέρου και αληθώς ισονόμου πολιτεύματος επί της κυριαρχίας του Λαού στηριζομένου».
Τη λαϊκή κυριαρχία ο γνήσιος Ριζοσπαστισμός την καθόριζε ως την «αληθινή πηγή της πολιτικής εξουσίας» και γι’ αυτό θεωρούσε την Ένωση «ως κήρυγμα μονομερές και αντιπατριωτικόν, ως δέλεαρ της ξενοκρατίας, χωρίς την άμεση και ουσιαστική σύνδεσή της με τη Λαϊκή Κυριαρχία».
Πρώτος στόχος του κινήματος η ελευθερία και η εθνική ανεξαρτησία, έπειτα δε η συνδεδεμένη αναπόσπαστα με αυτές Λαϊκή Κυριαρχία. Αλλά παράλληλα στόχος θεμελιακός ήταν και η κοινωνική ισονομία και δικαιοσύνη. Ο γνήσιος Ριζοσπαστισμός και στον τομέα αυτό πρωτοπορεί προτρέχοντας από την εποχή του, αφού, κοντά στα άλλα, οι εκπρόσωποί του στη Θ’ Ιόνια Βουλή απαίτησαν: την κατάργηση των κοινωνικών διακρίσεων. την ισότητα των πολιτών. την κατάργηση της θανατικής ποινής. την ελάττωση ή απαλλαγή του λαού από τους δυσβάστακτους φόρους. τον έλεγχο των δημόσιων δαπανών. την κατάργηση του νόμου, που επέβαλε εξορία στους πολίτες. τον σεβασμό του οικογενειακού ασύλου. και την κατάργηση των βασανιστηρίων και των αντικοινωνικών διατάξεων, που «εξευτελίζουν τον ελεύθερον πολίτην».
Οι στόχοι και τα οράματα του Επτανησιακού Ριζοσπαστικού κινήματος επεκτείνονταν σ’ ολόκληρο τον ελληνισμό, του οποίου επεδίωξε την εθνική αποκατάσταση πιστεύοντας ότι αυτή θα κατορθωθεί, αν όλος ο Ελληνισμός στηριζόταν στις δικές του δυνάμεις και όχι στους ξένους. Διακήρυσσε την ελληνική αναγέννηση «παντός του ελληνικού Γένους». Οραματιζόταν, τη μια και αδιαίρετη πανελλήνια δημοκρατία με τη συνένωση παντός του ελληνικού, μακριά «από το αλλόκοτον και κατ’ εξοχήν ανθελληνικόν δόγμα της μοναρχικής ειδωλολατρίας» μια πανελλήνια Δημοκρατία, ελεύθερη και ανεξάρτητη, με κυρίαρχο το Λαό της, εστία δημιουργικών έργων και πολιτισμού, ακτινοβόλα προς τα Βαλκάνια και την Ανατολή και σύνδεσμός τους προς τη Δύση.

Υπέρ της Ευρωπαϊκής Συμπολιτείας
Πέρα από τον Επτανησιακό και τον Πανελλήνιο χώρο τα οράματα του γνήσιου Ριζοσπαστισμού επεκτείνονταν και στον πανευρωπαϊκό με τη διακήρυξη της αδελφότητας των λαών, που δεν την περιόριζε σε μια απλή θεώρηση αρχής, αλλά της προσέδιδε πρακτικό, συγκεκριμένο σχήμα, εκπληκτικό και προφητικό έτσι, που η ηγεσία του κινήματος καθίσταται ο διορατικός πρόδρομος της πανευρωπαϊκής ιδέας. Γιατί πρώτο στην Ευρώπη το Ριζοσπαστικό κίνημα στα αγγλοκρατούμενα Επτάνησα συνέλαβε και διακήρυξε την ανάγκη της πανευρωπαϊκής κοινότητας και συμπολιτείας διακηρύσσοντας με ένα από τους πρώτιστους ηγέτες του, τον Ιωσήφ Μομφερράτο, ότι θα κατεδαφιστεί αναπόφευκτα «Το σαθρόν οικοδόμημα της ασεβούς και ανιέρου συμμαχίας των βασιλέων» και στη θέση του «Θα εγερθεί το νέον και μέγα οικοδόμημα της αληθώς ιεράς και αγίας των λαών συμμαχίας», και τότε «Αντί των ελευθεροκτόνων ηγεμονικών συνεδρίων, επί τη βάσει της ελευθέρας εθνικότητος, της κυριαρχίας των λαών και της μεταξύ αυτών αλληλεγγύης» θα ανδρωθεί «Εν είδος ευρωπαϊκής συμπολιτείας, όπου αι μεταξύ των Εθνών σχέσεις θέλουσι διευθετείσθαι όχι εγωιστικώς, δυσμενώς και εχθροπαθώς, αλλ’ αδερφικώς εν πλήρει ισότητι, αμοιβαιότητι και δικαιοσύνη».
Με αυτό το όραμα ο γνήσιος Ριζοσπάστης Ιωσήφ Μομφερράτος καθίσταται από τα μέσα, ακόμα, του περασμένου αιώνα ο πρώτος Έλληνας και Ευρωπαίος με ολοκληρωμένη την ευρωπαϊκή συνείδηση, προδρομικός κήρυκας της πανευρωπαϊκής ιδέας και κοινότητας με ισότητα και συναδέλφωση όλων των ευρωπαϊκών λαών.
Με βάση όλα αυτά συνδετικός κρίκος του γνήσιου επτανησιακού Ριζοσπαστισμού προς άλλα παρόμοια ή παράλληλα κινήματα της εποχής του στην ευρωπαϊκή ήπειρο ήσαν: «η ενότης των ιδεών και η σύμπνοια των πνευμάτων». «το γενικόν πνεύμα ανεξαρτησίας και κοινωνικής απελευθερώσεως και αναπλάσεως». «μία αόρατος μεν, αλλ’ όχι ολιγώτερον αληθής συγκοινωνία καρδιών και πνευμάτων τόσον εις τον πόθον του δικαίου και της ελευθερίας, όσον και εις το μίσος κατά της τυραννίας» και η οποία «συνδέει τους λαούς εις έν, εωσού και εις γενικόν πραγματικόν σύνδεσμον συνάψη αυτούς».
Γι’ αυτό πιστεύει και διακηρύσσει ότι μόνον η ομοψυχία και η ενότητα των καταπιεζόμενων λαών μπορεί να ανατρέψει «εκ θεμελίων το προϋπάρχουν σύστημα» και να εγκαθιδρύσει στέρεα το νεώτερο με τελικό αποτέλεσμα την εθνική τους ανεξαρτησία, την κυριαρχία τους, την παγκόσμια δημοκρατία και την πανευρωπαϊκή συμπολιτεία. Με αυτά τα οράματα ο γνήσιος επτανησιακός δημοκρατικός Ριζοσπαστισμός συνθέτει ένα από τα κινήματα προόδου της εποχής του και ακριβώς αυτές οι αρχές και διακηρύξεις του είναι εκείνες, που τον αξιολογούν και τον αποτιμούν ιστορικά ως πρωτοπορία τους.

Η Ελλάδα, δορυφόρος της Αγγλίας
Το επτανησιακό γνήσιο Ριζοσπαστικό κίνημα «εξερχόμενον», κατά τον Ηλία Ζερβό – Ιακωβάτο, «εκ των σπλάχνων του λαού και έχον τα φρονήματα, τας ανάγκας και τας δοξασίας του ήτο κάτι πλέον υψηλόν, πλέον ισχυρόν, πλέον απόρθητον. ήτο Λαός, ηθική δύναμις και κοινή γνώμη». Οι εθνικοί του στόχοι και οι πολιτικο-κοινωνικές επιδιώξεις του, που οραματίστηκαν οι πρωτεργάτες του δημιουργίας και ανάπτυξης του Ριζοσπάστες και για την πραγμάτωση των οποίων αγωνίστηκαν με το λαό, με πρωτοπορία του τον Κεφαλληνιακό, δεν σκέφθηκαν από επιτυχία παρά τους πολύχρονους αγώνες και τις αιματηρές τους θυσίες. Η Ένωση των Επτανήσων με τη μητέρα πατρίδα ήταν Ένωση, που υπαγορεύτηκε από πολιτικές ιδιοτέλειες και σκοπιμότητες της αυτόκλητης αγγλικής «Προστασίας» και χορηγήθηκε όχι ως αναφαίρετο και απαράγραπτο δικαίωμα του επτανησιακού λαού, αλλ’ ως ικεσία προς την Αγγλίδα άνασσα Βικτωρία. Και είναι αυτό το γεγονός, το οποίο παρώθησε τον Ηλία Ζερβό να διακηρύξει ότι με την Ένωση ολόκληρη πια η Ελλάδα κατέστη «δορυφόρος της Αγγλίας» και μετατράπηκε σε «Επτάνησον αγγλικής προστατευομένης και αφανώς διοικουμένης». και αργότερα τον άξιο επίγονο των Ριζοσπαστών και κήρυκα της κοινωνιστικής δημοκρατίας Ρόκκο Χοϊδά να διασαλπίσει από το βήμα της βουλής ότι «δεν ενώθηκε η Επτάνησος με την Ελλάδα, αλλά η Ελλάδα με την Επτάνησο» και «ο άγγλος αρμοστής μετέθεσε την έδρα του εκ της Κερκύρας εις τας Αθήνας υπό το ειρηνικόν όνομα Γεώργιος Χριστιανός Α’, βασιλεύς των Ελλήνων».

Μετακένωση του ριζοσπαστικού πνεύματος
Οι στόχοι και οι επιδιώξεις του Ριζοσπαστικού κινήματος και της ηγεσίας του, εθνικοί και κοινωνικο-πολιτικοί, μετά την Ένωση πέρασαν στο χώρο της ελεύθερης πατρίδας και συγχωνεύτηκαν με τους στόχους και τις επιδιώξεις όλοι του Ελληνισμού, ελεύθερου και υπόδουλου. Αυτούς πρόβαλαν πια και την πραγμάτωσή τους επεδίωξαν, εξελικτικά και προοδευτικά διαμορφούμενους, οι άξιοι επίγονοι των Ριζοσπαστών, ο Πατ. Πανάς, ο Ρόκκος Χοϊδάς, ο Πλάτωνας Δρακούλης, ο Μαρίνος Αντύπας και ολόκληρη φάλαγγα αγωνιστών κατά τον τωρινό αιώνα και έως τις ημέρες μας με κορύφωμα τους αγώνες στο αλβανικό μέτωπο και τα μακεδονικά οχυρά και την ανεπανάληπτη εποποιία της Εθνικής Αντίστασής μας στα δίσεκτα χρόνια της ανθρωποκτόνου φασιστικής κατοχής.
Έχουν συνειδητοποιήσει σήμερα οι Επτανήσιοι ότι οι ηγέτες και δημιουργοί του Ριζοσπαστικού κινήματος και πρώτιστοι πρώτων οι Ηλίας Ζερβός – Ιακωβάτος και Ιωσήφ Μομφερράτος με θυσίες και αυταπάρνηση χάραξαν το δύσβατο δρόμο της Εθνικής Ανεξαρτησίας και της κοινωνικής προόδου διαθέτοντας κατά τη μαχητική αγωνιστικότητά τους την Αρετήν και την Τόλμην […].

*Δρ. Ιστορικός
(Αποσπάσματα από ευρύτερη μελέτη, δημοσιευμένη στο περιοδικό του Συνδέσμου Φιλολόγων Κεφαλονιάς – Ιθάκης «Κυμοθόη», τεύχ. 1, Αργοστόλι, Δεκ. 1991, σσ. 5-15.)

——————

Ο Επτανησιακός Ριζοσπαστισμός (1848-1864)
και το Ιταλικό Risorgimento

ΓΙΩΡΓΟΣ Γ. ΑΛΙΣΑΝΔΡΑΤΟΣ*

Ιωσήφ Μομφερράτος
[…] Ο Μορφερράτος επηρεάστηκε όχι μόνο από τις αρχές των Γαλλικών επαναστάσεων και την αρχή των εθνοτήτων -«Το ζήτημα της απελευθερώσεως των δεδουλωμένων λαών και της αποκαταστάσεως των εθνικοτήτων κατέστη ήδη το επικρατούν ζήτημα των ημερών μας, και η λύσις αυτού φαίνεται ήδη προσεγγίζουσα», γράφει το 1862-, αλλά και από το σύγχρονό του ενωτικό κίνημα της Ιταλίας, το γνωστό με το όνομα Risorgimento.

Όχι στον Γαριβάλδη
Από την έρευνα προκύπτει ότι δεν ήρθε σε άμεση επαφή με τον Ιωσήφ Γαριβάλδη και τα ελληνοϊταλικά κομιτάτα (βλ. παρακάτω), όπως θα δούμε ότι έκαμε επίμονα ο Λομβαρδός και αρνήθηκε διαρρήδην να κάμει ο Ζερβός. Στην εφημερίδα του «Ο Αληθής Ριζοσπάστης» (Σεπτέμβριος 1862 – Σεπτέμβριος 1863) αναδημοσιεύει από ξένες εφημερίδες μακρές ειδήσεις για τη δράση του στρατηγού στην Ιταλία, άλλοτε και ανακοινώσεις του -πράγμα που δείχνει ότι πολύ τον εκτιμούσε-, αλλά ιδιαίτερη επαφή με τον ίδιον ή σύνδεση με τα ελληνοϊταλικά κομιτάτα δεν είχε ποτέ.
Τούτο γιατί στο ζήτημα του ελληνικού αλυτρωτισμού επίστευε δύο πράγματα: α) ότι το κέντρο για κάθε εθνική ενέργεια έπρεπε να είναι η ελεύθερη Ελλάδα. η οποία όμως, αντί να παίζει τέτοιο εθνικό ρόλο, είχε καταντήσει «εστία παντοίων, και κατά το πλείστον μέρος ξενικών, ραδιουργιών, υποθαλπουσών πάντη αλλότρια και ενάντια της ελευθερίας και της προόδου του έθνους συμφέροντα» και εξαιτίας αυτού έλειπε η εμψύχωση και η ενθάρρυνση των «εν δουλεία διατελούντων και καταδυναστευομένων ομογενών» και η αναγκαία προπαρασκευή «προς τον γενικόν της εθνικής παλιγγενεσίας αγώνα» [απήχηση του Risorgimento]. και β) ότι το να περιμένουμε από ξένους να αναλάβουν τέτοια πρωτοβουλία [εννοεί το Γαριβάλδη], εκτός του ότι είναι αναξιοπρεπές, είναι και ιδέα χιμαιρική και εσφαλμένη: «Το να περιμένωμεν ώστε άλλοι εκτός ημών να λάβωσι την πρωτοβουλίαν, και ξένοι να αναδεχθώσιν του ιερού ημών αγώνος, τούτο, παρεκτός του ότι είναι όλως αναξιοπρεπές, είναι συνάμα και ιδέα όλως εσφαλμένη και χιμαιρική. Δύναται μεν ο ξένος να βοηθήση τον άλλον εις τον αγώνα του. οφείλει μάλιστα να το πράξη, ως εκ του καθήκοντος της αμοιβαιότητος. αλλ’ ο έχων ανάγκην του αγώνος, πρέπει αυτός πρώτος, αφού καλώς σταθμίση τα μέσα της ενεργείας του, να κινήση αυτόν, και να δείξη τοιαύτα σημεία δραστηριότητος, επιμονής και καρτερίας, ώστε να κατασταθή άξιος συμπαθείας και συνδρομής. Ο θέλων λοιπόν και επιθυμών αληθώς να φθάση εις πέρας αίσιον και αποτελεσματικόν, οφείλει να στρέψη όλην αυτού την προσοχήν εις τον εαυτόν του, και να ενασχοληθή ανενδότως εις την ανάπτυξιν των ηθικών και υλικών αυτού δυνάμεων, εφ’ ων κυρίως δύναται μετά πεποιθήσεως να βασισθή».1

Ναι στον Mazzini
Ενώ όμως έτσι αντιδρούσε απέναντι στο Γαριβάλδη ο Μομφερράτος, είχε φιλική επαφή, αλληλογραφία και συνεργασία με το διάσημο πολιτικό του Risorgimento Ιωσήφ Mazzini (1805-1872), τον έξοχο αγωνιστή της ελευθερίας και των δημοκρατικών ιδεών. Ο Παναγιώτης Πανάς, συντάκτης της ριζοσπαστικής εφημερίδας της Κεφαλονιάς «Κεραυνός», στον αριθμ. 7, 16 Οκτωβρίου 1858, σ. 3-4, μας πληροφορεί ότι ο Μομφερράτος αντιπροσώπευε στο Αργοστόλι την εφημερίδα του Mazzini «Pensiero ed Azione» («Σκέψη και Δράση»).
Και αυτό μας το επιβεβαιώνει μια ανέκδοτη επιστολή του Μομφερράτου της 6ης Δεκεμβρίου 1858 ν.η. προς το Mazzini ή κάποιον του περιβάλλοντός του (δεν αναφέρει όνομα), που το σχέδιό της, αυτόγραφο του Μομφερράτου πολύ φθαρμένο, βρίσκεται στα χέρια μου.
Εκεί τον πληροφορεί ότι έλαβε τα φύλλα της εφημερίδας «Pensiero ed Azione» που εκείνος του έστειλε και ότι του έγραψε επτά συνδρομητές, πέντε για ένα εξάμηνο και δύο για ένα τρίμηνο. Επίσης ότι ευχαρίστως δέχεται να γίνει μέλος του Κομιτάτου που εδρεύει στο Λονδίνο και ότι του στέλνει και αυτός την εφημερίδα του «Αναγέννηση». […]
Η συνεργασία του Μομφερράτου με το Mazzini φαίνεται στην «Αναγέννηση» της Γ’ περιόδου (αριθμ. 36, 15 Νοεμ. 1858 – αριθ. 60, 23 Μαΐου 1859), σε πολλά φύλλα της οποίας αναδημοσιεύονται άρθρα από την εφημερίδα του Mazzini «Pensiero ed Azione», σε μετάφραση βέβαια. […]

Κωνσταντίνος Λομβάρδος
[…] Θα περιοριστούμε στην προσπάθεια του Λομβάρδου στην περίοδο αυτή να συνδέσει το ενωτικό κίνημα της Επτανήσου -και γενικότερα την πολιτική του της Μεγάλης Ιδέας- με το Γαριβάλδη, το Βίκτορα Εμμανουήλ Β’ και τα ιταλικά «Κομιτάτα δράσης» («Comitati del Partito d’ Azione della nuova libera Italia», προέκταση των «Comitati di Provvedimento»), που είχαν πρόεδρο το Γαριβάλδη και σκοπό να προετοιμάσουν εξέγερση στην Ήπειρο και τη Θεσσαλία (Το Κεντρικό βρισκότανε στη Γένοβα).
Ήταν η εποχή της Μεγάλης Ιδέας για την Ελλάδα, και το Ανατολικό Ζήτημα βρισκόταν σε μεγάλη έξαρση. Το ενωτικό κίνημα της Ιταλίας είχε ήδη αρκετές επιτυχίες και οι υπόλοιποι λαοί των Βαλκανίων, εμπνεόμενοι από την αρχή των εθνοτήτων, απέβλεπαν στον ήρωα Ιωσήφ Γαριβάλδη (1807-1882) ως μέλλοντα ελευθερωτή τους. Στη Βοσνία, την Ερζεγοβίνη, τη Σερβία και το Μαυροβούνιο ιδρύονταν μυστικά επαναστατικά κομιτάτα, με σκοπό να προκαλέσουν την ενίσχυση των εθνικών απελευθερωτικών κινημάτων από τις εθελοντικές δυνάμεις του Γαριβάλδη σε μια γενικότερη εξέγερση κατά της Τουρκίας και της Αυστρίας. Παρόμοια κομιτάτα ιδρύθηκαν τότε και στα Επτάνησα και στην ελεύθερη Ελλάδα.

Κομιτάτα στη Ζάκυνθο και την Αθήνα
Τη σχετική πρωτοβουλία την είχε ο Λομβάρδος. Ο ηγέτης των νέων ριζοσπαστών δηλ., επηρεασμένος από το ενωτικό κίνημα της Ιταλίας, την απελευθερωτική κίνηση των Σλαβικών κομιτάτων και την πολιτική της Μεγάλης Ιδέας της επίσημης Ελλάδας, ήρθε σε επαφή με το Κεντρικό ιταλικό Κομιτάτο της Γένοβας και ίδρυσε στη Ζάκυνθο, το Μάιο του 1860, ένα παρόμοιο Κομιτάτο με σκοπό να προκαλέσει την επέμβαση του Γαριβάλδη για τις αλύτρωτες περιοχές της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας, πράγμα που θα είχε τον αντίκτυπό του και στο ζήτημα της Επτανήσου. Το Κομιτάτο της Ζακύνθου ήταν παράρτημα του Κεντρικού ιταλικού Κομιτάτου της Γένοβας. Τα σπουδαιότερα μέλη του θα τα δούμε παρακάτω.
Το φθινόπωρο του 1860, με πρωτοβουλία πάλι του Λομβάρδου, ιδρύθηκε παρόμοιο Κομιτάτο στην Αθήνα ως παράρτημα του Κομιτάτου της Ζακύνθου. Μέλη του Κομιτάτου της Αθήνας κατά το Σπυρίδωνα Γ. Μαλάκη, ο οποίος μας δίνει σχετικές πληροφορίες στα «Απομνημονεύματά» του, ήταν ο Φραγκίσκος Πυλαρινός από την Κεφαλονιά, παλαιός φιλελεύθερος, καθηγητής της ιστορίας της φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο, πρόεδρος, και οι Παύλος Λάμπρος, Ηπειρώτης, νομισματολόγος, πατέρας του ιστορικού Σπυρίδωνα Λάμπρου, Σπυρίδων Ανδρέα Μεταξάς από την Κεφαλονιά, που αργότερα έγινε πρέσβης στην Πετρούπολη, Νικόλαος Νέγρης, Χρίστος Νικολαΐδης – Φιλαδελφεύς, Νικόλαος Οκλέρ Βούλγαρης από την Κέρκυρα, Μάρκος Ρενιέρης, αργότερα διοικητής της Εθνικής Τράπεζας, και βέβαια ο ίδιος ο Μαλάκης, ριζοσπάστης από την Κεφαλονιά, ξυλογλύπτης το επάγγελμα. […]

Άρνηση του Ζερβού – Ιακωβάτου
Πρέπει να σημειώσω εδώ ότι στην κίνηση των ελληνοϊταλικών κομιτάτων αρνήθηκε να συμμετάσχει ο Ηλίας Ζερβός – Ιακωβάτος. Στην «Αυτοβιογραφία» του μας διηγείται ότι στην Κωνσταντινούπολη -όπου βρισκόταν από το Νοέμβριο του 1859 ως τα τέλη Ιουνίου του 1860- πληροφορήθηκε από κάποιον Επτανήσιο την κίνηση μυστικών οργανώσεων στην Επτάνησο και την Ελλάδα και την ύπαρξη μυστική εταιρείας με πολλές διακλαδώσεις, η οποία, υποκινούμενη από την Ευρωπαϊκή διπλωματία, απέβλεπε στην κατάργηση των συνθηκών του 1815 και μεταξύ άλλων στην ένωση της Επτανήσου μετά προηγούμενη ανατροπή του ελληνικού θρόνου -αλλά αυτό τον άφησε «κεραυνόπληκτο» (και, πρέπει να προσθέσουμε, τον οδήγησε σε ενέργεια αντίθετη με την έως τότε πολιτεία του: επειδή εθεώρησε ολέθρια για την Ελλάδα τη σχεδιαζόμενη ανατροπή του Όθωνος, αποφάσισε να προτείνει στην Προστασία την αναστολή του εθνικού ζητήματος της Ένωσης και την εισαγωγή νέων συνταγματικών μεταρρυθμίσεων στα Επτάνησα, με την ελπίδα ότι αυτό «και την ανατροπήν του θρόνου ηδύνατο να εμποδίση και τους κινδύνους του έθνους να διασκεδάση και την αγυρτείαν και τον μεταμφιεσμένον πατριωτισμόν, άτινα και εμέ εθυσίαζον και τα πράγματα κατέστρεφον, να καταβάλη»2 και έτσι πράγματι ενέργησε).
Παρακάτω στην «Αυτοβιογραφία» του ο Ζερβός μας πληροφορεί ότι (τον Οκτώβριο ή Νοέμβριο του 1861) εδέχτηκε στο Αργοστόλι την επίσκεψη του λόγιου ριζοσπάστη Θεόδωρου Καρούσου (1808;-1876) παλαιού καθηγητή του, ο οποίος του μίλησε πάλι για τα σχέδια με το Γαριβάλδη, αλλά εκείνος αρνήθηκε να συνεργασθεί λέγοντας τα εξής: «Τον Γαριβάλδην […] τον εκτιμώ πολύ ως στρατιωτικόν γενναίον και πατριώτην γνήσιον, αλλ’ ουχί και ως πολιτικόν άνδρα. και εγώ, ως πολιτικός ανήρ, δεν ανέχομαι να υποβληθώ εις τα σχέδια και τα επιχειρήσεις ενός στρατιωτικού ανδρείου μεν, αλλ’ εστερημένου πολιτικού νοός» κτλ. Η πολιτική σκέψη του Ζερβού, που τον οδήγησε στην άρνηση της συμμετοχής στα κομιτάτα, ήταν ότι η συνεργασία των Ελλήνων με το Γαριβάλδη και η εισβολή του τελευταίου στην Ήπειρο θα προκαλούσε την ανατροπή του Όθωνος, πράγμα που θα οδηγούσε στην καταστροφή της Ελλάδας από την Ευρωπαϊκή διπλωματία.3
Ο Ιωσήφ Μομφερράτος, καθώς είδαμε προηγουμένως, δεν έλαβε μέρος στην κίνηση των κομιτάτων. Άλλωστε τότε βρισκόταν σε μεγάλη αντίθεση με το Λομβάρδο -είναι η εποχή του σχίσματος στο Ριζοσπαστισμό- και δε θα μπορούσε ποτέ να μετέχει σε κίνηση στην οποία πρωτοστατούσε ο ιδεολογικός του αντίπαλος.

Συναντήσεις του Λομβάρδου με το Γαριβάλδη
[…] Από το 1860 λοιπόν κ.ε. ο Λομβάρδος, παράλληλα με την ενωτική δράση του στα Επτάνησα, κινείται δραστήρια και με τα ελληνοϊταλικά κομιτάτα. Τότε έκαμε πολλά ταξίδια στην Αθήνα και την Ιταλία και ήρθε σ’ επαφή με τον Όθωνα, το Βίκτορα Εμμανουήλ Β’, το Γαριβάλδη και άλλες εξέχουσες προσωπικότητες, Έλληνες και Ιταλούς4, «προς επίδειξιν της Μεγάλης Ιδέας», γράφει ο Σπυρίδων Γ. Μαλάκης.
Αναφέρω χαρακτηριστικά μερικές τέτοιες ενέργειές του, όπως μας είναι γνωστές από τους χρονογράφους και τα αρχεία:
Τέλη Σεπτεμβρίου με αρχές Οκτωβρίου του 1861 επισκέπτεται το Γαριβάλδη στην Caprera ως απεσταλμένος του Κομιτάτου της Ζακύνθου, για να του εκφράσει τα αισθήματα σεβασμού και ευγνωμοσύνης του κομιτάτου.
Τότε του υποβάλλει και ένα τιμητικό Προσφώνημα με χρονολογία 13/25 Σεπτεμβρίου 1861, που το υπογράφουν τα μέλη του Κομιτάτου Παύλος Λογοθέτης ιερέας, Παναγιώτης Κλάδης ιερέας, Φραγκίσκος Κουερίνος, Ιωάννης Λισγαράς, Ανδρέας Π. Πλέσσας και ο γραμματέας Ανδρέας Φαραός. Στο Προσφώνημα αυτό, που το είχε συντάξει βέβαια ο ίδιος, αποκαλεί το Γαριβάλδη «ήρωα των εθνικών ελευθεριών», «ούτινος επί της ισχύος του ονόματος βασίζεται και ελπίζει» το Κομιτάτο.
Στις 12 Νοεμβρίου του 1861 στέλνει επιστολή στο Γαριβάλδη.
Το Νοέμβριο του 1861 επίσης επισκέπτεται το στρατηγό στο Τορίνο και του υποβάλλει μακρό υπόμνημα, με το οποίο του περιγράφει την κατάσταση στην Ελλάδα και τον καλεί, αυτόν που είναι «ο άγγελος ο κηδεμών της ελευθερίας των λαών και των εθνικοτήτων αυτών», να κηρύξει την έναρξη του αγώνα στα Βαλκάνια. Έτσι θα προωθηθεί η λύση του Ανατολικού Ζητήματος και θα παγιωθεί η ένωση της Ιταλίας. Παρόμοιο υπόμνημα υπέβαλε τότε και στο Βίκτορα Εμμανουήλ στο Τορίνο.
Τον Ιανουάριο του 1862 ξανασυναντά το Γαριβάλδη στην Caprera.
Την 1/13 Μαρτίου του 1862 σε μακρά επιστολή του προς το Γαριβάλδη από την Κέρκυρα του περιγράφει την κατάσταση στην Ελλάδα μετά το κίνημα του Ναυπλίου της 1/13 Φεβρουαρίου του έτους εκείνου. του χαρακτηρίζει τον Όθωνα «ισχυρογνώμονα σχολαστικό» και «προδότη, αν όχι από προμελέτη, βεβαίως όμως από πολύ μεγάλη ανικανότητα και βλακεία», και τον παροτρύνει να μη δώσει πίστη στις πληροφορίες του Τερτσέτη -που είναι μεν τίμιος, αλλά έπεσε στην παγίδα του Όθωνος-, και ενισχύσει τους κινηματίες του Ναυπλίου.
Στις 10 Μαΐου του 1862 φαίνεται ότι συναντήθηκε με το Γαριβάλδη στα λουτρά του Trescorre και λίγο αργότερα με το Βίκτορα Εμμανουήλ Β’ στο Τορίνο.5
Τέλος τον Ιούνιο του 1862 υπό την ιδιότητά του ως βουλευτής της Ιονίου Βουλής υποβάλλει μακρό υπόμνημα στο Βίκτορα Εμμανουήλ Β’ στο Τορίνο για το Επτανησιακό ζήτημα. Με το υπόμνημα αυτό ενημερώνει το βασιλέα της Ιταλίας για το θρυλούμενο σχέδιο της Αγγλικής διπλωματίας, στις παραμονές της έξωσης του Όθωνος, να ιδρύσει Ιόνιο Πριγκιπάτο υπό το δευτερότοκο γιο της Βικτορίας Αλφρέδο, σχέδιο που αποτελούσε ήδη κοινό μυστικό και αντικείμενο αρθρογραφίας στη δημοσιογραφία της Επτανήσου. Αυτό θα γινόταν με τροποποίηση του Συντάγματος του 1817, που όριζε ότι ο αρχηγός του κράτους έπρεπε να είναι Επτανήσιος εκλεγόμενος από την Προστασία. Εάν τυχόν τροποποιηθεί το Σύνταγμα από μια μεταρρυθμιστική πλειοψηφία της Βουλής, γράφει στο υπόμνημα, ώστε να επιτρέπεται και σε Άγγλο να γίνει αρχηγός του κράτους, αργότερα ο Αλφρέδος θα μπορεί να γίνει κληρονομικός βασιλέας της Ελλάδας. Θα γινόταν δηλ. έτσι καταστρατήγηση της συνθήκης που απαγόρευε την ανάρρηση στο θρόνο της Ελλάδας γόνου των βασιλικών οικογενειών Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας (πρωτόκολλο της 22 Ιανουαρίου / 3 Φεβρουαρίου 1830), γιατί ο Αλφρέδος θα παρουσιαζόταν πλέον όχι ως Άγγλος πρίγκιπας, αλλά ως ηγεμόνας του Ιονίου Πριγκιπάτου, δηλ. Ελληνικής επικράτειας.6 […]

Τελική αποτίμηση
Αυτά είναι τα δεδομένα -όσα τουλάχιστον έχω υπόψη μου εγώ- από την ελληνοϊταλική δράση του Λομβάρδου με τα κομιτάτα. Βέβαια όλες οι προσπάθειες των ελληνικών κομιτάτων με το Γαριβάλδη -όπως άλλωστε και των σλαβικών- ήταν εξ ολοκλήρου χιμαιρικές κι επιπόλαιες και δεν μπορούσε να έχουν κανένα αποτέλεσμα. Άλλωστε η αποτυχία του Γαριβάλδη στο Aspromonte στις 17/29 Αυγούστου 1862 εματαίωσε οριστικά τα χιμαιρικά αυτά σχέδια των κομιτάτων. Επιπλέον η έξωση του Όθωνος στις 10 Οκτωβρίου 1862 άλλαξε την κατάσταση για το Ελληνικό κράτος και για το προτεκτοράτο της Επτανήσου. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν πρέπει να ερευνήσουμε απ’ όλες τις πλευρές την πολιτική δραστηριότητα του Λομβάρδου πριν από την Ένωση. Και οι συγκεκριμένες ενέργειες του ηγέτη των νέων ριζοσπαστών που αναφέραμε παραπάνω δείχνουν ότι αυτός στη γενική του πολιτική για την ένωση της Επτανήσου για την πραγματοποίηση της Μεγάλης Ιδέας επροσπάθησε να συνδέσει το Επτανησιακό ζήτημα με το ενωτικό κίνημα της Ιταλίας και με τον εθνικό ήρωα του κινήματος αυτού Ιωσήφ Γαριβάλδη. Και αυτό αντίθετα προς τους δύο ηγέτες της Κεφαλονιάς, Ηλία Ζερβό-Ιακωβάτο κι Ιωσήφ Μομφερράτο[…].

*Φιλόλογος – Νεοελληνιστής
(Απόσπασμα από την ευρύτερη μελέτη «Ο Επτανησιακός Ριζοσπαστισμός (1848-1964) κι η σχέση του με τις Γαλλικές Επαναστάσεις του 1789 και 1848 και το Ιταλικό Risorgimento», δημοσιευμένη στα «Πρακτικά Β’ Συνεδρίου Επτανησιακού Πολιτισμού» (Λευκάδα 3-8 Σεπτ. 1984) της Εταιρείας Λευκαδικών Μελετών με θέμα «Πολιτισμικές επαφές στα Επτάνησα και αναμεταδόσεις στον υπόλοιπο Ελλαδικό χώρο, 16ος-20ος αι.», Αθήνα 1991, σσ. 337-373.)

ΣΗΜΕΙΏΣΕΙΣ:
1. Τα παραπάνω χωρία βλ. [Ιωσήφ Μομφερράτου], «Ο αγών των εθνικοτήτων και η Ελλάς», εφημ. Της Κεφαλονιάς «Ο Αληθής Ριζοσπάστης», φ. 1, 15/27 Σεπτ. 1862, σσ. 3α, 2γ αντίστοιχα.
2. Βλ. Ηλία Ζερβού-Ιακωβάτου «Αυτοβιογραφία» σ. 77-80 (με τη λέξη «αγυρτεία» υπαινίσσεται το Λομβάρδο και την ομάδα του και με το «μεταμφιεσμένον πατριωτισμόν» εννοεί τους πρώην «καταχθόνιους», που τώρα είχαν μεταμφιεσθεί σε πατριώτες).
3. Βλ. Ηλία Ζερβού – Ιακωβάτου «Αυτόθι», σ. 94-95. Πρβλ. επίσης σ. 104-109.
4. Βλ. Σπυρίδωνος Γ. Μαλάκη, «Απομνημονεύματα» επί της συγχρόνου ιστορίας κτλ., εν Αθήναις 1895, σ. 318-318, 325.
5. Βλ. Π. Χιώτου, «Ιστορία του Ιονίου Κράτους από συστάσεως αυτού μέχρι ενώσεως, έτη 1815-1864», τόμ. Β’, εν Ζακύνθο 1877, σ. 499-500, 512-526, 529, 538-543, 551, 556. Για την πολιτική δραστηριότητα του Λομβάρδου στην Ιταλία το 1861-1862 βλ. και Γεωργίου Θ. Ζώρα, «Επτανησιακά Μελετήματα», τόμ. Γ’, Θωμαζαίος και Επτανήσιοι (ανέκδοτος αλληλογραφία), Αθήναι 1966, σ. 381-400 (=επιστολές του Ιουλίου Τυπάλδου στο Θωμαζαίο της 24 Δεκεμ. 1861 και 5 Αυγ. 1862 από τη Ζάκυνθο κατά της «Γαριβαλδικής» πολιτικής του Λομβάρδου). Πρβλ. του ίδιου, «Ο Θωμαζαίος και η Οθωνική πολιτική κατά τον παρελθόντα αιώνα», «Επτανησιακά Μελετήματα», τομ. Δ’, Αθήναι 1969, σ. 161-196, ιδίως 163-168.
6. Το υπόμνημα αυτό προς το Βίκτορα Εμμανουήλ Β’ το έφερε στη δημοσιότητα από αντίγραφο που είχε στην κατοχή του -προφανώς από τα κατάλοιπα του Λομβάρδου- ο Στέφανος Ι. Παπαδάτος, στον τόμο «Χρονικά Ζακύνθου», Αθήναι 1964, σ. 243-255 (μετάφραση από τα ιταλικά της Λούλας Ι. Παπαδάτου).

Διπλωματικό παρασκήνιο κατά
την Ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα (1864)

Φ.Κ. ΒΩΡΟΣ*

Μια επετειακή εκδήλωση εκφράζει κατ’ αρχήν τη βούληση μιας κοινωνίας να μελετά τα βήματά της κατά το παρελθόν, να κρίνει τις πράξεις της, να κατανοεί καλύτερα τα ανθρώπινα κίνητρα που επικράτησαν κατά το παρελθόν και πιθανότατα ισχύουν για το παρόν, να γίνεται ωριμότερη για το μέλλον της.
Σε τέτοιες περιστάσεις εκφράζουμε τιμή σε κείνους που πρωτοστάτησαν σε ό,τι δεχόμαστε ως αγαθό αποτέλεσμα, εκφράζουμε ίσως και κατανόηση για άλλους, που ίσως νομίζουμε ότι πλανήθηκαν στο πρώτο συναπάντημα με την ιστορία.
Κυριότατα όμως σε τέτοιες περιπτώσεις επιχειρούμε γύμνασμα των συνειδήσεων στην αναζήτηση των κινήτρων της ανθρώπινης δράσης, τα οποία συνήθως κρύβονται πίσω από την επιφάνεια και τον κουρνιαχτό των γεγονότων, πίσω από τη λάμψη των τελετών. Και επειδή συχνά πίσω από την αυλαία της ιστορίας μπορεί το ερευνητικό βλέμμα να ανακαλύψει και σκουριασμένα εργαλεία και ματωμένα ρούχα, οι προσεγγίσεις στο εργαστήρι της Ιστορίας προϋποθέτουν:
• Νηφάλια σκέψη απροκάλυπτη
• Πρόθεση αντικειμενικότητας
• Αναζήτηση της πιο πειστικής τεκμηρίωσης

Η βρετανική «προστασία»
Με κάθε ευκαιρία η Βρετανία άπλωσε «προστατευτικά» την παρουσία της στα νησιά του ιονίου. Το 1809 κατέλαβε τη Ζάκυνθο και την Κεφαλονιά… Τελικά, με την πτώση του Ναπολέοντα, και λίγο μετά το Συνέδριο της Βιέννης (1815), με ειδική συνθήκη (24 Νοεμβρίου 1815) η Βρετανία αναλάμβανε την Προστασία των Επτανήσων.
Από το παρατηρητήριο αυτό των Επτανήσων η Βρετανία:
• Εποπτεύει την όλη οικονομική κίνηση στη Μεσόγειο, με προφανή αντιζηλία και προς την ελληνική ναυτιλία της εποχής.
• Παρεμβαίνει στις σχέσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τους υπηκόους της.
• Στην αρχή της Ελληνικής Επανάστασης (1821) αντιπράττει προς τους Έλληνες, ύστερα συμπράττει, για να προωθεί αγγλόφιλα αισθήματα και ληστρικά δάνεια (που επρόκειτο να δεσμεύσουν για πολλές δεκαετίες την ελληνική οικονομία και την πολιτική ζωή).
Μέσα σε αυτό το κλίμα και με αυτό το πνεύμα οι Άγγλοι οργάνωσαν την Ιόνιο πολιτεία, κράτος υπό βρετανική «Προστασία» (κατά το γράμμα της Συνθήκης του 1815). Στην πραγματικότητα επρόκειτο για Αγγλοκρατία στα Επτάνησα.
Όταν άρχιζε μέσα στ δύσκολες περιστάσεις τη σταδιοδρομία του το Ελληνικό Κράτος (1832) και διαμορφωνόταν των Ελλήνων η Μεγάλη Ιδέα (1844), εύλογο ήταν αυτό να ασκεί έλξη προς τους Επτανήσιους, αφού μάλιστα πολλοί Επτανήσιοι πρωτοστατούσαν στην οικοδόμηση του Νέου Ελληνικού Κράτους (Καποδίστριας, Μεταξάς…).
Και άρχισαν οι Επτανήσιοι να διαμορφώνουν το αίτημα για Ένωση με την ευρύτερη Ελληνική Πατρίδα. Το αίτημα κατά τη δεκαετία του 1840 έπαιρνε ολοένα:
• Ευρύτερο περιεχόμενο (κοινωνικό, πολιτικό, εθνικό).
• Μαχητική έκφραση (κυρίως το 1848-50). Αναφερόμαστε βέβαια στις μαχητικές εκδηλώσεις του Σταυρού (Σεπτέμβριος 1848) και στην εξέγερση της Σκάλας (1849) και στη διαμόρφωση αντιβρετανικών ή αντιπροστασιακών αισθημάτων στους κατοίκους των Ιονίων.
Η Προστάτρια δύναμη χρησιμοποίησε όπλα, κατέφυγε σε διώξεις, καταδίκες, απαγχονισμούς, εξορίες, εκλογικές νοθείες.
Και διαμορφώθηκαν τότε στα Ιόνια νησιά τρία κόμματα ή πολιτικά μορφώματα:
• Προστασιανοί (εκείνοι που ήθελαν ή ανέχονταν τη βρετανική Προστασία)
• Μεταρρυθμιστές
• Ριζοσπάστες
Οι τελευταίοι προωθούσαν θαρραλέα το αίτημα της Ένωσης και το διατύπωσαν επίσημα μέσα στην αίθουσα της Θ’ Βουλής της Ιονίου Πολιτείας (Κέρκυρα, 1850).

Πώς φτάνουμε στην Ένωση
Από κάποια χρονική στιγμή (μετά τον κριμαϊκό πόλεμο, 1854-57) η Βρετανία άρχισε να μελετά άλλους τρόπους υπεράσπισης των συμφερόντων της στον ελλαδικό και μεσογειακό χώρο. Η βρετανική διπλωματία λειτούργησε περίπου ως εξής:
Ένωση θέλετε; Ένωση να έχετε.
Σεις θα υποβάλετε ικετήριες επιστολές προς τη Βασίλισσά μας κι εμείς αντί να έχουμε βάση ελέγχου της Μεσογείου στην Κέρκυρα μπορούμε να μετακινηθούμε στην Αθήνα (Ήταν η προφανής σκέψη των Προστατών, όπως αποδείχθηκε από τις έπειτα πράξεις τους.).
Αρκεί να εκλέξετε σεις (Επτανήσιοι και λοιποί Έλληνες) βασιλιά άτομο αρεστό σε μας, που θα δείξει κατανόηση για τις επιδιώξεις μας.
Διατύπωσα πολύ απλουστευτικά αυτά που έγιναν με πολλή δεξιότητα και μεθοδικότητα της βρετανικής διπλωματίας.
Και καταγράφω στη συνέχεια και σχολιάζω αυτές τις ενέργειες, οι οποίες τεκμηριώνονται με βάση τις πηγές: Έγγραφα του Υπουργείου των Εξωτερικών, Πρακτικά του Βρετανικού Κοινοβουλίου.
1. Η βρετανική διπλωματία αναζητεί πρόσωπο αρεστό για το βασιλικό θρόνο στην Ελλάδα μετά την έξωση του Όθωνα (1862).
2. Διαπραγματεύεται με τους κηδεμόνες του νέου «υποψήφιου / αρεστού» τις απολαβές και τις υποχρεώσεις του.
3. Του εξασφαλίζει τρεις χορηγίες.
4. Όταν εκλέγεται βασιλιάς,
• Του ζητεί να υπογράψει ότι: Δε θα ασκεί πολεμική κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, γιατί αυτή είναι χρήσιμο ανάχωμα έναντι της Ρωσίας.
Άρα, όταν εκείνος αποδέχεται τον ελληνικό θρόνο, αποδέχεται ταυτόχρονα να απαρνηθεί την εθνική ιδεολογία των υπηκόων του, δηλαδή τη Μεγάλη Ιδέα, πριν τους συναντήσει, γιατί αυτό εξυπηρετεί τη βρετανική πολιτική. Και παράλληλα:
Η Προστάτρια Δύναμη παρακολουθεί προσεκτικά τις κινήσεις του, τη συμπεριφορά του. λέγει λ.χ. ο βρετανός συνομιλητής του Τρικούπη: «ότι τα πρώτα βήματα της νέας εν Ελλάδι Δυναστείας εγένοντο υπό τους αισιωτέρους οιωνούς… δια της ειρήνης… πολιτικής ην ο βασιλεύς διετύπωσεν εν τη Προκηρύξει του λέγων…». (Από την πρώτη εμφάνιση του Γεωργίου στην Ελληνική Βουλή).
Πραγματικά είχε πει ο Γεώργιος στη Βουλή: «ότι θα κάμει την Ελλάδα πρότυπον ελευθέρου Κράτους εν τη Ανατολή» (δια της ειρήνης). (Για απελευθέρωση αλυτρώτων: Θεσσαλίας, Ηπείρου, Μακεδονίας, Αιγαίου… ούτε λέξη).
• Του ζητεί να αναλάβει εκείνος τις οικονομικές υποχρεώσεις που είχε υπογράψει ο βρετανός αρμοστής προς την Ιονική Τράπεζα, προς τον Αυστριακό κλάδο της Εταιρείας Lloyd, προς την Εταιρεία Υγραερίου της Μάλτας και άλλους δικαιούχους.
• Του ζητεί να υπογράψει εκείνος για τη συνταξιοδότηση 26+26 βρετανών αξιωματούχων της Ιόνιας Πολιτείας, αφού αυτή η περιοχή επρόκειτο να ενσωματωθεί στο Ελληνικό Κράτος.
Με αυτές τις προϋποθέσεις (φανερές ή κρυφές) προωθήθηκε η Ένωση.

Το τραγικό σύμπτωμα
Και έχουμε τούτο το τραγικό σύμπτωμα: πρόσωπα που αποποιούνται ρόλους ή διαμαρτύρονται την ώρα της θεωρούμενης εθνικής επιτυχίας (την ώρα της Ένωσης), για την οποία είχαν αγωνιστεί:
• Οι κορυφαίοι Ριζοσπάστες (που είχαν γνωρίσει διώξεις, εξορίες, ταπεινώσεις) π.χ. ο Ζερβός, ο Ιωσήφ Μομφερράτος, αποποιούνται την Ένωση την ώρα που προσφέρεται ως δώρο! (ως έκφραση ευαρέσκειας της Βρετανίας για την εκλογή του Γεωργίου ως βασιλιά των Ελλήνων). Ιδιοτροπία; Μάλλον όχι. Ο Ζερβός ως εξόριστος στα Αντικύθηρα, «εις οικίαν υδροστάζουσαν εν καιρώ χειμώνος» είχε γράψει συνοπτικά την εκτίμησή του για τη Βρετανική Προστασία: «Όπου ο ξένος βασιλεύει όλα είναι ψεύδος και σκιά…»…
• Επίσης, ο Χαρίλαος Τρικούπης, ειδικός απεσταλμένος της ελληνικής Κυβέρνησης στο Λονδίνο για τις διαπραγματεύσεις τις σχετικές με την Επτάνησο, έγραφε με πικρία από εκεί στον Υπουργό του (Π. Δηλιγιάννη): «Παρετήρησα εις τον λόρδον Ρώσσελ (Russell) ότι αποστέλλουσά με εις Λονδίνον η Κυβέρνησις του Βασιλέως ηγνόει ότι δεν προσεκαλούμην ίνα λάβω μέρος εις τας περί Ενώσεως της Επτανήσου διαπραγματεύσεις αλλ’ απλώς ίνα δώσω την συναίνεσίν μου εις αποφάσεις ληφθείσας ήδη υπό των άλλων»…
[Το ίδιο σύμπτωμα σημείωσε το 1959 ο Μακάριος, όταν τον κάλεσαν στο Λονδίνο να υπογράψει ό,τι είχαν συμφωνήσει άλλοι λίγες μέρες νωρίτερα στη Ζυρίχη. Τυχαία ομοιότητα συμπεριφορών ή καθιερωμένη διπλωματική πρακτική;]
Όμως και χωρίς τη συμμετοχή του Τρικούπη υπογράφτηκε από την Αγγλία και τις άλλες Μεγάλες Δυνάμεις της τότε Ευρώπης συμφωνία που πρόβλεπε τερματισμό της Βρετανικής Προστασίας, πλουσιοπάροχη προικοδότηση του Γεωργίου.
Έπειτα υπογράφτηκε η δεσμευτική για το Γεώργιο (βλαπτική για τα ελληνικά συμφέροντα) Συνθήκη του Λονδίνου (Πρωτόκολλα της 4ης, 15ης και 24ης του Μάη 1863, παλαιό Ημερολόγιο), όπου καταγράφτηκαν αναλυτικά οι δεσμεύσεις -δουλείες, τις οποίες επωμιζόταν το ελληνικό δημόσιο. (Παράρτημα II)

Εύλογος προβληματισμός
Εύλογο είναι να αναρωτιόμαστε σήμερα:
• Σε ποια έκταση, ποιο βαθμό γνώριζαν τότε (οι Ριζοσπάστες και ο Τρικούπης) ή οσφραίνονταν όλα αυτά που γίνονταν στο παρασκήνιο.
• Πόσο ήταν ρομαντικοί στην αναζήτηση δικαιοσύνης οι αδιάλλακτοι Ριζοσπάστες (όπως οι Ζερβός, Μομφερράτος), που προτίμησαν να αναβάλουν την Ένωση, παρά να αποδεχτούν τη φενάκη της εκούσιας αποχώρησης της Αγγλίας.
• Πόσο ήταν ενδοτικοί ή ρεαλιστές εκείνοι που αποδέχτηκαν τα γενόμενα (Λομβάρδος και άλλοι).

Θετικές παρενέργειες της Ένωσης
Τούτο είναι βέβαιο:
α. Η ενσωμάτωση της Επτανήσου με την άλλη Ελλάδα το 1864 αποτέλεσε την πρώτη ικανοποίηση, έστω φαινομενικά, της πολιτικής της Μεγάλης Ιδέας.
β. Οι Επτανήσιοι έφεραν στην Κοινοβουλευτική ζωή της Ελλάδας την εμπειρία τους από αγώνες πολιτικούς, εθνικούς, κοινωνικούς. Δεν είναι τυχαίο ότι τα πρώτα βήματα του Κοινωνισμού (σοσιαλισμού) στην Ελλάδα συνδέονται με ονόματα Επτανησίων, όπως: του Π. Πανά, του Ρόκου Χοϊδά, του Δρακούλη, του Μαρίνου Αντύπα.
γ. Έφεραν μαζί τους στην ελλαδική κοινωνία μια πνευματική παράδοση, που εκφράζεται με ονόματα όπως ο Σπ. Ζαμπέλιος, ο Πέτρος Βράιλας Αρμένης, ο Παύλος Καλλιγάς και άλλοι.
δ. Έφεραν επίσης μια λαμπρή και επιβλητική ποιητική κληρονομιά (με κορυφαίο όνομα το Σολωμό) και ώριμο το αίτημα για αναγνώριση της δημοτικής γλώσσας ως μέσου σκέψης και έκφρασης των Νεοελλήνων.
Δεν είναι τυχαίο ότι για πρώτη φορά σε ακαδημαϊκή εκδήλωση στον ελλαδικό χώρο έγινε επίσημα δεκτή από πανεπιστημιακές αρχές η επιλογή του Αρ. Βαλαωρίτη, ο οποίος είχε δηλώσει ότι δέχεται να είναι ομιλητής στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου μόνο με γλωσσική έκφραση δημοτική.

*Δρ. Φιλοσοφίας, επίτ. Σύμβουλος Παιδαγ. Ινστιτούτου

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
Παράστημα Ι: Πρωτογενές υλικό τεκμηρίωσης και βιβλιογραφικής στήριξης:
1. Υπουργείο των Εξωτερικών: Έγγραφα Επίσημα επί του Επτανησιακού Ζητήματος. Διαπραγματεύσεις.
Περιλαμβάνει:
α. Αλληλογραφία του Έλληνα Πληρεξουσίου Χαριλάου Τρικούπη προς τον αρμόδιο Υπουργό επί των Εξωτερικών (Π. Δηλιγιάννη) και Οδηγίες του δευτέρου προς τον πρώτο.
β. Κείμενα των συνθηκών ανάμεσα στις Ευρωπαϊκές Δυνάμεις (που είχαν εγγυηθεί την Προστασία της Αγγλίας επί των Επτανήσων το 1815) και τον Βασιλέα των Ελλήνων.
2. Γεωργίου Φιλάρετου, «Ξενοκρατία και Βασιλεία εν Ελλάδι».
3. Γεωργίου Ρούσου, «Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας (1826-1974)», τόμ. 4ος.
4. Γιάννη Κορδάτου, «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τόμος XII (1862-1900).
5. Γιώργου Μοσχόπουλου, «Ιστορία της Κεφαλονιάς» (ο β’ τόμος).
6. Νίκος Μοσχονά, «Το Ιόνιον Κράτος» και άλλες σελίδες στην «Ιστορία του Νεοελληνικού Έθνους», τ. ΙΓ’ (σελ. 202-217, 222, 225-37, 233-35).
7. Ελένης Κούκου, «Ιστορία των Επτανήσων», (1797 ως την Αγγλοκρατία).

Παράρτημα II: Υπουργείο Εξωτερικών Έγγραφα επίσημα επί του Επτανησιακού Ζητήματος: Διαπραγματεύσεις.
1. Τηλεγράφημα (από το Λονδίνο) «Προς τον εν Αθήναις πρέσβυν της Αγγλίας» (13/25 Οκτωβρίου 1863), για να στείλει η Ελληνική Κυβέρνηση Πληρεξούσιο στο Λονδίνο.
2. Τηλεγράφημα: από Π. Δηλιγιάννη (Υπ. Εξωτερικών) προς τον Χαρίλαο Τρικούπην (1/13 Νοεμβρίου 1863) (Γενικές Οδηγίες).
3. Δηλιγιάννης προς Τρικούπην (13/25 Νοεμβρίου 1963): «Απαίσιαι φήμαι… προς ουδετέρωσιν των νήσων και των υδάτων… κατεδάφισιν των φρουρίων… μη υπογράψητε» (δις).
4. Αριθμ. Εγγρ. 6, σελ. 7-9: Συνθήκη υπογραφείσα εν Λονδίνω την 14 Νο 1863 (συνημμένη φωτοτυπία εκ 3 σελίδων).
5. Δηλιγιάννης προς Τρικούπην, εις Λονδίνον (19 Ν. / 1 Δεκ. 1863): «Το κείμενον της συνθήκης όπερ επροξένησεν λυπηράν και ανέκφραστον εντύπωσιν ενταύθα και εις Επτάνησον».
6. Δηλιγιάννης προς Τρικούπην (21 Ν. / 3 Δεκ. 1863): «οδυνηράν εντύπωσιν».
7. Αριθμ. Εγγρ. 10 (σελ. 18) στις 13 Ν. / 25 Ν. 1863: Τρικούπης προς Δηλιγιάννην: «Παρετήρησα εις τον λόρδον Russell (Υπ. Εξ.) ότι αποστέλλουσά με εις Λονδίνον ως Πληρεξούσιον η Κυβέρνησις του Βασιλέως ηγνόη ότι δεν προσεκαλούμην ίνα λάβω μέρος εις τας περί Ενώσεως της Επτανήσου διαπραγματεύσεις αλλ’ απλώς ίνα δώσω την συναίνεσίν μου εις αποφάσεις ληφθείσας ήδη υπό των άλλων»…
8. Τρικούπης προς Δηλιγιάννην την 9/21 Δεκ. 1863 (αριθμ. Εγγρ. 8, σελ. 14-16): Ο λόρδος Russell εξέφρασε την ευχαρίστησίν του επί τω ότι τα πρώτα βήματα της νέας εν Ελλάδι δυναστείας εγένοντο υπό τους αισιωτέρους οιωνούς… (περί) πραγματοποιήσεως της Μεγάλης Ιδέας, δια της ειρήνης… πολιτικής ην ο βασιλεύς διετύπωσεν εν τη Προκηρύξει του λέγων ότι θα κάμη την Ελλάδα πρότυπον ελευθέρου Κράτους εν τη Ανατολή.
9. Η δε ρηθείσα Ιόνιος Βουλή δι’ ομοφώνου Ψηφίσματος της 7/19 Οκτ. 1863 εξέφρασε την επιθυμίαν ταύτην (αποδοχή της Ένωσης).

Παράρτημα III: Σύνοψη του διπλωματικού παρασκηνίου για την Ένωση της Επτανήσου και την εκλογή «αρεστού» για τους Βρετανούς βασιλιά.
Διαδικασία και ουσία της τελικής φάσης προς την Ένωση.
• 5 Μαΐου 1858 προτείνεται η υποβολή ικετηρίου Υπομνήματος προς τη βασίλισσα της Αγγλίας. Υποστηρίζεται από το Λομβάρδο, αποκρούεται από άλλους και τους: Ζερβό – Μομφερράτο.
• Διάσπαση των Ριζοσπαστών: Οι παλαιοί αγωνιστές εμμένουν στην επιδίωξη στόχων εθνικών, κοινωνικών, δημοκρατικών.
• 22 Μαΐου / 3 Ιουνίου 1858 η Βουλή αποδοκιμάζει τις φήμες περί αποικιοποίησης της Κέρκυρας / απελευθέρωσης των άλλων νησιών.
• Οκτώβριος του 1862 έξωση του Όθωνα, που είχε υιοθετήσει τη Μεγάλη Ιδέα, άρα διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, άρα ήταν ενοχλητικός για τη βρετανική πολιτική.
• Το Νοέμβριο του 1862 (η βρετανική διπλωματία) διαβιβάζει στον έκτακτο απεσταλμένο Χαρίλαο Τρικούπη, ότι η Βρετανία θα μπορούσε να αφήσει τα νησιά στην Ελλάδα, αν αυτή δεχόταν βασιλιά αρεστό στους Άγγλους.
• Έτσι οι Άγγλοι επιδίωκαν και στην Ελλάδα να έχουν τον άνθρωπό τους και την ακεραιότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας να συντηρούν, γιατί έτσι συντηρούσαν ένα ανάχωμα έναντι της Ρωσίας.
• Και άρχισαν να αναζητούν τον άνθρωπο που θα προωθούσαν εδώ ως βασιλιά για τα δικά τους συμφέροντα. Ο κλήρος έπεσε στον πρίγκιπα της Δανίας Γεώργιο Glucksburg.
• Σύμφωνα, λοιπόν, με τις φανερές ρήτρες της επίσημης συνθήκης (μεταξύ Αγγλίας – Γαλλίας – Ρωσίας) ο Γεώργιος απολάμβανε τα ακόλουθα προνόμια:
α. Βασιλική χορηγία από την Ελληνική Πολιτεία, τη νέα πατρίδα.
β. Πρόσθετη χορηγία 10.000 στερλινών το χρόνο από τα δημόσια έσοδα της Επτανήσου.
γ. Άλλη πρόσθετη χορηγία 12.000 στερλινών το χρόνο από τις τρεις Προστάτιδες Δυνάμεις από χρήματα που εισέπρατταν από την Ελλάδα.
(Δηλαδή: τρεις χορηγίες, όλες με χρήματα Ελλήνων.)
• Επίσης Σύμφωνα με τις φανερές ρήτρες αναλάμβανε υποχρεώσεις:
α. όποιες δεσμεύσεις οικονομικές άφηνε η Αγγλία στα Ιόνια νησιά (έναντι του Αυστριακού Lloyd, έναντι της Ιονικής Τράπεζας, έναντι…) εις βάρος του Ελληνικού δημοσίου.
β. Συνταξιοδότηση βρετανών αξιωματούχων που αποχώρησαν, αφού έληξε η Προστασία.
γ. Αποζημιώσεις έναντι άλλων που αποχωρούσαν λόγω τερματισμού της Προστασίας.
• Και σύμφωνα με τις μυστικές αγγλοδανικές διαπραγματεύσεις ο Γεώργιος δεσμευόταν να μην αφήνει να εκδηλωθεί από ελληνική πλευρά οποιαδήποτε παρενόχληση κατά τη Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, άρα είχε δεσμεύσει την εθνική ιδεολογία του λαού του πριν έρθει εδώ. Κατά τα άλλα, επίσημο έμβλημα του βασιλιά ήταν: «Ισχύς μου η αγάπη του λαού μου»!…
Επειδή αυτά τα συγκλονιστικά στοιχεία ηχούν ή κάποτε ηχούσαν ως λόγοι αντιδυναστικής πολιτική, χρήσιμο φαίνεται να θυμίζουμε τα σχετικά τεκμήρια:
α. Για τις βασιλικές χορηγίες και τις συντάξεις μιλούν εύγλωττα τα επίσημα κείμενα, δημοσιευμένα σε ειδικό τόμο του Υπουργείου των Εξωτερικών με τίτλο: Έγγραφα επίσημα επί του Επτανησιακού Ζητήματος (1864).
β. Για τις μυστικές δεσμεύσεις: Έχουμε τα επίσημα κείμενα του Βρετανικού Κοινοβουλίου, που ανακάλυψε και δημοσίευσε ο Γεώργιος Φιλάρετος. Ευρεία ανάλυση των συζητήσεων που έγιναν στο Βρετανικό Κοινοβούλιο μπορεί κανείς να βρει στο: Γεωργίου Ρούσου «Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας» (1826-1964) τ. Δ’ σελ. 101-136.
Για την αποδοχή της εγκυρότητας αυτών των στοιχείων σας μεταφέρω τι γράφει ένας υπερασπιστής της βασιλικής οικογένειας, ο Σπύρος Μαρκεζίνης. Στην «Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος» (Α’ 301-302) σχολιάζει τα περί δεσμεύσεων του Γεωργίου ανώδυνα για το νεαρό βασιλιά, αλλά επιβεβαιωτικά ως προς το περιεχόμενο:
«Η αγγλική πολιτική δια της εκλογής του Γεωργίου είχε επιτύχει πολλούς από τους αντικειμενικούς στόχους της… (και) είναι βέβαιο ότι ο Γεώργιος Α’ είχε πάντοτε πρόθεσιν να ακολουθήσει εντελώς διάφορον πολιτική από εκείνην του Όθωνος. Ήθελε την ειρήνην αντί παντός άλλου. Είναι όμως δύσκολον να αποφανθή κανείς από ποίου σημείου ήρχιζε πράγματι η δική του πολιτική και πού ετερματίζοντο αι έστω ανεπισήμως αναληφθείσα έναντι των κηδεμόνων του υποχρεώσεις, αι οποίαι κατά κάποιον τρόπον τον εδέσμευον…».

Ριζοσπαστισμός: Ο «εσωτερικός αγώνας»

ΠΕΤΡΟΣ ΠΕΤΡΑΤΟΣ*

Είναι αλήθεια πως κάθε κίνημα και κάθε ιδεολογία δεν είναι φαινόμενα στατικά και αμετάβλητα. Αντίθετα, εμπεριέχουν μια δυναμική και γι’ αυτό ακριβώς ανανεώνονται και εμπλουτίζονται ή αλλοιώνονται και απονεκρώνονται, ανάλογα με τις απαιτήσεις των καιρών και το συσχετισμό των κοινωνικών δυνάμεων της εποχής, ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία των ηγετών τους και το δυναμισμό ή το συμβιβασμό του λαϊκού παράγοντα.
Ωστόσο, για το κάθε κίνημα και την καθεμιά ιδεολογία υπάρχει ο βασικός πυρήνας αρχών και επιδιώξεών τους. Και τούτος ο πυρήνας έχει κατοχυρωθεί ιστορικά μέσα από επίσημα κείμενα και πρακτικές ενέργειες. γι’ αυτό δεν είναι εύκολο να αποσιωπηθεί ή διαστρεβλωθεί. Αντίθετα, γίνεται σημείο αναφοράς και σύγκρισης για κάθε φάση ή τάση ή απόκλιση του κινήματος ή της ιδεολογίας -μαζί, βέβαια, με τις όποιες διαφορετικές ερμηνείες του πυρήνα αυτού.
Όλα τα παραπάνω μπορούν άριστα να «εφαρμοστούν» στο ριζοσπαστικό κίνημα που γεννήθηκε κι αναπτύχθηκε πρώτα στην Κεφαλονιά κι αργότερα στα υπόλοιπα Ιόνια νησιά κατά την περίοδο της Αγγλοκρατίας.1

Το περιεχόμενο του Ριζοσπαστισμού
Ο Ριζοσπαστισμός υπήρξε κίνημα εθνικοαπελευθερωτικό και ταυτόχρονα αστικοδημοκρατικό. Άλλωστε, ο λόγος των Ριζοσπαστών, όπως αυτός αποτυπώθηκε στις ριζοσπαστικές εφημερίδες της εποχής εκείνης, φαίνεται επηρεασμένος από τη Γαλλική Φεβρουαρινή επανάσταση του 1848, την ουτοπιστική σοσιαλιστική ιδεολογία του Saint-Simon, τις καινοκτημονικές θεωρίες του Proudhon και τις θέσεις του Ιταλού πολιτικού και στοχαστή του Risorgimento, του Mazzini.2
«Η παύσις της Προστασίας», υποστήριζε ο ριζοσπάστης ηγέτης Ηλίας Ζερβός – Ιακωβάτος (εφ. «Ο Φιλελεύθερος», φ. 8, 22-7-1850), «η ένωσις της Επτανήσου μετά της Ελλάδος και η ανέγερσις δημοκρατικής πολιτείας είναι αρχαί, αίτινες πραγματοποιούμεναι ουδέν κενόν αφήνουν». Και διευκρίνιζε ο Ιωσήφ Μομφερράτος, η άλλη ισάξια ηγετική μορφή του κινήματος: «Εθνικότης ελευθέρα και ανεξάρτητος, κυριαρχία του λαού πλήρης, ιδού το σημείον της αναχωρήσεώς μας, ιδού η βάσις και το θεμέλιον της ενεργείας μας, ιδού ο αρχικός σκοπός μας.
Εν ελλείψει της συνυπάρξεως και της ακεραιότητας των όρων τούτων εις τας κοινωνίας, ούτε ιδίαν και ζώσαν προσωπικότητα, ούτε ιδίαν και ελευθέραν θέλησιν δυνάμεθα εις αυτάς γα εννοήσωμεv» (εφ. «Αναγέννησις», φ. 21, 23-6-1851).
Το αίτημα, λοιπόν, της εθνικής ανεξαρτησίας ο Ριζοσπαστισμός το συνδύαζε με εκείνο της λειτουργίας δημοκρατικού πολιτεύματος. Γι’ αυτό και ενέτασσε τον αγώνα για την ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα στο παραπάνω πλαίσιο αιτημάτων και διεκδικήσεων. Διαφορετικά, θεωρούσε την ένωση «κήρυγμα μονομερές και αντιπατριωτικόν», που εξυπηρετούσε μόνο τα συμφέροντα της αγγλικής πολιτικής και διπλωματίας. Ακριβώς εδώ βρίσκεται το κύριο σημείο της διαφωνίας, της ρήξης και της διάσπασης του ριζοσπαστικού κινήματος, αυτό ήταν το πεδίο του «εσωτερικού αγώνα» του Ριζοσπαστισμού.

Από το Ριζοσπαστισμό στον Ενωτισμό
Η εξάπλωση του Ριζοσπαστισμού θορύβησε, ιδιαίτερα μετά την επιτυχία του στις πρώτες ελεύθερες εκλογές του 1850, την «Προστασία» και τα ιόνια όργανά της, γι’ αυτό κατέβαλαν κάθε προσπάθεια, για να αποκεφαλίσουν το κίνημα, να τρομοκρατήσουν το λαό, να σκορπίσουν τη σύγχυση. Με το κλείσιμο των ριζοσπαστικών εφημερίδων και την πεντάχρονη εξορία (Οκτ. 1851 – Φεβρ. 1857) των ηγετών Ηλ. Ζερβού – Ιακωβάτου και Ιωσ. Μομφερράτου δημιουργήθηκε σοβαρό κενό ηγεσίας. Έτσι, το κέντρο του κινήματος μετατοπίστηκε από την Κεφαλονιά στη Ζάκυνθο με την ανάδειξη και προώθηση του Ζακυνθινού Κωνσταντίνου Λομβάρδου.
Ο τελευταίος αλλοίωσε τα ριζοσπαστικά οράματα και αφυδάτωσε το αίτημα της Ένωσης, αφού εξοβέλισε το δημοκρατικό -κοινωνικό περιεχόμενο του κινήματος. Δημιούργησε μια άλλη τάση μες στο Ριζοσπαστισμό που έγινε πλειοψηφούσα και οδήγησε στην Ένωση μέσα από πολιτικά παιχνίδια και διπλωματικές διεργασίες, μακριά από τους άμεσα ενδιαφερόμενους, τους πολίτες των Ιόνιων νησιών. Ο Κ. Λομβάρδος και οι ομοϊδεάτες του αυτοαποκαλούνταν Ριζοσπάστες, αλλά δεν τους αποδέχονταν οι «παλαιοί», ο Ηλ. Ζερβός – Ιακωβάτος και ο Ιωσ. Μομφερράτος. Για τους τελευταίους οι πρώτοι ήταν «ψευδοριζοσπάστες» ή «νεοφώτιστοι ενωτιστές» κάποτε και «νεοφώτιστοι Ριζοσπάστες», κατά μία έκφραση του Ηλ. Ζερβού – Ιακωβάτου.
Ο «εσωτερικός αγώνας» λοιπόν έχει ξεκινήσει (από το 1858 που έγινε φανερός) και συνεχίστηκε οξύτατος μέχρι την Ένωση.

Ο «κομμουνιστής» Ιωσήφ Μομφερράτος
Ας παρακολουθήσουμε κάποια ενδιαφέροντα επεισόδια.
Ο Κ. Λομβάρδος σε ανοιχτή επιστολή του προς τον Ιωσ. Μομφερράτο στις 28 Ιουλίου 18583 ισχυρίζεται ότι ο Ριζοσπαστισμός δεν ήταν ποτέ κίνημα με «Κοινωνιστικό» περιεχόμενο: «Πότε, φίλτατε Ιωσήφ, ο λαός της Επτανήσου συνεταύτισε το ζήτημα της εθνικής αποκαταστάσεως μετά του ζητήματος της εφαρμογής της δημοκρατίας εις το πολίτευμα και του κοινωνισμού ή κομμουνισμού εις την πολιτείαv;».4 Η παρέκκλιση είναι προφανής.
Όταν, τον επόμενο χρόνο, ο Κεφαλονίτης Ριζοσπάστης σε εκτενές άρθρο του (εφ. «Αναγέννησις», φ. 59, 16-5-1859) θα εκθέσει το δημοκρατικό και κοινωνικό περιεχόμενο του ριζοσπαστισμού, ο Κ. Λομβάρδος θα απαντήσει γράφοντας ανάμεσα στ’ άλλα, με ύφος υπεροπτικό και ειρωνικό: «Αν τινές -και δεν θέλομεν παύσει επαναλαμβάνοντές το- δύο ή τρεις εν Κεφαλληνία σοσιαλισταί ή κομμουνισταί αποκαλούνται ριζοσπάσται, δεν έπεται εκ τούτου ότι όσοι αποκαλούνται ριζοσπάσται είναι δια τούτο σοσιαλισταί ή κομμουνισταί» (εφ. «Η Φωνή του Ιονίου», φ. 50, 5-6-1859).
Με τέτοιες φραστικές επιθέσεις πασχίζει ο ενωτιστής Κ. Λομβάρδος να εξοντώσει πολιτικά τον παλαίμαχο ηγέτη Μομφερράτο εκμεταλλευόμενος αριστοτεχνικά το σύνδρομο της κομμουνιστικής φοβίας, αφού τον καταγγέλλει ως… κομμουνιστή.5 Ο ίδιος, βέβαια, ο Ιωσ. Μομφερράτος ποτέ δε χρησιμοποίησε αυτό τον όρο για τον εαυτό του και τους ομοϊδεάτες του, αν και γνώριζε τη σημασία του. Κατηγορούνται επίσης από τον Κ. Λομβάρδο οι συνεπείς, οι γνήσιοι Ριζοσπάστες ότι με την αδιαλλαξία τους οδηγούν τον ενωτικό αγώνα σε αδιέξοδο, ότι δεν είναι ρεαλιστές. Εκείνοι, όμως, σταθερά και επίμονα υποστηρίζουν ότι «οι νέοι δογματολόγοι [= οι Ενωτιστές του Κ. Λομβάρδου] κολοβώσαντες τον ριζοσπαστισμόv κατά τας ουσιώδεις αυτού αρχάς, την ελευθερίαν και ιστοπολιτείαν και ορίσαντες αυτώ κύκλον τινά, κατά πολύ περιορισμένον εις την ενέργειάν του, λέγουσιν εν και μόνον οφείλει ο ριζοσπαστισμός να φωνάζη: Ένωσιν, ένωσιν και μηδέν άλλο» (εφ. «Αλήθεια», φ. 12, 14-12-1861).

Ηλ. Ζερβός-Ιακωβάτος: όχι στην «αγυρτεία»
Αυτήν ακριβώς τη γραμμή της Ένωσης χωρίς το δημοκρατικό κοινωνικό περιεχόμενό της έχει χαράξει ο Κ. Λομβάρδος. Στην Ένωση προσανατολίζεται και η αγγλική διπλωματία, μετά την αποτυχία της αποστολής του Γλάδστωνα στα Επτάνησα (1859), συνδυάζοντάς την με την έξωση του Όθωνα από τον ελληνικό θρόνο και την αντικατάστασή του με νέο βασιλιά, πειθήνιο όργανό της. Οι γνήσιοι, βέβαια, Ριζοσπάστες έγκαιρα αντιλήφθηκαν τους στόχους της αγγλικής πολιτικής. Διείδαν τους κινδύνους για την Ελλάδα από την αγγλική διπλωματία και ραδιουργία.
«Αγυρτεία» ονόμασε ο Ηλ. Ζερβός – Ιακωβάτος την παραπάνω πολιτική της Αγγλίας απέναντι στα Επτάνησα αλλά και στο ελληνικό κράτος. Και την «οδόν της αγυρτείας» ακολούθησε ο «νεοφώτιστος Ριζοσπάστης» Κ. Λομβάρδος, ο οποίος, νοθεύοντας τις αρχές του ριζοσπαστισμού, υπήρξε ο κύριος υπεύθυνος της «στρεβλής Ενώσεως», και παραμένοντας «πιστός εις την αγυρτείαν και την ξενολατρείαν», μετατράπηκε σε «Εφιάλτην του ενωτικού ζητήματος», σύμφωνα με το Ζερβό – Ιακωβάτο.6
Είναι προφανές ότι η ρήξη ανάμεσα στους πρωτοπόρους γνήσιους Ριζοσπάστες και στους μεταγενέστερους «νεοφώτιστους ενωτιστές» είναι αγεφύρωτη. Ο «εσωτερικός αγώνας» έχει φθάσει στο ανώτατο σημείο του. Στη 13η Ιόνια Βουλή όλοι, Καταχθόνιοι, Μεταρρυθμιστές και Ενωτιστές ψήφισαν (29 Σεπτεμβρίου 1863) την Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα. Όμως, οι Ριζοσπάστες Ηλίας Ζερβός – Ιακωβάτος και Ιωσήφ Μομφερράτος -αυτοί που αγωνίστηκαν και μάτωσαν για την Ένωση- δεν ήταν εκεί. Απουσίαζαν συνειδητά. Είχαν αρνηθεί να θέσουν υποψηφιότητα για μια Βουλή, η οποία θα συνερχόταν, για να επισημοποιήσει την «καταχθόνια» βρετανόπνευστη ένωση.7 Έτσι, αρνήθηκαν να υπογράψουν μια ένωση «που υπαγορεύτηκε από πολιτικές ιδιοτέλειες και σκοπιμότητες της αυτόκλητης αγγλικής «Προστασίας» και χορηγήθηκε όχι ως αναφαίρετο και απαράγραπτο δικαίωμα του επτανησιακού λαού, αλλά ως ικεσία προς την Αγγλίδα άνασσα Βικτωρία».8
Ωστόσο, η Ένωση πραγματοποιήθηκε. Στις 21 Μαΐου 1864 τα νησιά του Ιονίου γίνονταν τμήμα του ελληνικού κράτους και όλοι γιορτάζουν, ενώ υποστέλλεται η αγγλική σημαία, ανυψώνεται η ελληνική και συγχρόνως αποχωρούν οι αγγλικές αρχές κατοχής.
Από τους πανηγυρισμούς, όμως, των «νεοφώτιστων ριζοσπαστών -ενωτιστών» και του ανυποψίαστου κόσμου απουσιάζουν οι κορυφαίοι ηγέτες και μάρτυρες του ριζοσπαστικού αγώνα, ο Ηλίας Ζερβός – Ιακωβάτος και ο Ιωσήφ Μομφερράτος. Απουσιάζουν συνειδητά και προκλητικά από αυτό το προσκλητήριο. «Ο ένας μένει κλεισμένος στο σπίτι του, αρνούμενος να συμμεριστεί αυτό το εθνικό μεθύσι, για να αυτοσυγκεντρωθεί. Κι ο άλλος παρακολουθεί τις εκδηλώσεις πίσω από μια μισόκλειστη «γρίλια», με την καρδιά σφιγμένη».9

Επιλογικά
Με την καρδιά σφιγμένη είδαν οι πρωτοπόροι Ριζοσπάστες την κατάληξη του αγώνα τους, ενός αγώνα μεγαλειώδους και «πολυστένακτου».
Εμείς σήμερα με τη σκέψη ανοιχτή και καθαρό το νου οφείλουμε, με σοβαρότητα και υπευθυνότητα, να σκύψουμε πάνω από το Λόγο και την Πράξη των προγόνων μας. Χωρίς ισοπεδωτικές τάσεις, χωρίς προσκρούστειες λογικές, χωρίς «πατριωτικές κορώνες», αλλά με φρόνηση και επιστημονικότητα οφείλουμε να μελετήσουμε σε όλο του το ξετύλιγμα το ριζοσπαστικό κίνημα (: πώς ξεκίνησε, γιατί ξεκίνησε -πώς πορεύτηκε, γιατί πορεύτηκε έτσι -πού κατέληξε, γιατί κατέληξε έτσι), ώστε πιο στέρεα και αληθινά να μπορέσουμε να βηματίσουμε σήμερα,(10) ώστε πιο σίγουρα και σταθερά να προσπαθήσουμε να οργανώσουμε το αύριο.

*Φιλόλογος Ιστορικός ερευνητής

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Όλα τα παραπάνω, επίσης μπορούν να «εφαρμοστούν» και στα νεότερα και σύγχρονα κινήματα, στις σημερινές ιδεολογίες και πολιτικές. Γι’ αυτό, διαβάζοντας τούτο το κείμενο, η σκέψη μας δεν πρέπει αποκλειστικά να σταθεί στο παρελθόν. Το παρελθόν θα μας βοηθήσει -τηρουμένων των αναλογιών- να δούμε το παρόν και να διακρίνουμε το μέλλον.
2. Βλ. Σπύρος Λουκάτος, «Τα οράματα των Ριζοσπαστών», στο ένθετο «Επτά Ημέρες» της «Καθημερινής» 30-5-1999, σ.9.
3. Βλ. την επιστολή στο Ντ. Κονόμος, «Ανέκδοτα γράμματα του Κων. Λομβάρδου στον Ιωσήφ Μομφερράτο. (Συμβολή στην ιστορία του Επτανησιακού Ριζοσπαστισμού)», στο περ. Επτανησιακά Φύλλα, τόμο ΙΔ’, τεύχ. 3 (1988), σσ. 156-161.
4. Είναι ίσως η πρώτη φορά που αναφέρεται στα ελληνικά ο όρος «κομμουνισμός» -κάτι που έχει επισημάνει ο Γιώργος Αλισανδράτος, «Ο Επτανησιακός Ριζοσπαστισμός (1848-1864) και η σχέση του με τις Γαλλικές Επαναστάσεις του 1789 και 1848 και το Ιταλικό Risorgimento», Πρακτικά Β’ Συνεδρίου Επτανησιακού Πολιτισμού (Λευκάδα 3-8 Σεπτ. 1984), Αθήνα 1991, σσ. 353-357. Βλ. επίσης σχετικά με το θέμα αυτό Γ. Αλισανδράτος, Ανέκδοτα γράμματα του Ν. Κονεμένου στον Α. Λασκαράτο (1860, 1861, 1863), εκδ. Εταιρείας Κεφαλληνιακών Ιστορικών Ερευνών, Αθήνα 1996, σσ. 63-66.
5. Από τότε, φαίνεται, γινόταν χρήση αυτής της φοβίας προκειμένου να αποστασιοποιήσουν τον απλό λαό από τον κοινωνικό αγώνα.
6. Αυτές τις απόψεις -εκτιμήσεις διατυπώνει ο Ηλ. Ζερβός – Ιακωβάτος στα ανέκδοτα έργα του «Το Ενωτικόν ζήτημα και η αγυρτεία αποκαλυπτόμενα» (1879) και «Ο εν Ζακύνθω Ριζοσπαστισμός» (1888). Γι’ αυτά βλ. Γιώργος Αλισανδράτος, «Δυο ανέκδοτα έργα του Ηλ. Ζερβού – Ιακωβάτου για τον Επτανησιακό Ριζοσπαστισμό. (Συνοπτική έκθεση των περιεχομένων τους)», περ. Κυμοθόη, τεύχ. 4, Ιούνιος 1994, Αργοστόλι, σσ. 7-30.
7. Έχει κεφαλαιώδη σημασία η μελέτη ολόκληρου του παρασκηνίου και προσκήνιου των διπλωματικών και πολιτικών ενεργειών όλων των πλευρών (αγγλικών, ελληνικών και ιόνιων), ώστε να κατανοήσουμε το περιεχόμενο της συγκεκριμένης Ένωσης, ώστε να γνωρίζουμε εμείς σήμερα τι γιορτάζουμε και για ποια Ένωση μιλούμε.
8. Σπύρος Λουκάτος, «Αξιολογική θεώρηση και ιστορική αποτίμηση του εθνικο-ενωτικού ριζοσπαστικού κινήματος στα αγγλοκρατούμενα Επτάνησα», περ. Κυμοθόη, τεύχ. 1, Δεκ. 1991, Αργοστόλι, σ. 13.
9. Αγγελο-Διονύσης Δεμπόνος, Η Κεφαλονιά στον αστερισμό της Παρθένου, εκδ. ΤΕΔΚ Κεφαλονιάς – Ιθάκης, Αργοστόλι 1997, σ. 53,
10. Άλλωστε και η σύγχρονη εποχή παρουσιάζει ανάλογα φαινόμενα και γεγονότα.

Η Ένωση ως εθνική επανίδρυση

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ Κ. ΚΟΣΚΙΝΑΣ

Οι επετειακοί εορτασμοί υπήρξαν ανέκαθεν τρόπος εκλεπτυσμού, αν όχι διαστροφής, των πραγματικών νοημάτων, τόπος προνομιακής εποικοδόμησης μίας «ιστορίας» που όφειλε να δικαιώνει πρωθύστερα κυρίαρχες πολιτικές. τούτο οι κερκυραίοι της μακραίωνης παράδοσης του βενετικού τελετουργικού δύνανται πλήρως να το κατανοήσουν. Στην περίπτωση της Ενώσεως, η ιδιαιτερότητα έγκειται στο ότι οι κοινώς αποδεκτοί ιδεολογικοί «τόποι» που συνοδεύουν αναπόσπαστα την 21η Μαΐου, νομιμοποιούν θεωρήσεις απότοκες μίας γενικότερης ιδεολογικής παθολογίας, που κατατρώγει και ταλανίζει το έθνος.

Η Ένωση ως «προσάρτηση»
Η κρατούσα εθνική ιδεολογία, υιοθετώντας τη γλαφυρή περιγραφή της Ενώσεως «της Επτανήσου με τη Μητέρα Ελλάδα», και τούτο ένθεν κακείθεν του Ιονίου, την όρισε ουσιαστικά ως προσάρτηση εθνικού εδάφους στο μονιστικά θεωρούμενο ελληνικό κράτος. Το γεγονός της ύπαρξης ιονικού, άρα ελληνικού, κράτους και ουχί γυμνού εδάφους από την άλλη πλευρά, το οποίο απέκλειε κατά νομική ακριβολογία την αντίληψη της προσάρτησης (annexation), διεγράφη παντελώς από την «προστατευόμενη» εθνική συνείδηση ή ταυτίστηκε με μία θλιβερή παροδική κατάσταση. Και τούτο, παρά το ότι στο ογκώδες διπλωματικό corpus της εποχής η υπόσταση του ιονίου κράτους, που όφειλε μάλιστα να συμπράξει στη διαδικασία, ουδέποτε αμφισβητήθηκε ή προβλέφθηκε καταργούμενη προ της, σαφούς ως προς το εννοιολογικό της περιεχόμενο, «Ενώσεως»1.
Νομικές λεπτομέρειες; Έστω έτσι, η υπαρκτή στρέβλωση της νομικής πραγματικότητας εκδηλώνει μία απολύτως κρίσιμη νεοελληνική παθολογία ιδεολογικής στενώσεως, που αποτυπώνεται στην περίπτωση τούτη στην ανικανότητα της εθνικής ιδεολογίας να εντάξει δημιουργικά και δυναμικά στο σχήμα της την ιστορική πραγματικότητα της ύπαρξης, δίπλα στο στενά ελλαδικό, επαναστατικό και μετεπαναστατικό, κράτος, ενός άλλου ελληνικού κράτους, του ιονικού, η αρχή του οποίου ανάγεται μάλιστα στο έτος 1800. Πρόκειται, ασφαλώς, για την ίδια παθολογία, που πολλάκις εξώθησε σε «εθνικώς ορθές» μεμονωμένες ή στρατηγικές ενέργειες εξοβελισμού της ιόνιας κουλτούρας και εξουδετέρωσης των φυσικών συντελεστών της, προς «κάθαρσιν» ενός εθνικού σώματος παραδομένου τοιουτοτρόπως σε έναν φρικτό σοβινιστικό ακρωτηριασμό.
Όσο για την, αναντίρρητα καταπραϋντική εντίμων αμφιβολιών, επίκληση της ξένης «προστασίας» ως απονομιμοποιητικού παράγοντα της ιόνιας κρατικής οντότητας, τούτη δεν παύει να καταπίπτει εν γνώσει της ιστορικής εξέλιξης του «ανεξάρτητου» μετεπαναστατικού κράτους ιδίως την οθωνική περίοδο και του ρόλου που διαδραμάτισαν οι «προστάτιδες». Πολλώ δε μάλλον, αν τούτη η ελλαδική περίοδος εξετασθεί συγκριτικά με την Επτάνησο, όπου η θεσμική συγκρότηση του κράτους υπήρξε «όρος εκ των ων ουκ άνευ» της πολιτικής ανάπτυξης ώριμης πατριωτικής κίνησης που, αντιπαλαίοντας δίχως την ελλαδική αρωγή τα συμφέροντα της μεγαλύτερης αυτοκρατορίας της εποχής, επέτυχε τελικώς την Ένωση2, στο όνομα μάλιστα του Ιονίου Λαού. Αυτήν την πραγματικότητα υποχρεούται εξ αιτίας της κατάργησης της Ιονίου Ακαδημίας να υπενθυμίσει ήδη το 1865 ο τελευταίος πρόεδρος της Ιονίου Βουλής πατριώτης Στέφανος Παδοβάς, με τη δήλωσή του ότι ο ιόνιος λαός «καίτοι εθνικός και γενναίος, αποστρέφεται και θέλει αποστραφεί αείποτε τας τύχας και την απαισίαν θέσιν του δορυαλώτου, την όλως ασυμβίβαστον μετά της εν μια και αδιαιρέτω πολιτεία Ενώσεως»3 (δική μας υπογράμμιση).

Η νέα Ελλάδα του 1864
Στην άλλη όχθη, η ευρύτερα αποδεκτή αντίληψη ότι η έξωση του Όθωνος και η μετάβαση στην συνταγματική πολιτεία του Γεωργίου Α΄ δε συνιστά απλή αλλαγή μονάρχη αλλά σοβαρή καθεστωτική μεταβολή η οποία αποτυπώνεται τελικώς στο Σύνταγμα του 18644, δε συσχετίσθηκε με την Ένωση, η οποία θεωρήθηκε νομικώς έλασσον ζήτημα, παρότι θα μπορούσε δεδομένης και της μεταβολής του κυριαρχικού καθεστώτος να θέσει εύλογους προβληματισμούς ως προς τη συνέχεια του και αυτού ακόμη του μετεπαναστατικού κράτους. Διότι, αν η έξωση του Όθωνος συνιστά νομικώς την κατάλυση της κυριαρχικής αυθεντίας του ελλαδικού κράτους, η οποία κατά τη μοναρχική αρχή ταυτίζεται με το πρόσωπο του διεθνώς αναγνωρισμένου «ηγεμόνος κυριάρχου» (prince souverain), τότε η όποια υπόσταση του ελλαδικού κράτους, όπως και η εξουσία της επαναστατικής κυβέρνησης, θεωρούνται στη συνέχεια μάλλον πραγματικές (de facto) παρά νόμιμες (de iure). Είναι ενδεικτικό, ότι οι τρεις προστάτιδες δυνάμεις θεωρούν απαραίτητη την ενεργοποίησή τους υπό αυτήν την ιδιότητά τους και συνάπτουν την 1η/13η Ιουλίου 1863 στο Λονδίνο συνθήκη για τη ρύθμιση της κατάστασης δίχως σύμπραξη πληρεξουσίου του ελλαδικού κράτους.
Υπό την έννοια αυτή, η διακήρυξη της νέας, λαϊκής κυριαρχίας στο Σύνταγμα του 1864 σε συνδυασμό με την Ένωση αποτυπώνουν ποιοτικές εξελίξεις που συνιστούν ιστορικά την πραγματικότητα ενός νέου εθνικού κράτους: δύο κράτη, ιόνιο και ελλαδικό, που, παρά την προπαγάνδα και τις επιγενόμενες μεθερμηνείες, αμφότερα όριζαν γεωγραφικά κλάσματα του εθνικού χώρου παρά εξέφραζαν το έθνος, ενώνονται σε ένα κράτος διεθνώς αποδεκτό ως εθνικό. Η Ευρώπη υιοθετεί πλέον ρητά το δόγμα της εθνικώς ενιαίας κρατικής υπόστασης της Ελλάδας, αποβάλλοντας επί τέλους την προγενέστερή της αμφιρρέπεια.
Υπό το φως τέτοιων διαπιστώσεων, η, δαπάναις ιονίων, Ένωση αναδεικνύεται στο θεμελιώδες εκείνο ιστορικό γεγονός που ανακαινίζει ριζικά την πολυπολική και εν τοις πράγμασι ετερόνομη κρατική αρχιτεκτονική του ελληνικού χώρου σε κεντρομόλο κρατικό εποικοδόμημα του ελληνικού έθνους, περαιώνοντας τις συγκλίνουσες πορείες που εγκαινιάστηκαν από την Επτάνησο Πολιτεία το 1800 και από την Ελληνική Επανάσταση το 1821. Τούτη την έννοια έχει και η αξιοσημείωτη αλλαγή τίτλου του άνακτος: ενώ ο Όθων είχε χριστεί «Βασιλεύς της Ελλάδος» ο Γεώργιος αναγνωρίζεται ως «Βασιλεύς των Ελλήνων». Η διαφορά είναι ουσιώδης και προφανής: ο πρώτος, δεν ήταν τίποτε περισσότερο από αρχηγός της μικρής «Ελλάδας» που προσδιόριζε το γράμμα των μετεπαναστατικών συνθηκών. ο δεύτερος, είναι ήδη ο ηγέτης ενός έθνους, «ικανού» μάλιστα να προικιστεί με το απόλυτο προνόμιο της λαϊκής κυριαρχίας. Η άποψη ότι η εν λόγω μεταβολή εξαντλείται λειτουργικά στην συμβολική υπεραναπλήρωση διαψεύδεται από τη συνολική θεώρηση των σύγχρονων συνθηκών και της δραστικά αναβαθμισμένης αντιμετώπισης του de iure εθνικού κράτους ως προς το ζήτημα της αποκατάστασης των υποδούλων ομοεθνών, της οποίας η Ένωση δεν αποτελεί την αρχή αλλά τη δομική προϋπόθεση.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Σύμφωνα με τις συνθήκες το ιόνιο κράτος, «Ηνωμένη Πολιτεία των Ιονίων Νήσων», αποτελούσε συνέχεια της ιδρυθείσας το 1800 «Επτανήσου Πολιτείας» (Septinsularis Respubblica), η οποία δεν έπαψε να υφίσταται κατά την κατοχή της αυτοκρατορικής Γαλλίας το διάστημα 1807-1815. Το κράτος τούτο ετέθη, σύμφωνα με σχεδιασμό του Καποδίστρια, υπό «αποκλειστική προστασία» της Μεγάλης Βρετανίας βάσει της Συνθήκης των Παρισίων της 24ης Οκτωβρίου / 5ης Νοεμβρίου 1815 την οποία πλην της προστάτιδος συνυπέγραψαν η Αυστρία, η Πρωσσία, και η Ρωσσία. Οπότε, το ζήτημα της Ενώσεως όφειλε να κριθεί κατόπιν ελεύθερης απόφασης του ιονίου κράτους με συγκατάνευση της προστάτιδος και μη εναντίωση των λοιπών συμβαλλομένων της συνθήκης του 1815. Η διαδικασία τούτη ακολουθήθηκε απαρέγκλιτα: (α) την 7η/19η Οκτωβρίου 1863 εξεδόθη από την Ιόνιο Βουλή παμψηφεί το Ψήφισμα υπέρ της Ενώσεως. (β) την 2α/14η Νοεμβρίου 1863 η προστάτις Μεγάλη Βρετανία παραιτήθηκε των δικαιωμάτων της αποκλειστικής προστασίας με Συνθήκη στην οποία συνέπραξαν η Αυστρία, η Πρωσσία και η Ρωσσία, καθώς και η Γαλλία. (γ) την 17η/29η Μαρτίου 1864 υπεγράφη στο Λονδίνο η Συνθήκη της Ενώσεως μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας, Ρωσσίας και «Βασιλέως των Ελλήνων» δυνάμει των παραπάνω πράξεων.
2. Δασκαλάκης, Γ., «Το συνταγματικόν καθεστώς των Ιονίων Νήσων. Από της αποικιοκρατικής αυτονομίας εις την δημοκρατικήν ανεξαρτησίαν», Νέα Εστία, τχ. 889/1964.
3. Παδοβάς, Στ., Προς την Α.Μ. Γεώργιον Α΄, Βασιλέα των Ελλήνων (μονόφυλλο), Κέρκυρα 30.12.1865, Τυπογραφείον «Η Ιονία» Αδελφών Κάων.
4. Πηγή των εξουσιών δεν είναι πλέον ο μονάρχης αλλά «το Έθνος» (άρθρο 21). τούτο σηματοδοτεί τη μετάβαση από τη μοναρχική στη λαϊκή κυριαρχία.

Επτάνησα και Ευρώπη

ΚΩΣΤΑΣ ΒΕΡΓΟΣ

Αν κανείς αναζητήσει την κοινή ευρωπαϊκή ταυτότητα -θέμα αγαπημένο των ημερών μας- θα την εντοπίσει στην κοινή της πορεία, μια πορεία που έγινε κοινή λες και υπήρξε κάποια κεντρική συνεννόηση, κάποιο κοινό σχέδιο, κάποιο πολιτμπιρό. Κι όμως, δεν υπήρξε τίποτε από όλα αυτά. Ούτε καν φαξ και ίντερνετ. (Ή μάλλον κάτι απ’ όλα αυτά υπήρξε: Και οι μυστικοί επαναστάτες του ιταλικού και γαλλικού καρμποναρισμού, και η δική μας Φιλική Εταιρεία, και η αξιώνουσα να εκπροσωπήσει το σύνολο των επαναστατικών εθνικών κινημάτων Comite Central Democratique Europeen / Ευρωπαϊκή Δημοκρατική Κεντρική Επιτροπή -ιδρυθείσα στο 1850 στο Λονδίνο από τον Mazzini και άλλους- υπήρξαν. Όμως, η διάχυση των ιδεών υπερέβαινε την οργάνωσή των ιδεών.) Οι μεγάλοι σταθμοί της Ευρώπης, 1789, 1821, 1830-31, 1848, που σφραγίζουν την περίοδο που ο Hobsbawm ονομάζει «εποχή των επαναστάσεων», είναι η τρανή απόδειξη μιας κοινής πορείας.
Στα Επτάνησα, κατά την περίοδο 1797-1864 (από το τέλος της ενετοκρατίας μέχρι το τέλος της αγγλοκρατίας), μπορεί να μην έγινε κάποια ξεχωριστή κοσμογονία. Όμως, η κοσμογονία των ευρωπαϊκών εθνών του 19ου αιώνα αποτυπώθηκε, με αδρές γραμμές, και εδώ. Μπορεί κάποιος να καταλάβει τις ιδέες, τα ρεύματα, τα πολιτικά κινήματα, τις συμπεριφορές και όλες τις αντιφάσεις που εκδηλώθηκαν κατά την περίοδο αυτή σε κάθε άλλος μέρος της Ευρώπης, αν μελετήσει προσεκτικά τα μέτωπα, τις συγκρούσεις και τις λεπτές διαφοροποιήσεις που εμφανίσθηκαν στα Επτάνησα κατά την ίδια περίοδο.
Το ζήτημα της εθνικής ολοκλήρωσης υπήρξε η άλλη πλευρά του αγώνα κατά δυναστειών και αυτοκρατοριών. Δίπλα στον ρομαντισμό των αγωνιζομένων υπήρξε, από την πρώτη στιγμή, και ο μικρός και μεγάλος υπολογισμός συμφέροντος των Μεγάλων αλλά και των μικρών Δυνάμεων. Η Αγγλία, που εμφανιζόταν ως συμμεριζόμενη τα φιλελεύθερα αισθήματα των αγωνιζομένων λαών, πολέμια ούσα της Ρωσικής και της Αυστριακής αυτοκρατορίας, δεν ήθελε να ακούσει κουβέντα για τη διάλυση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η περίφημη «αρχή των εθνικοτήτων» του Mazzini δεν έπρεπε να διαταράξει συμφέροντα και ισορροπίες ευνοϊκές. (Εξ ου και η αντιφατικότητα πολλών ιταλών εξορίστων του καρμποναρισμού και, αργότερα, του Risorgimento, κατά την εδώ παρουσία τους.)
Η «αρχή των εθνικοτήτων», διατυπωθείσα από το Giuseppe Mazzini, άλλο Ρήγα Φεραίο, όριζε ότι το κάθε έθνος έπρεπε να αγωνισθεί για την αποτίναξη του ζυγού του. Το έθνος, κατά το θεωρητικό οικοδόμημα του Mazzini, αποτελούσε μια ενδιάμεση κατάσταση ανάμεσα στον Θεό και τον άνθρωπο. Κάθε έθνος, έχοντας συνείδηση του θεϊκού σχεδίου, του οποίου πρώτη βαθμίδα είναι η ελευθερία και η ανεξαρτησία, έπρεπε να αγωνίζεται για την ελευθερία του. Δεσποτικές μοναρχίες και αυτοκρατορίες παραβίαζαν τη φυσική (ή θεϊκή) τάξη των πραγμάτων και έπρεπε να ανατραπούν. (Ο Mazzini υπήρξε και η σταθερή πηγή ενημέρωσης της Ευρώπης για τους αγώνες των Επτανησίων.)
Μετά τις μεγάλες, αν και ηττηθείσες, ευρωπαϊκές εξεγέρσεις του 1848, ο καθένας έπαιρνε τα διδάγματά του. Η κρίσιμη περίοδος 1959-1962, περίοδος της τελικής φάσης του επτανησιακού αγώνα για την Ένωση, αλλά και περίοδος της τελικής φάσης του Risorgimento (της Ιταλικής Παλιγγενεσίας), καθώς και περίοδος κρίσιμων φάσεων άλλων εθνικών αγώνων (Πολωνία, Βαλκάνια κλπ), όλα σχεδόν τα επαναστατικά κινήματα στην Ευρώπη διχάσθηκαν γύρω από το δίλημμα της εθνικής-ολοκλήρωσης-με-κοινωνικό-περιεχόμενο ή της εθνικής-ολοκλήρωσης-άνευ-κοινωνικού-περιεχομένου. (Είναι η απαρχή μιας ιστορικής διαίρεσης με μακροπρόθεσμες συνέπειες.)
Στα Επτάνησα, το κόμμα των Ριζοσπαστών, από το 1858, διασπάται σε Ενωτικούς και Αληθείς. Οι υπό το ζακυνθινό Κωνσταντίνο Λομβάρδο Ενωτικοί Ριζοσπάστες επεδίωξαν την συνηγορία των μετριοπαθών και συντηρητικών δυνάμεων της Ευρώπης. Κατηγόρησαν δε τους Αληθείς Ριζοσπάστες ως ταυτιζόμενους με το «δημοκρατικό κομμουνισμό».(!) Κατά τους υπό τους κεφαλλήνες Ηλία Ζερβό-Ιακωβάτο και Ιωσήφ Μομφερράτο Αληθείς Ριζοσπάστες, που έμειναν πιστοί στα αρχικά αιτήματα του ριζοσπαστισμού (τα εμφορούμενα από τις ιδέες της ελευθερίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης), η Ένωση αποτελούσε «απαράγραπτο και φυσικό δικαίωμα». Οι Αληθείς Ριζοσπάστες καταδίκαζαν κάθε έκκληση ή «ικετήρια αναφορά» προς τους ευρωπαίους ηγεμόνες, που εχαρακτηρίζοντο συλλήβδην «τύραννοι και καταπιεστές των λαών». Πίστευαν δε ότι μια συνέλευση των Ιονίων Νήσων, εκλεγμένη με καθολική ψηφοφορία, θα μπορούσε de facto να καταργήσει το «σύνταγμα» του Maitland του 1817 και να ανακηρύξει την ένωση με την Ελλάδα.
Δεν μπορεί να αποφανθεί κανείς επί του ποιος, σε όλη αυτή την περίοδο, είχε δίκιο. Η αγωνιστικότητα και η αγνότητα των Αληθών Ριζοσπαστών, που αρνηθέντες αξιώματα πέθαναν κάποτε εν απολύτω αξιοπρεπεία και σιωπή (και ένιοι εξ αυτών, όπως ο Μομφερράτος, εν απολύτω πενία); η αγωνιστικότητα και ο πραγματισμός των Ενωτικών Ριζοσπαστών, που άρπαξαν την ευκαιρία της Ένωσης και οδήγησαν τα Επτάνησα στην μεγάλη πατρίδα; ο σοβαρός σκεπτικισμός των Μεταρρυθμιστών, με την πνευματική παρακαταθήκη ενός Βράιλα-Αρμένη, ενός Κάλβου και πολλών άλλων φωτισμένων μυαλών, που πάσχιζαν για την ευρύτερη παιδεία; η με αυταπάρνηση διεκδικητικότητα άλλων σεβάσμιων προσωπικοτήτων, όπως του σεπτού μητροπολίτη Κερκύρας Αθανασίου; ή ο τυχοδιωκτικός καιροσκοπισμός των Προστασιανών-Καταχθονίων; Σε κάθε ιστορική περίοδο φαίνεται να δικαιώνονται διαφορετικές συμπεριφορές και δράσεις. Δεν μπορούμε να αποφαινόμαστε οριστικώς και διαπαντός. Νομίζω ότι την 21η Μαΐου, αφήνοντας έξω τους τελευταίους, τιμούμε όλους τους άλλους. Και σ’ εμένα ας μου επιτραπεί να τιμήσω ιδιαιτέρως τον Ιωσήφ Μομφερράτο και τον Ηλία Ζερβό-Ιακωβάτο.

ΤΑ ΕΠΤΑΝΗΣΑ, ΟΙ ΑΓΩΝΕΣ, Η ΕΝΩΣΗ

Στα Επτάνησα το συμπύκνωμα της ευρωπαϊκής ιστορίας

ΓΡΑΦΟΥΝ:
ΓΙΩΡΓΟΣ Γ. ΑΛΙΣΑΝΔΡΑΤΟΣ,
ΚΩΣΤΑΣ ΒΕΡΓΟΣ,
Φ.Κ. ΒΩΡΟΣ,
ΣΠΥΡΟΣ Δ. ΛΟΥΚΑΤΟΣ,
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ Κ. ΚΟΣΚΙΝΑΣ,
Π. ΠΕΤΡΑΤΟΣ

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΟΣ: ΠΕΤΡΟΣ ΠΕΤΡΑΤΟΣ
(από την εφημερίδα ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ )

Στα χρόνια της αγγλικής «προστασίας» των Επτανήσων (1815-1864) αναπτύχθηκε στα νησιά το πρωτοπόρο σε αξίες και αρχές κίνημα του Ριζοσπαστισμού. Σε αδιαχώριστη ενότητα πρόβαλε τις αρχές της ελευθερίας, της εθνικής ανεξαρτησίας, της λαϊκής κυριαρχίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης, συνδέθηκε με κινήματα και ηγετικές μορφές της επαναστατικής Ευρώπης και διακήρυξε την ανάγκη ίδρυσης μιας Ευρωπαϊκής Συμπολιτείας στη βάση της αλληλεγγύης των λαών. Η εξέλιξη, όμως, των πραγμάτων και ο τρόπος που έγινε η Ένωση σε συνδυασμό με την επιβολή της ευρωπαϊκής διπλωματίας ακύρωσαν την εφαρμογή του εθνικο-κοινωνικού περιεχομένου του ριζοσπαστικού κινήματος. Η μελέτη, πάντως, της όλης πορείας του κινήματος αυτού παραμένει αναγκαία και χρήσιμη και για τις σημερινές εποχές.

Αξιολογική θεώρηση και ιστορική αποτίμηση του Εθνικο-Ενωτικού Ριζοσπαστικού Κινήματος στα αγγλοκρατούμενα Επτάνησα

ΣΠΥΡΟΣ Δ. ΛΟΥΚΑΤΟΣ*

Το Εθνικο-Ενωτικό Ριζοσπαστικό κίνημα στα αγγλοκρατούμενα Επτάνησα, απελευθερωτικό κατά το εθνικό και ριζοσπαστικό κατά το κοινωνικό σκέλος του, ως φιλοσοφία, πολιτικο-κοινωνική θεωρία και πολιτική πρακτική, είναι ευρύτατο λαϊκό κίνημα με όλα τα θεμελιακά χαρακτηριστικά γνωρίσματα ενός κινήματος εθνικο-απελευθερωτικού και πολιτικο-κοινωνικού χαρακτήρα. Αυτά ήταν: η συνειδητή ηγεσία του, αταλάντευτη στις επιδιώξεις και συνεπής στις αρχές και στις διακηρύξεις του κινήματος, και που την απάρτιζαν οι αγωνιστικοί στα νησιά ριζοσπάστες ηγέτες. η αφύπνιση του λαού για τη διεκδίκηση των φυσικών και απαράγραπτων δικαιωμάτων του. η οργανωτική διάρθρωση του κινήματος. ο προγραμματισμός αρχών και στόχων με οργάνωση και πραγματοποίηση λαϊκών αγώνων για την κατάκτησή τους. τέλος η πολιτικο-κοινωνική θεωρία τους με τις πρακτικές προεκτάσεις της στην καθημερινή πάλη του λαού. […]

Πρωτοπόροι οι αστοί
Ηγέτιδα τάξη του ριζοσπαστικού κινήματος υπήρξε η αστική, κατά την προοδευτική, φιλελεύθερη και δημοκρατική φάση της ιστορίας της, με προβάδισμα την Κεφαλονιά, με στενούς συμμάχους της τους εργαζομένους των πόλεων και ξεχωριστά την καταθλιβόμενη από τις φεουδαλιστικές αγροληπτικές σχέσεις πολυπληθή αγροτική τάξη των Ιόνιων νησιών. Ώριμοι, η αστική τάξη και οι σύμμαχοί της, από τις αγωνιστικές κατακτήσεις και παραδόσεις, ήταν, τότε, έτοιμοι να αναμετρηθούν προς τη λεγόμενη αγγλική «προστασία» και το αποικιοκρατικό της σύστημα και καθεστώς.
Έμποροι και βιοτέχνες και τεχνίτες, καραβοκύρηδες και ναυτικοί, διανοούμενοι και τιτλούχοι ευρωπαϊκών πανεπιστημίων, επαγγελματίες και η νεολαία και οι πολυπληθείς αγρότες συνέστησαν αρραγές μέτωπο κατά του Άγγλου κυρίαρχου και των εγχώριων ευγενών και αρχόντων οργάνων του και κατέστησαν οι δημιουργικοί παράγοντες και συντελεστές του κινήματος. Καθοδηγητική ηγεσία του μετώπου αυτού κατέστησαν οι ριζοσπάστες, ο Ηλίας Ζερβός – Ιακωβάτος και ο Ιωσήφ Μομφερράτος στην Κεφαλονιά, ο οποίος «ως εστία της εθνικής ενώσεως κατέστη όλη ποίησις κρητική, λυρισμός έξαλλος, διθύραμβος ενθουσιώδης, διάχυσις πανηγυρική», οι Φραγκίσκος και Ναθαναήλ Δομενίγαι στη Ζάκυνθο, ο Παΐζης στην Ιθάκη, ο Ποφάντης στην Κέρκυρα και άλλοι, που θα συγκροτήσουν την ομάδα των ριζοσπαστικών βουλευτών στη Θ’ Ιόνια Βουλή. Με τέτοια ηγεσία και ηγέτιδα τάξη το ριζοσπαστικό κίνημα εντάσσεται μέσα στο φάσμα των εθνικοαπελευθερωτικών και αστικοδημοκρατικών κινημάτων της εποχής του, τα οποία και από την άποψη ορισμένων αρχών και διακηρύξεών του πρωτοπορεί. […]
Αυτές ακριβώς οι αρχές και οι διακηρύξεις του ριζοσπαστικού κινήματος συνιστούν και το μέτρο της αξιολογικής του θεώρησης και της ιστορικής του αποτίμησης. Αυτές οι αρχές φέρουν έκδηλη τη σφραγίδα της φιλοσοφίας και της προοδευτικής πολιτικο-κοινωνικής θεωρίας της εποχής του, την οποία όμως η ηγεσία του προσάρμοσε στις ειδικότερες συνθήκες της Επτανήσου επεκτείνοντάς την σε ευρύτερους γεωγραφικούς χώρους ως μεταπλάστης της και σε τέτοιο βαθμό, ώστε μπορούσε ανεπιφύλακτα να δεχτούμε ότι ο Επτανησιακός Ριζοσπαστισμός συνιστά την πρώτη στον ελληνικό χώρο πολιτική σχολή, την Επτανησιακή.

Πρωταρχική η ελευθερία
Πρωταρχική και θεμελιακή αρχή του Ριζοσπαστικού κινήματος ήταν αυτή των φυσικών και απαραγράπτων ανθρώπινων δικαιωμάτων και πρώτιστα απ’ όλα της ελευθερίας. Αυτήν διεκήρυσσε «αμέριστη και αδιαίρετη» και ένας από τους ηγέτες του κινήματος ο Ιωσήφ Μομφερράτος, διαχωρίζοντάς την σε εξωτερική και εσωτερική, χαρακτηριστικά τόνιζε:
«Είναι λαός ελεύθερος εξωτερικώς, όστις πραγματικώς απολαμβάνει και χαίρει την ανεξαρτησίαν και αυτονομίαν του χωρίς ποσώς, αμέσως ή εμμέσως, να υπόκειται εις την εξουσίαν ή υλικήν ισχύν άλλου… είναι δε ελεύθερος εσωτερικώς όστις είναι κάτοχος εαυτού, αυτεξούσιος ήτοι κυρίαρχος και δη της κυριαρχίας του απολαμβάνων της ευημερίαν του και εις οδόν προόδου προχωρών και αναπτυσσόμενος.» Την ελευθερία κάθε λαού ο γνήσιος Ριζοσπαστισμός την ταύτιζε με την «εγκατεστημένη εθνικότητα και την κυριαρχία του λαού», κάθε δε άλλη ελευθερία, χωρίς αυτούς τους όρους, την κατάγγελνε ως «χίμαιρα και απάτη».
Με βάση αυτό το περιεχόμενο, που προσέδιδε στην έννοια της ελευθερίας πρωταρχική επιδίωξή του ο Ριζοσπαστισμός καθόριζε την εθνική ανεξαρτησία και το αίτημά του αυτό ως Ένωση με την Ελλάδα το διασφάλιζε ως ιερό και αναφαίρετο δικαίωμα του λαού. Άλλος ηγέτης του Ριζοσπαστισμού, ο Ηλίας Ζερβός-Ιακωβάτος, σε υπόμνημά του προς την Ιόνια Βουλή πολύ χαρακτηριστικά και παραστατικά τόνιζε: «όπου ξένος βασιλεύει, τα πάντα είναι ψεύδος και σκιά, ο νόμος είναι ενέδρα, η δικαιοσύνη σκευωρία, η αρετή έγκλημα, η ελευθερία κακούργημα…».

Εθνική ανεξαρτησία και λαϊκή κυριαρχία
Την εθνική ανεξαρτησία κάθε λαού το κίνημα τη διακήρυσσε ως κοινωνικό προσόν, φυσικό και αναγκαίο και η εξάσκηση των δικαιωμάτων, που πηγάζουν από αυτό επιβάλλεται ως ιερό καθήκον. Η πιο επίσημη και με διεθνή απήχηση έκφραση αυτού του αιτήματος, ως λαϊκού δικαιώματος βρίσκεται στο ιστορικό ψήφισμα των Ριζοσπαστών βουλευτών, στη Θ΄ Ιόνια Βουλή, με το οποίο διακηρυσσόταν ότι αμετάτρεπτη θέληση του Επτανησιακού λαού είναι να ενωθεί με την Ελλάδα «επειδή η ανεξαρτησία, η κυριαρχία και η εθνικότης εκάστου λαού είναι δικαιώματα φυσικά και απαράγραπτα».
Την ανάκτηση της Εθνικής Ανεξαρτησίας του επτανησιακού λαού ο Ριζοσπαστισμός την καθόριζε ως «το πρώτιστον και αρχικόν βήμα», τη θεωρούσε όμως αξεχώριστη από τη Λαϊκή κυριαρχία και διασάλπιζε ότι χωρίς τη συνύπαρξη και ακεραιότητα της Εθνικής Ανεξαρτησίας και της Λαϊκής κυριαρχίας «ούτε ιδίαν και ζώσαν προσωπικότητα, ούτε ιδίαν και ελευθέραν βούλησιν δυνάμεθα να εννοήσωμεν». Γι’ αυτό διακήρυσσε ότι η ανάκτηση της Εθνικής Ανεξαρτησίας του κάθε λαού πραγματοποιείται «όχι δια της προσοικειώσεως του στοιχείου της εσωτερικής τυραννίας», αλλά «με την ιδέαν της καθιερώσεως ελευθέρου και αληθώς ισονόμου πολιτεύματος επί της κυριαρχίας του Λαού στηριζομένου».
Τη λαϊκή κυριαρχία ο γνήσιος Ριζοσπαστισμός την καθόριζε ως την «αληθινή πηγή της πολιτικής εξουσίας» και γι’ αυτό θεωρούσε την Ένωση «ως κήρυγμα μονομερές και αντιπατριωτικόν, ως δέλεαρ της ξενοκρατίας, χωρίς την άμεση και ουσιαστική σύνδεσή της με τη Λαϊκή Κυριαρχία».
Πρώτος στόχος του κινήματος η ελευθερία και η εθνική ανεξαρτησία, έπειτα δε η συνδεδεμένη αναπόσπαστα με αυτές Λαϊκή Κυριαρχία. Αλλά παράλληλα στόχος θεμελιακός ήταν και η κοινωνική ισονομία και δικαιοσύνη. Ο γνήσιος Ριζοσπαστισμός και στον τομέα αυτό πρωτοπορεί προτρέχοντας από την εποχή του, αφού, κοντά στα άλλα, οι εκπρόσωποί του στη Θ’ Ιόνια Βουλή απαίτησαν: την κατάργηση των κοινωνικών διακρίσεων. την ισότητα των πολιτών. την κατάργηση της θανατικής ποινής. την ελάττωση ή απαλλαγή του λαού από τους δυσβάστακτους φόρους. τον έλεγχο των δημόσιων δαπανών. την κατάργηση του νόμου, που επέβαλε εξορία στους πολίτες. τον σεβασμό του οικογενειακού ασύλου. και την κατάργηση των βασανιστηρίων και των αντικοινωνικών διατάξεων, που «εξευτελίζουν τον ελεύθερον πολίτην».
Οι στόχοι και τα οράματα του Επτανησιακού Ριζοσπαστικού κινήματος επεκτείνονταν σ’ ολόκληρο τον ελληνισμό, του οποίου επεδίωξε την εθνική αποκατάσταση πιστεύοντας ότι αυτή θα κατορθωθεί, αν όλος ο Ελληνισμός στηριζόταν στις δικές του δυνάμεις και όχι στους ξένους. Διακήρυσσε την ελληνική αναγέννηση «παντός του ελληνικού Γένους». Οραματιζόταν, τη μια και αδιαίρετη πανελλήνια δημοκρατία με τη συνένωση παντός του ελληνικού, μακριά «από το αλλόκοτον και κατ’ εξοχήν ανθελληνικόν δόγμα της μοναρχικής ειδωλολατρίας» μια πανελλήνια Δημοκρατία, ελεύθερη και ανεξάρτητη, με κυρίαρχο το Λαό της, εστία δημιουργικών έργων και πολιτισμού, ακτινοβόλα προς τα Βαλκάνια και την Ανατολή και σύνδεσμός τους προς τη Δύση.

Υπέρ της Ευρωπαϊκής Συμπολιτείας
Πέρα από τον Επτανησιακό και τον Πανελλήνιο χώρο τα οράματα του γνήσιου Ριζοσπαστισμού επεκτείνονταν και στον πανευρωπαϊκό με τη διακήρυξη της αδελφότητας των λαών, που δεν την περιόριζε σε μια απλή θεώρηση αρχής, αλλά της προσέδιδε πρακτικό, συγκεκριμένο σχήμα, εκπληκτικό και προφητικό έτσι, που η ηγεσία του κινήματος καθίσταται ο διορατικός πρόδρομος της πανευρωπαϊκής ιδέας. Γιατί πρώτο στην Ευρώπη το Ριζοσπαστικό κίνημα στα αγγλοκρατούμενα Επτάνησα συνέλαβε και διακήρυξε την ανάγκη της πανευρωπαϊκής κοινότητας και συμπολιτείας διακηρύσσοντας με ένα από τους πρώτιστους ηγέτες του, τον Ιωσήφ Μομφερράτο, ότι θα κατεδαφιστεί αναπόφευκτα «Το σαθρόν οικοδόμημα της ασεβούς και ανιέρου συμμαχίας των βασιλέων» και στη θέση του «Θα εγερθεί το νέον και μέγα οικοδόμημα της αληθώς ιεράς και αγίας των λαών συμμαχίας», και τότε «Αντί των ελευθεροκτόνων ηγεμονικών συνεδρίων, επί τη βάσει της ελευθέρας εθνικότητος, της κυριαρχίας των λαών και της μεταξύ αυτών αλληλεγγύης» θα ανδρωθεί «Εν είδος ευρωπαϊκής συμπολιτείας, όπου αι μεταξύ των Εθνών σχέσεις θέλουσι διευθετείσθαι όχι εγωιστικώς, δυσμενώς και εχθροπαθώς, αλλ’ αδερφικώς εν πλήρει ισότητι, αμοιβαιότητι και δικαιοσύνη».
Με αυτό το όραμα ο γνήσιος Ριζοσπάστης Ιωσήφ Μομφερράτος καθίσταται από τα μέσα, ακόμα, του περασμένου αιώνα ο πρώτος Έλληνας και Ευρωπαίος με ολοκληρωμένη την ευρωπαϊκή συνείδηση, προδρομικός κήρυκας της πανευρωπαϊκής ιδέας και κοινότητας με ισότητα και συναδέλφωση όλων των ευρωπαϊκών λαών.
Με βάση όλα αυτά συνδετικός κρίκος του γνήσιου επτανησιακού Ριζοσπαστισμού προς άλλα παρόμοια ή παράλληλα κινήματα της εποχής του στην ευρωπαϊκή ήπειρο ήσαν: «η ενότης των ιδεών και η σύμπνοια των πνευμάτων». «το γενικόν πνεύμα ανεξαρτησίας και κοινωνικής απελευθερώσεως και αναπλάσεως». «μία αόρατος μεν, αλλ’ όχι ολιγώτερον αληθής συγκοινωνία καρδιών και πνευμάτων τόσον εις τον πόθον του δικαίου και της ελευθερίας, όσον και εις το μίσος κατά της τυραννίας» και η οποία «συνδέει τους λαούς εις έν, εωσού και εις γενικόν πραγματικόν σύνδεσμον συνάψη αυτούς».
Γι’ αυτό πιστεύει και διακηρύσσει ότι μόνον η ομοψυχία και η ενότητα των καταπιεζόμενων λαών μπορεί να ανατρέψει «εκ θεμελίων το προϋπάρχουν σύστημα» και να εγκαθιδρύσει στέρεα το νεώτερο με τελικό αποτέλεσμα την εθνική τους ανεξαρτησία, την κυριαρχία τους, την παγκόσμια δημοκρατία και την πανευρωπαϊκή συμπολιτεία. Με αυτά τα οράματα ο γνήσιος επτανησιακός δημοκρατικός Ριζοσπαστισμός συνθέτει ένα από τα κινήματα προόδου της εποχής του και ακριβώς αυτές οι αρχές και διακηρύξεις του είναι εκείνες, που τον αξιολογούν και τον αποτιμούν ιστορικά ως πρωτοπορία τους.

Η Ελλάδα, δορυφόρος της Αγγλίας
Το επτανησιακό γνήσιο Ριζοσπαστικό κίνημα «εξερχόμενον», κατά τον Ηλία Ζερβό – Ιακωβάτο, «εκ των σπλάχνων του λαού και έχον τα φρονήματα, τας ανάγκας και τας δοξασίας του ήτο κάτι πλέον υψηλόν, πλέον ισχυρόν, πλέον απόρθητον. ήτο Λαός, ηθική δύναμις και κοινή γνώμη». Οι εθνικοί του στόχοι και οι πολιτικο-κοινωνικές επιδιώξεις του, που οραματίστηκαν οι πρωτεργάτες του δημιουργίας και ανάπτυξης του Ριζοσπάστες και για την πραγμάτωση των οποίων αγωνίστηκαν με το λαό, με πρωτοπορία του τον Κεφαλληνιακό, δεν σκέφθηκαν από επιτυχία παρά τους πολύχρονους αγώνες και τις αιματηρές τους θυσίες. Η Ένωση των Επτανήσων με τη μητέρα πατρίδα ήταν Ένωση, που υπαγορεύτηκε από πολιτικές ιδιοτέλειες και σκοπιμότητες της αυτόκλητης αγγλικής «Προστασίας» και χορηγήθηκε όχι ως αναφαίρετο και απαράγραπτο δικαίωμα του επτανησιακού λαού, αλλ’ ως ικεσία προς την Αγγλίδα άνασσα Βικτωρία. Και είναι αυτό το γεγονός, το οποίο παρώθησε τον Ηλία Ζερβό να διακηρύξει ότι με την Ένωση ολόκληρη πια η Ελλάδα κατέστη «δορυφόρος της Αγγλίας» και μετατράπηκε σε «Επτάνησον αγγλικής προστατευομένης και αφανώς διοικουμένης». και αργότερα τον άξιο επίγονο των Ριζοσπαστών και κήρυκα της κοινωνιστικής δημοκρατίας Ρόκκο Χοϊδά να διασαλπίσει από το βήμα της βουλής ότι «δεν ενώθηκε η Επτάνησος με την Ελλάδα, αλλά η Ελλάδα με την Επτάνησο» και «ο άγγλος αρμοστής μετέθεσε την έδρα του εκ της Κερκύρας εις τας Αθήνας υπό το ειρηνικόν όνομα Γεώργιος Χριστιανός Α’, βασιλεύς των Ελλήνων».

Μετακένωση του ριζοσπαστικού πνεύματος
Οι στόχοι και οι επιδιώξεις του Ριζοσπαστικού κινήματος και της ηγεσίας του, εθνικοί και κοινωνικο-πολιτικοί, μετά την Ένωση πέρασαν στο χώρο της ελεύθερης πατρίδας και συγχωνεύτηκαν με τους στόχους και τις επιδιώξεις όλοι του Ελληνισμού, ελεύθερου και υπόδουλου. Αυτούς πρόβαλαν πια και την πραγμάτωσή τους επεδίωξαν, εξελικτικά και προοδευτικά διαμορφούμενους, οι άξιοι επίγονοι των Ριζοσπαστών, ο Πατ. Πανάς, ο Ρόκκος Χοϊδάς, ο Πλάτωνας Δρακούλης, ο Μαρίνος Αντύπας και ολόκληρη φάλαγγα αγωνιστών κατά τον τωρινό αιώνα και έως τις ημέρες μας με κορύφωμα τους αγώνες στο αλβανικό μέτωπο και τα μακεδονικά οχυρά και την ανεπανάληπτη εποποιία της Εθνικής Αντίστασής μας στα δίσεκτα χρόνια της ανθρωποκτόνου φασιστικής κατοχής.
Έχουν συνειδητοποιήσει σήμερα οι Επτανήσιοι ότι οι ηγέτες και δημιουργοί του Ριζοσπαστικού κινήματος και πρώτιστοι πρώτων οι Ηλίας Ζερβός – Ιακωβάτος και Ιωσήφ Μομφερράτος με θυσίες και αυταπάρνηση χάραξαν το δύσβατο δρόμο της Εθνικής Ανεξαρτησίας και της κοινωνικής προόδου διαθέτοντας κατά τη μαχητική αγωνιστικότητά τους την Αρετήν και την Τόλμην […].

*Δρ. Ιστορικός
(Αποσπάσματα από ευρύτερη μελέτη, δημοσιευμένη στο περιοδικό του Συνδέσμου Φιλολόγων Κεφαλονιάς – Ιθάκης «Κυμοθόη», τεύχ. 1, Αργοστόλι, Δεκ. 1991, σσ. 5-15.)

——————

Ο Επτανησιακός Ριζοσπαστισμός (1848-1864)
και το Ιταλικό Risorgimento

ΓΙΩΡΓΟΣ Γ. ΑΛΙΣΑΝΔΡΑΤΟΣ*

Ιωσήφ Μομφερράτος
[…] Ο Μορφερράτος επηρεάστηκε όχι μόνο από τις αρχές των Γαλλικών επαναστάσεων και την αρχή των εθνοτήτων -«Το ζήτημα της απελευθερώσεως των δεδουλωμένων λαών και της αποκαταστάσεως των εθνικοτήτων κατέστη ήδη το επικρατούν ζήτημα των ημερών μας, και η λύσις αυτού φαίνεται ήδη προσεγγίζουσα», γράφει το 1862-, αλλά και από το σύγχρονό του ενωτικό κίνημα της Ιταλίας, το γνωστό με το όνομα Risorgimento.

Όχι στον Γαριβάλδη
Από την έρευνα προκύπτει ότι δεν ήρθε σε άμεση επαφή με τον Ιωσήφ Γαριβάλδη και τα ελληνοϊταλικά κομιτάτα (βλ. παρακάτω), όπως θα δούμε ότι έκαμε επίμονα ο Λομβαρδός και αρνήθηκε διαρρήδην να κάμει ο Ζερβός. Στην εφημερίδα του «Ο Αληθής Ριζοσπάστης» (Σεπτέμβριος 1862 – Σεπτέμβριος 1863) αναδημοσιεύει από ξένες εφημερίδες μακρές ειδήσεις για τη δράση του στρατηγού στην Ιταλία, άλλοτε και ανακοινώσεις του -πράγμα που δείχνει ότι πολύ τον εκτιμούσε-, αλλά ιδιαίτερη επαφή με τον ίδιον ή σύνδεση με τα ελληνοϊταλικά κομιτάτα δεν είχε ποτέ.
Τούτο γιατί στο ζήτημα του ελληνικού αλυτρωτισμού επίστευε δύο πράγματα: α) ότι το κέντρο για κάθε εθνική ενέργεια έπρεπε να είναι η ελεύθερη Ελλάδα. η οποία όμως, αντί να παίζει τέτοιο εθνικό ρόλο, είχε καταντήσει «εστία παντοίων, και κατά το πλείστον μέρος ξενικών, ραδιουργιών, υποθαλπουσών πάντη αλλότρια και ενάντια της ελευθερίας και της προόδου του έθνους συμφέροντα» και εξαιτίας αυτού έλειπε η εμψύχωση και η ενθάρρυνση των «εν δουλεία διατελούντων και καταδυναστευομένων ομογενών» και η αναγκαία προπαρασκευή «προς τον γενικόν της εθνικής παλιγγενεσίας αγώνα» [απήχηση του Risorgimento]. και β) ότι το να περιμένουμε από ξένους να αναλάβουν τέτοια πρωτοβουλία [εννοεί το Γαριβάλδη], εκτός του ότι είναι αναξιοπρεπές, είναι και ιδέα χιμαιρική και εσφαλμένη: «Το να περιμένωμεν ώστε άλλοι εκτός ημών να λάβωσι την πρωτοβουλίαν, και ξένοι να αναδεχθώσιν του ιερού ημών αγώνος, τούτο, παρεκτός του ότι είναι όλως αναξιοπρεπές, είναι συνάμα και ιδέα όλως εσφαλμένη και χιμαιρική. Δύναται μεν ο ξένος να βοηθήση τον άλλον εις τον αγώνα του. οφείλει μάλιστα να το πράξη, ως εκ του καθήκοντος της αμοιβαιότητος. αλλ’ ο έχων ανάγκην του αγώνος, πρέπει αυτός πρώτος, αφού καλώς σταθμίση τα μέσα της ενεργείας του, να κινήση αυτόν, και να δείξη τοιαύτα σημεία δραστηριότητος, επιμονής και καρτερίας, ώστε να κατασταθή άξιος συμπαθείας και συνδρομής. Ο θέλων λοιπόν και επιθυμών αληθώς να φθάση εις πέρας αίσιον και αποτελεσματικόν, οφείλει να στρέψη όλην αυτού την προσοχήν εις τον εαυτόν του, και να ενασχοληθή ανενδότως εις την ανάπτυξιν των ηθικών και υλικών αυτού δυνάμεων, εφ’ ων κυρίως δύναται μετά πεποιθήσεως να βασισθή».1

Ναι στον Mazzini
Ενώ όμως έτσι αντιδρούσε απέναντι στο Γαριβάλδη ο Μομφερράτος, είχε φιλική επαφή, αλληλογραφία και συνεργασία με το διάσημο πολιτικό του Risorgimento Ιωσήφ Mazzini (1805-1872), τον έξοχο αγωνιστή της ελευθερίας και των δημοκρατικών ιδεών. Ο Παναγιώτης Πανάς, συντάκτης της ριζοσπαστικής εφημερίδας της Κεφαλονιάς «Κεραυνός», στον αριθμ. 7, 16 Οκτωβρίου 1858, σ. 3-4, μας πληροφορεί ότι ο Μομφερράτος αντιπροσώπευε στο Αργοστόλι την εφημερίδα του Mazzini «Pensiero ed Azione» («Σκέψη και Δράση»).
Και αυτό μας το επιβεβαιώνει μια ανέκδοτη επιστολή του Μομφερράτου της 6ης Δεκεμβρίου 1858 ν.η. προς το Mazzini ή κάποιον του περιβάλλοντός του (δεν αναφέρει όνομα), που το σχέδιό της, αυτόγραφο του Μομφερράτου πολύ φθαρμένο, βρίσκεται στα χέρια μου.
Εκεί τον πληροφορεί ότι έλαβε τα φύλλα της εφημερίδας «Pensiero ed Azione» που εκείνος του έστειλε και ότι του έγραψε επτά συνδρομητές, πέντε για ένα εξάμηνο και δύο για ένα τρίμηνο. Επίσης ότι ευχαρίστως δέχεται να γίνει μέλος του Κομιτάτου που εδρεύει στο Λονδίνο και ότι του στέλνει και αυτός την εφημερίδα του «Αναγέννηση». […]
Η συνεργασία του Μομφερράτου με το Mazzini φαίνεται στην «Αναγέννηση» της Γ’ περιόδου (αριθμ. 36, 15 Νοεμ. 1858 – αριθ. 60, 23 Μαΐου 1859), σε πολλά φύλλα της οποίας αναδημοσιεύονται άρθρα από την εφημερίδα του Mazzini «Pensiero ed Azione», σε μετάφραση βέβαια. […]

Κωνσταντίνος Λομβάρδος
[…] Θα περιοριστούμε στην προσπάθεια του Λομβάρδου στην περίοδο αυτή να συνδέσει το ενωτικό κίνημα της Επτανήσου -και γενικότερα την πολιτική του της Μεγάλης Ιδέας- με το Γαριβάλδη, το Βίκτορα Εμμανουήλ Β’ και τα ιταλικά «Κομιτάτα δράσης» («Comitati del Partito d’ Azione della nuova libera Italia», προέκταση των «Comitati di Provvedimento»), που είχαν πρόεδρο το Γαριβάλδη και σκοπό να προετοιμάσουν εξέγερση στην Ήπειρο και τη Θεσσαλία (Το Κεντρικό βρισκότανε στη Γένοβα).
Ήταν η εποχή της Μεγάλης Ιδέας για την Ελλάδα, και το Ανατολικό Ζήτημα βρισκόταν σε μεγάλη έξαρση. Το ενωτικό κίνημα της Ιταλίας είχε ήδη αρκετές επιτυχίες και οι υπόλοιποι λαοί των Βαλκανίων, εμπνεόμενοι από την αρχή των εθνοτήτων, απέβλεπαν στον ήρωα Ιωσήφ Γαριβάλδη (1807-1882) ως μέλλοντα ελευθερωτή τους. Στη Βοσνία, την Ερζεγοβίνη, τη Σερβία και το Μαυροβούνιο ιδρύονταν μυστικά επαναστατικά κομιτάτα, με σκοπό να προκαλέσουν την ενίσχυση των εθνικών απελευθερωτικών κινημάτων από τις εθελοντικές δυνάμεις του Γαριβάλδη σε μια γενικότερη εξέγερση κατά της Τουρκίας και της Αυστρίας. Παρόμοια κομιτάτα ιδρύθηκαν τότε και στα Επτάνησα και στην ελεύθερη Ελλάδα.

Κομιτάτα στη Ζάκυνθο και την Αθήνα
Τη σχετική πρωτοβουλία την είχε ο Λομβάρδος. Ο ηγέτης των νέων ριζοσπαστών δηλ., επηρεασμένος από το ενωτικό κίνημα της Ιταλίας, την απελευθερωτική κίνηση των Σλαβικών κομιτάτων και την πολιτική της Μεγάλης Ιδέας της επίσημης Ελλάδας, ήρθε σε επαφή με το Κεντρικό ιταλικό Κομιτάτο της Γένοβας και ίδρυσε στη Ζάκυνθο, το Μάιο του 1860, ένα παρόμοιο Κομιτάτο με σκοπό να προκαλέσει την επέμβαση του Γαριβάλδη για τις αλύτρωτες περιοχές της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Μακεδονίας, πράγμα που θα είχε τον αντίκτυπό του και στο ζήτημα της Επτανήσου. Το Κομιτάτο της Ζακύνθου ήταν παράρτημα του Κεντρικού ιταλικού Κομιτάτου της Γένοβας. Τα σπουδαιότερα μέλη του θα τα δούμε παρακάτω.
Το φθινόπωρο του 1860, με πρωτοβουλία πάλι του Λομβάρδου, ιδρύθηκε παρόμοιο Κομιτάτο στην Αθήνα ως παράρτημα του Κομιτάτου της Ζακύνθου. Μέλη του Κομιτάτου της Αθήνας κατά το Σπυρίδωνα Γ. Μαλάκη, ο οποίος μας δίνει σχετικές πληροφορίες στα «Απομνημονεύματά» του, ήταν ο Φραγκίσκος Πυλαρινός από την Κεφαλονιά, παλαιός φιλελεύθερος, καθηγητής της ιστορίας της φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο, πρόεδρος, και οι Παύλος Λάμπρος, Ηπειρώτης, νομισματολόγος, πατέρας του ιστορικού Σπυρίδωνα Λάμπρου, Σπυρίδων Ανδρέα Μεταξάς από την Κεφαλονιά, που αργότερα έγινε πρέσβης στην Πετρούπολη, Νικόλαος Νέγρης, Χρίστος Νικολαΐδης – Φιλαδελφεύς, Νικόλαος Οκλέρ Βούλγαρης από την Κέρκυρα, Μάρκος Ρενιέρης, αργότερα διοικητής της Εθνικής Τράπεζας, και βέβαια ο ίδιος ο Μαλάκης, ριζοσπάστης από την Κεφαλονιά, ξυλογλύπτης το επάγγελμα. […]

Άρνηση του Ζερβού – Ιακωβάτου
Πρέπει να σημειώσω εδώ ότι στην κίνηση των ελληνοϊταλικών κομιτάτων αρνήθηκε να συμμετάσχει ο Ηλίας Ζερβός – Ιακωβάτος. Στην «Αυτοβιογραφία» του μας διηγείται ότι στην Κωνσταντινούπολη -όπου βρισκόταν από το Νοέμβριο του 1859 ως τα τέλη Ιουνίου του 1860- πληροφορήθηκε από κάποιον Επτανήσιο την κίνηση μυστικών οργανώσεων στην Επτάνησο και την Ελλάδα και την ύπαρξη μυστική εταιρείας με πολλές διακλαδώσεις, η οποία, υποκινούμενη από την Ευρωπαϊκή διπλωματία, απέβλεπε στην κατάργηση των συνθηκών του 1815 και μεταξύ άλλων στην ένωση της Επτανήσου μετά προηγούμενη ανατροπή του ελληνικού θρόνου -αλλά αυτό τον άφησε «κεραυνόπληκτο» (και, πρέπει να προσθέσουμε, τον οδήγησε σε ενέργεια αντίθετη με την έως τότε πολιτεία του: επειδή εθεώρησε ολέθρια για την Ελλάδα τη σχεδιαζόμενη ανατροπή του Όθωνος, αποφάσισε να προτείνει στην Προστασία την αναστολή του εθνικού ζητήματος της Ένωσης και την εισαγωγή νέων συνταγματικών μεταρρυθμίσεων στα Επτάνησα, με την ελπίδα ότι αυτό «και την ανατροπήν του θρόνου ηδύνατο να εμποδίση και τους κινδύνους του έθνους να διασκεδάση και την αγυρτείαν και τον μεταμφιεσμένον πατριωτισμόν, άτινα και εμέ εθυσίαζον και τα πράγματα κατέστρεφον, να καταβάλη»2 και έτσι πράγματι ενέργησε).
Παρακάτω στην «Αυτοβιογραφία» του ο Ζερβός μας πληροφορεί ότι (τον Οκτώβριο ή Νοέμβριο του 1861) εδέχτηκε στο Αργοστόλι την επίσκεψη του λόγιου ριζοσπάστη Θεόδωρου Καρούσου (1808;-1876) παλαιού καθηγητή του, ο οποίος του μίλησε πάλι για τα σχέδια με το Γαριβάλδη, αλλά εκείνος αρνήθηκε να συνεργασθεί λέγοντας τα εξής: «Τον Γαριβάλδην […] τον εκτιμώ πολύ ως στρατιωτικόν γενναίον και πατριώτην γνήσιον, αλλ’ ουχί και ως πολιτικόν άνδρα. και εγώ, ως πολιτικός ανήρ, δεν ανέχομαι να υποβληθώ εις τα σχέδια και τα επιχειρήσεις ενός στρατιωτικού ανδρείου μεν, αλλ’ εστερημένου πολιτικού νοός» κτλ. Η πολιτική σκέψη του Ζερβού, που τον οδήγησε στην άρνηση της συμμετοχής στα κομιτάτα, ήταν ότι η συνεργασία των Ελλήνων με το Γαριβάλδη και η εισβολή του τελευταίου στην Ήπειρο θα προκαλούσε την ανατροπή του Όθωνος, πράγμα που θα οδηγούσε στην καταστροφή της Ελλάδας από την Ευρωπαϊκή διπλωματία.3
Ο Ιωσήφ Μομφερράτος, καθώς είδαμε προηγουμένως, δεν έλαβε μέρος στην κίνηση των κομιτάτων. Άλλωστε τότε βρισκόταν σε μεγάλη αντίθεση με το Λομβάρδο -είναι η εποχή του σχίσματος στο Ριζοσπαστισμό- και δε θα μπορούσε ποτέ να μετέχει σε κίνηση στην οποία πρωτοστατούσε ο ιδεολογικός του αντίπαλος.

Συναντήσεις του Λομβάρδου με το Γαριβάλδη
[…] Από το 1860 λοιπόν κ.ε. ο Λομβάρδος, παράλληλα με την ενωτική δράση του στα Επτάνησα, κινείται δραστήρια και με τα ελληνοϊταλικά κομιτάτα. Τότε έκαμε πολλά ταξίδια στην Αθήνα και την Ιταλία και ήρθε σ’ επαφή με τον Όθωνα, το Βίκτορα Εμμανουήλ Β’, το Γαριβάλδη και άλλες εξέχουσες προσωπικότητες, Έλληνες και Ιταλούς4, «προς επίδειξιν της Μεγάλης Ιδέας», γράφει ο Σπυρίδων Γ. Μαλάκης.
Αναφέρω χαρακτηριστικά μερικές τέτοιες ενέργειές του, όπως μας είναι γνωστές από τους χρονογράφους και τα αρχεία:
Τέλη Σεπτεμβρίου με αρχές Οκτωβρίου του 1861 επισκέπτεται το Γαριβάλδη στην Caprera ως απεσταλμένος του Κομιτάτου της Ζακύνθου, για να του εκφράσει τα αισθήματα σεβασμού και ευγνωμοσύνης του κομιτάτου.
Τότε του υποβάλλει και ένα τιμητικό Προσφώνημα με χρονολογία 13/25 Σεπτεμβρίου 1861, που το υπογράφουν τα μέλη του Κομιτάτου Παύλος Λογοθέτης ιερέας, Παναγιώτης Κλάδης ιερέας, Φραγκίσκος Κουερίνος, Ιωάννης Λισγαράς, Ανδρέας Π. Πλέσσας και ο γραμματέας Ανδρέας Φαραός. Στο Προσφώνημα αυτό, που το είχε συντάξει βέβαια ο ίδιος, αποκαλεί το Γαριβάλδη «ήρωα των εθνικών ελευθεριών», «ούτινος επί της ισχύος του ονόματος βασίζεται και ελπίζει» το Κομιτάτο.
Στις 12 Νοεμβρίου του 1861 στέλνει επιστολή στο Γαριβάλδη.
Το Νοέμβριο του 1861 επίσης επισκέπτεται το στρατηγό στο Τορίνο και του υποβάλλει μακρό υπόμνημα, με το οποίο του περιγράφει την κατάσταση στην Ελλάδα και τον καλεί, αυτόν που είναι «ο άγγελος ο κηδεμών της ελευθερίας των λαών και των εθνικοτήτων αυτών», να κηρύξει την έναρξη του αγώνα στα Βαλκάνια. Έτσι θα προωθηθεί η λύση του Ανατολικού Ζητήματος και θα παγιωθεί η ένωση της Ιταλίας. Παρόμοιο υπόμνημα υπέβαλε τότε και στο Βίκτορα Εμμανουήλ στο Τορίνο.
Τον Ιανουάριο του 1862 ξανασυναντά το Γαριβάλδη στην Caprera.
Την 1/13 Μαρτίου του 1862 σε μακρά επιστολή του προς το Γαριβάλδη από την Κέρκυρα του περιγράφει την κατάσταση στην Ελλάδα μετά το κίνημα του Ναυπλίου της 1/13 Φεβρουαρίου του έτους εκείνου. του χαρακτηρίζει τον Όθωνα «ισχυρογνώμονα σχολαστικό» και «προδότη, αν όχι από προμελέτη, βεβαίως όμως από πολύ μεγάλη ανικανότητα και βλακεία», και τον παροτρύνει να μη δώσει πίστη στις πληροφορίες του Τερτσέτη -που είναι μεν τίμιος, αλλά έπεσε στην παγίδα του Όθωνος-, και ενισχύσει τους κινηματίες του Ναυπλίου.
Στις 10 Μαΐου του 1862 φαίνεται ότι συναντήθηκε με το Γαριβάλδη στα λουτρά του Trescorre και λίγο αργότερα με το Βίκτορα Εμμανουήλ Β’ στο Τορίνο.5
Τέλος τον Ιούνιο του 1862 υπό την ιδιότητά του ως βουλευτής της Ιονίου Βουλής υποβάλλει μακρό υπόμνημα στο Βίκτορα Εμμανουήλ Β’ στο Τορίνο για το Επτανησιακό ζήτημα. Με το υπόμνημα αυτό ενημερώνει το βασιλέα της Ιταλίας για το θρυλούμενο σχέδιο της Αγγλικής διπλωματίας, στις παραμονές της έξωσης του Όθωνος, να ιδρύσει Ιόνιο Πριγκιπάτο υπό το δευτερότοκο γιο της Βικτορίας Αλφρέδο, σχέδιο που αποτελούσε ήδη κοινό μυστικό και αντικείμενο αρθρογραφίας στη δημοσιογραφία της Επτανήσου. Αυτό θα γινόταν με τροποποίηση του Συντάγματος του 1817, που όριζε ότι ο αρχηγός του κράτους έπρεπε να είναι Επτανήσιος εκλεγόμενος από την Προστασία. Εάν τυχόν τροποποιηθεί το Σύνταγμα από μια μεταρρυθμιστική πλειοψηφία της Βουλής, γράφει στο υπόμνημα, ώστε να επιτρέπεται και σε Άγγλο να γίνει αρχηγός του κράτους, αργότερα ο Αλφρέδος θα μπορεί να γίνει κληρονομικός βασιλέας της Ελλάδας. Θα γινόταν δηλ. έτσι καταστρατήγηση της συνθήκης που απαγόρευε την ανάρρηση στο θρόνο της Ελλάδας γόνου των βασιλικών οικογενειών Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας (πρωτόκολλο της 22 Ιανουαρίου / 3 Φεβρουαρίου 1830), γιατί ο Αλφρέδος θα παρουσιαζόταν πλέον όχι ως Άγγλος πρίγκιπας, αλλά ως ηγεμόνας του Ιονίου Πριγκιπάτου, δηλ. Ελληνικής επικράτειας.6 […]

Τελική αποτίμηση
Αυτά είναι τα δεδομένα -όσα τουλάχιστον έχω υπόψη μου εγώ- από την ελληνοϊταλική δράση του Λομβάρδου με τα κομιτάτα. Βέβαια όλες οι προσπάθειες των ελληνικών κομιτάτων με το Γαριβάλδη -όπως άλλωστε και των σλαβικών- ήταν εξ ολοκλήρου χιμαιρικές κι επιπόλαιες και δεν μπορούσε να έχουν κανένα αποτέλεσμα. Άλλωστε η αποτυχία του Γαριβάλδη στο Aspromonte στις 17/29 Αυγούστου 1862 εματαίωσε οριστικά τα χιμαιρικά αυτά σχέδια των κομιτάτων. Επιπλέον η έξωση του Όθωνος στις 10 Οκτωβρίου 1862 άλλαξε την κατάσταση για το Ελληνικό κράτος και για το προτεκτοράτο της Επτανήσου. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι δεν πρέπει να ερευνήσουμε απ’ όλες τις πλευρές την πολιτική δραστηριότητα του Λομβάρδου πριν από την Ένωση. Και οι συγκεκριμένες ενέργειες του ηγέτη των νέων ριζοσπαστών που αναφέραμε παραπάνω δείχνουν ότι αυτός στη γενική του πολιτική για την ένωση της Επτανήσου για την πραγματοποίηση της Μεγάλης Ιδέας επροσπάθησε να συνδέσει το Επτανησιακό ζήτημα με το ενωτικό κίνημα της Ιταλίας και με τον εθνικό ήρωα του κινήματος αυτού Ιωσήφ Γαριβάλδη. Και αυτό αντίθετα προς τους δύο ηγέτες της Κεφαλονιάς, Ηλία Ζερβό-Ιακωβάτο κι Ιωσήφ Μομφερράτο[…].

*Φιλόλογος – Νεοελληνιστής
(Απόσπασμα από την ευρύτερη μελέτη «Ο Επτανησιακός Ριζοσπαστισμός (1848-1964) κι η σχέση του με τις Γαλλικές Επαναστάσεις του 1789 και 1848 και το Ιταλικό Risorgimento», δημοσιευμένη στα «Πρακτικά Β’ Συνεδρίου Επτανησιακού Πολιτισμού» (Λευκάδα 3-8 Σεπτ. 1984) της Εταιρείας Λευκαδικών Μελετών με θέμα «Πολιτισμικές επαφές στα Επτάνησα και αναμεταδόσεις στον υπόλοιπο Ελλαδικό χώρο, 16ος-20ος αι.», Αθήνα 1991, σσ. 337-373.)

ΣΗΜΕΙΏΣΕΙΣ:
1. Τα παραπάνω χωρία βλ. [Ιωσήφ Μομφερράτου], «Ο αγών των εθνικοτήτων και η Ελλάς», εφημ. Της Κεφαλονιάς «Ο Αληθής Ριζοσπάστης», φ. 1, 15/27 Σεπτ. 1862, σσ. 3α, 2γ αντίστοιχα.
2. Βλ. Ηλία Ζερβού-Ιακωβάτου «Αυτοβιογραφία» σ. 77-80 (με τη λέξη «αγυρτεία» υπαινίσσεται το Λομβάρδο και την ομάδα του και με το «μεταμφιεσμένον πατριωτισμόν» εννοεί τους πρώην «καταχθόνιους», που τώρα είχαν μεταμφιεσθεί σε πατριώτες).
3. Βλ. Ηλία Ζερβού – Ιακωβάτου «Αυτόθι», σ. 94-95. Πρβλ. επίσης σ. 104-109.
4. Βλ. Σπυρίδωνος Γ. Μαλάκη, «Απομνημονεύματα» επί της συγχρόνου ιστορίας κτλ., εν Αθήναις 1895, σ. 318-318, 325.
5. Βλ. Π. Χιώτου, «Ιστορία του Ιονίου Κράτους από συστάσεως αυτού μέχρι ενώσεως, έτη 1815-1864», τόμ. Β’, εν Ζακύνθο 1877, σ. 499-500, 512-526, 529, 538-543, 551, 556. Για την πολιτική δραστηριότητα του Λομβάρδου στην Ιταλία το 1861-1862 βλ. και Γεωργίου Θ. Ζώρα, «Επτανησιακά Μελετήματα», τόμ. Γ’, Θωμαζαίος και Επτανήσιοι (ανέκδοτος αλληλογραφία), Αθήναι 1966, σ. 381-400 (=επιστολές του Ιουλίου Τυπάλδου στο Θωμαζαίο της 24 Δεκεμ. 1861 και 5 Αυγ. 1862 από τη Ζάκυνθο κατά της «Γαριβαλδικής» πολιτικής του Λομβάρδου). Πρβλ. του ίδιου, «Ο Θωμαζαίος και η Οθωνική πολιτική κατά τον παρελθόντα αιώνα», «Επτανησιακά Μελετήματα», τομ. Δ’, Αθήναι 1969, σ. 161-196, ιδίως 163-168.
6. Το υπόμνημα αυτό προς το Βίκτορα Εμμανουήλ Β’ το έφερε στη δημοσιότητα από αντίγραφο που είχε στην κατοχή του -προφανώς από τα κατάλοιπα του Λομβάρδου- ο Στέφανος Ι. Παπαδάτος, στον τόμο «Χρονικά Ζακύνθου», Αθήναι 1964, σ. 243-255 (μετάφραση από τα ιταλικά της Λούλας Ι. Παπαδάτου).

Διπλωματικό παρασκήνιο κατά
την Ένωση της Επτανήσου με την Ελλάδα (1864)

Φ.Κ. ΒΩΡΟΣ*

Μια επετειακή εκδήλωση εκφράζει κατ’ αρχήν τη βούληση μιας κοινωνίας να μελετά τα βήματά της κατά το παρελθόν, να κρίνει τις πράξεις της, να κατανοεί καλύτερα τα ανθρώπινα κίνητρα που επικράτησαν κατά το παρελθόν και πιθανότατα ισχύουν για το παρόν, να γίνεται ωριμότερη για το μέλλον της.
Σε τέτοιες περιστάσεις εκφράζουμε τιμή σε κείνους που πρωτοστάτησαν σε ό,τι δεχόμαστε ως αγαθό αποτέλεσμα, εκφράζουμε ίσως και κατανόηση για άλλους, που ίσως νομίζουμε ότι πλανήθηκαν στο πρώτο συναπάντημα με την ιστορία.
Κυριότατα όμως σε τέτοιες περιπτώσεις επιχειρούμε γύμνασμα των συνειδήσεων στην αναζήτηση των κινήτρων της ανθρώπινης δράσης, τα οποία συνήθως κρύβονται πίσω από την επιφάνεια και τον κουρνιαχτό των γεγονότων, πίσω από τη λάμψη των τελετών. Και επειδή συχνά πίσω από την αυλαία της ιστορίας μπορεί το ερευνητικό βλέμμα να ανακαλύψει και σκουριασμένα εργαλεία και ματωμένα ρούχα, οι προσεγγίσεις στο εργαστήρι της Ιστορίας προϋποθέτουν:
• Νηφάλια σκέψη απροκάλυπτη
• Πρόθεση αντικειμενικότητας
• Αναζήτηση της πιο πειστικής τεκμηρίωσης

Η βρετανική «προστασία»
Με κάθε ευκαιρία η Βρετανία άπλωσε «προστατευτικά» την παρουσία της στα νησιά του ιονίου. Το 1809 κατέλαβε τη Ζάκυνθο και την Κεφαλονιά… Τελικά, με την πτώση του Ναπολέοντα, και λίγο μετά το Συνέδριο της Βιέννης (1815), με ειδική συνθήκη (24 Νοεμβρίου 1815) η Βρετανία αναλάμβανε την Προστασία των Επτανήσων.
Από το παρατηρητήριο αυτό των Επτανήσων η Βρετανία:
• Εποπτεύει την όλη οικονομική κίνηση στη Μεσόγειο, με προφανή αντιζηλία και προς την ελληνική ναυτιλία της εποχής.
• Παρεμβαίνει στις σχέσεις της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με τους υπηκόους της.
• Στην αρχή της Ελληνικής Επανάστασης (1821) αντιπράττει προς τους Έλληνες, ύστερα συμπράττει, για να προωθεί αγγλόφιλα αισθήματα και ληστρικά δάνεια (που επρόκειτο να δεσμεύσουν για πολλές δεκαετίες την ελληνική οικονομία και την πολιτική ζωή).
Μέσα σε αυτό το κλίμα και με αυτό το πνεύμα οι Άγγλοι οργάνωσαν την Ιόνιο πολιτεία, κράτος υπό βρετανική «Προστασία» (κατά το γράμμα της Συνθήκης του 1815). Στην πραγματικότητα επρόκειτο για Αγγλοκρατία στα Επτάνησα.
Όταν άρχιζε μέσα στ δύσκολες περιστάσεις τη σταδιοδρομία του το Ελληνικό Κράτος (1832) και διαμορφωνόταν των Ελλήνων η Μεγάλη Ιδέα (1844), εύλογο ήταν αυτό να ασκεί έλξη προς τους Επτανήσιους, αφού μάλιστα πολλοί Επτανήσιοι πρωτοστατούσαν στην οικοδόμηση του Νέου Ελληνικού Κράτους (Καποδίστριας, Μεταξάς…).
Και άρχισαν οι Επτανήσιοι να διαμορφώνουν το αίτημα για Ένωση με την ευρύτερη Ελληνική Πατρίδα. Το αίτημα κατά τη δεκαετία του 1840 έπαιρνε ολοένα:
• Ευρύτερο περιεχόμενο (κοινωνικό, πολιτικό, εθνικό).
• Μαχητική έκφραση (κυρίως το 1848-50). Αναφερόμαστε βέβαια στις μαχητικές εκδηλώσεις του Σταυρού (Σεπτέμβριος 1848) και στην εξέγερση της Σκάλας (1849) και στη διαμόρφωση αντιβρετανικών ή αντιπροστασιακών αισθημάτων στους κατοίκους των Ιονίων.
Η Προστάτρια δύναμη χρησιμοποίησε όπλα, κατέφυγε σε διώξεις, καταδίκες, απαγχονισμούς, εξορίες, εκλογικές νοθείες.
Και διαμορφώθηκαν τότε στα Ιόνια νησιά τρία κόμματα ή πολιτικά μορφώματα:
• Προστασιανοί (εκείνοι που ήθελαν ή ανέχονταν τη βρετανική Προστασία)
• Μεταρρυθμιστές
• Ριζοσπάστες
Οι τελευταίοι προωθούσαν θαρραλέα το αίτημα της Ένωσης και το διατύπωσαν επίσημα μέσα στην αίθουσα της Θ’ Βουλής της Ιονίου Πολιτείας (Κέρκυρα, 1850).

Πώς φτάνουμε στην Ένωση
Από κάποια χρονική στιγμή (μετά τον κριμαϊκό πόλεμο, 1854-57) η Βρετανία άρχισε να μελετά άλλους τρόπους υπεράσπισης των συμφερόντων της στον ελλαδικό και μεσογειακό χώρο. Η βρετανική διπλωματία λειτούργησε περίπου ως εξής:
Ένωση θέλετε; Ένωση να έχετε.
Σεις θα υποβάλετε ικετήριες επιστολές προς τη Βασίλισσά μας κι εμείς αντί να έχουμε βάση ελέγχου της Μεσογείου στην Κέρκυρα μπορούμε να μετακινηθούμε στην Αθήνα (Ήταν η προφανής σκέψη των Προστατών, όπως αποδείχθηκε από τις έπειτα πράξεις τους.).
Αρκεί να εκλέξετε σεις (Επτανήσιοι και λοιποί Έλληνες) βασιλιά άτομο αρεστό σε μας, που θα δείξει κατανόηση για τις επιδιώξεις μας.
Διατύπωσα πολύ απλουστευτικά αυτά που έγιναν με πολλή δεξιότητα και μεθοδικότητα της βρετανικής διπλωματίας.
Και καταγράφω στη συνέχεια και σχολιάζω αυτές τις ενέργειες, οι οποίες τεκμηριώνονται με βάση τις πηγές: Έγγραφα του Υπουργείου των Εξωτερικών, Πρακτικά του Βρετανικού Κοινοβουλίου.
1. Η βρετανική διπλωματία αναζητεί πρόσωπο αρεστό για το βασιλικό θρόνο στην Ελλάδα μετά την έξωση του Όθωνα (1862).
2. Διαπραγματεύεται με τους κηδεμόνες του νέου «υποψήφιου / αρεστού» τις απολαβές και τις υποχρεώσεις του.
3. Του εξασφαλίζει τρεις χορηγίες.
4. Όταν εκλέγεται βασιλιάς,
• Του ζητεί να υπογράψει ότι: Δε θα ασκεί πολεμική κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, γιατί αυτή είναι χρήσιμο ανάχωμα έναντι της Ρωσίας.
Άρα, όταν εκείνος αποδέχεται τον ελληνικό θρόνο, αποδέχεται ταυτόχρονα να απαρνηθεί την εθνική ιδεολογία των υπηκόων του, δηλαδή τη Μεγάλη Ιδέα, πριν τους συναντήσει, γιατί αυτό εξυπηρετεί τη βρετανική πολιτική. Και παράλληλα:
Η Προστάτρια Δύναμη παρακολουθεί προσεκτικά τις κινήσεις του, τη συμπεριφορά του. λέγει λ.χ. ο βρετανός συνομιλητής του Τρικούπη: «ότι τα πρώτα βήματα της νέας εν Ελλάδι Δυναστείας εγένοντο υπό τους αισιωτέρους οιωνούς… δια της ειρήνης… πολιτικής ην ο βασιλεύς διετύπωσεν εν τη Προκηρύξει του λέγων…». (Από την πρώτη εμφάνιση του Γεωργίου στην Ελληνική Βουλή).
Πραγματικά είχε πει ο Γεώργιος στη Βουλή: «ότι θα κάμει την Ελλάδα πρότυπον ελευθέρου Κράτους εν τη Ανατολή» (δια της ειρήνης). (Για απελευθέρωση αλυτρώτων: Θεσσαλίας, Ηπείρου, Μακεδονίας, Αιγαίου… ούτε λέξη).
• Του ζητεί να αναλάβει εκείνος τις οικονομικές υποχρεώσεις που είχε υπογράψει ο βρετανός αρμοστής προς την Ιονική Τράπεζα, προς τον Αυστριακό κλάδο της Εταιρείας Lloyd, προς την Εταιρεία Υγραερίου της Μάλτας και άλλους δικαιούχους.
• Του ζητεί να υπογράψει εκείνος για τη συνταξιοδότηση 26+26 βρετανών αξιωματούχων της Ιόνιας Πολιτείας, αφού αυτή η περιοχή επρόκειτο να ενσωματωθεί στο Ελληνικό Κράτος.
Με αυτές τις προϋποθέσεις (φανερές ή κρυφές) προωθήθηκε η Ένωση.

Το τραγικό σύμπτωμα
Και έχουμε τούτο το τραγικό σύμπτωμα: πρόσωπα που αποποιούνται ρόλους ή διαμαρτύρονται την ώρα της θεωρούμενης εθνικής επιτυχίας (την ώρα της Ένωσης), για την οποία είχαν αγωνιστεί:
• Οι κορυφαίοι Ριζοσπάστες (που είχαν γνωρίσει διώξεις, εξορίες, ταπεινώσεις) π.χ. ο Ζερβός, ο Ιωσήφ Μομφερράτος, αποποιούνται την Ένωση την ώρα που προσφέρεται ως δώρο! (ως έκφραση ευαρέσκειας της Βρετανίας για την εκλογή του Γεωργίου ως βασιλιά των Ελλήνων). Ιδιοτροπία; Μάλλον όχι. Ο Ζερβός ως εξόριστος στα Αντικύθηρα, «εις οικίαν υδροστάζουσαν εν καιρώ χειμώνος» είχε γράψει συνοπτικά την εκτίμησή του για τη Βρετανική Προστασία: «Όπου ο ξένος βασιλεύει όλα είναι ψεύδος και σκιά…»…
• Επίσης, ο Χαρίλαος Τρικούπης, ειδικός απεσταλμένος της ελληνικής Κυβέρνησης στο Λονδίνο για τις διαπραγματεύσεις τις σχετικές με την Επτάνησο, έγραφε με πικρία από εκεί στον Υπουργό του (Π. Δηλιγιάννη): «Παρετήρησα εις τον λόρδον Ρώσσελ (Russell) ότι αποστέλλουσά με εις Λονδίνον η Κυβέρνησις του Βασιλέως ηγνόει ότι δεν προσεκαλούμην ίνα λάβω μέρος εις τας περί Ενώσεως της Επτανήσου διαπραγματεύσεις αλλ’ απλώς ίνα δώσω την συναίνεσίν μου εις αποφάσεις ληφθείσας ήδη υπό των άλλων»…
[Το ίδιο σύμπτωμα σημείωσε το 1959 ο Μακάριος, όταν τον κάλεσαν στο Λονδίνο να υπογράψει ό,τι είχαν συμφωνήσει άλλοι λίγες μέρες νωρίτερα στη Ζυρίχη. Τυχαία ομοιότητα συμπεριφορών ή καθιερωμένη διπλωματική πρακτική;]
Όμως και χωρίς τη συμμετοχή του Τρικούπη υπογράφτηκε από την Αγγλία και τις άλλες Μεγάλες Δυνάμεις της τότε Ευρώπης συμφωνία που πρόβλεπε τερματισμό της Βρετανικής Προστασίας, πλουσιοπάροχη προικοδότηση του Γεωργίου.
Έπειτα υπογράφτηκε η δεσμευτική για το Γεώργιο (βλαπτική για τα ελληνικά συμφέροντα) Συνθήκη του Λονδίνου (Πρωτόκολλα της 4ης, 15ης και 24ης του Μάη 1863, παλαιό Ημερολόγιο), όπου καταγράφτηκαν αναλυτικά οι δεσμεύσεις -δουλείες, τις οποίες επωμιζόταν το ελληνικό δημόσιο. (Παράρτημα II)

Εύλογος προβληματισμός
Εύλογο είναι να αναρωτιόμαστε σήμερα:
• Σε ποια έκταση, ποιο βαθμό γνώριζαν τότε (οι Ριζοσπάστες και ο Τρικούπης) ή οσφραίνονταν όλα αυτά που γίνονταν στο παρασκήνιο.
• Πόσο ήταν ρομαντικοί στην αναζήτηση δικαιοσύνης οι αδιάλλακτοι Ριζοσπάστες (όπως οι Ζερβός, Μομφερράτος), που προτίμησαν να αναβάλουν την Ένωση, παρά να αποδεχτούν τη φενάκη της εκούσιας αποχώρησης της Αγγλίας.
• Πόσο ήταν ενδοτικοί ή ρεαλιστές εκείνοι που αποδέχτηκαν τα γενόμενα (Λομβάρδος και άλλοι).

Θετικές παρενέργειες της Ένωσης
Τούτο είναι βέβαιο:
α. Η ενσωμάτωση της Επτανήσου με την άλλη Ελλάδα το 1864 αποτέλεσε την πρώτη ικανοποίηση, έστω φαινομενικά, της πολιτικής της Μεγάλης Ιδέας.
β. Οι Επτανήσιοι έφεραν στην Κοινοβουλευτική ζωή της Ελλάδας την εμπειρία τους από αγώνες πολιτικούς, εθνικούς, κοινωνικούς. Δεν είναι τυχαίο ότι τα πρώτα βήματα του Κοινωνισμού (σοσιαλισμού) στην Ελλάδα συνδέονται με ονόματα Επτανησίων, όπως: του Π. Πανά, του Ρόκου Χοϊδά, του Δρακούλη, του Μαρίνου Αντύπα.
γ. Έφεραν μαζί τους στην ελλαδική κοινωνία μια πνευματική παράδοση, που εκφράζεται με ονόματα όπως ο Σπ. Ζαμπέλιος, ο Πέτρος Βράιλας Αρμένης, ο Παύλος Καλλιγάς και άλλοι.
δ. Έφεραν επίσης μια λαμπρή και επιβλητική ποιητική κληρονομιά (με κορυφαίο όνομα το Σολωμό) και ώριμο το αίτημα για αναγνώριση της δημοτικής γλώσσας ως μέσου σκέψης και έκφρασης των Νεοελλήνων.
Δεν είναι τυχαίο ότι για πρώτη φορά σε ακαδημαϊκή εκδήλωση στον ελλαδικό χώρο έγινε επίσημα δεκτή από πανεπιστημιακές αρχές η επιλογή του Αρ. Βαλαωρίτη, ο οποίος είχε δηλώσει ότι δέχεται να είναι ομιλητής στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου μόνο με γλωσσική έκφραση δημοτική.

*Δρ. Φιλοσοφίας, επίτ. Σύμβουλος Παιδαγ. Ινστιτούτου

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
Παράστημα Ι: Πρωτογενές υλικό τεκμηρίωσης και βιβλιογραφικής στήριξης:
1. Υπουργείο των Εξωτερικών: Έγγραφα Επίσημα επί του Επτανησιακού Ζητήματος. Διαπραγματεύσεις.
Περιλαμβάνει:
α. Αλληλογραφία του Έλληνα Πληρεξουσίου Χαριλάου Τρικούπη προς τον αρμόδιο Υπουργό επί των Εξωτερικών (Π. Δηλιγιάννη) και Οδηγίες του δευτέρου προς τον πρώτο.
β. Κείμενα των συνθηκών ανάμεσα στις Ευρωπαϊκές Δυνάμεις (που είχαν εγγυηθεί την Προστασία της Αγγλίας επί των Επτανήσων το 1815) και τον Βασιλέα των Ελλήνων.
2. Γεωργίου Φιλάρετου, «Ξενοκρατία και Βασιλεία εν Ελλάδι».
3. Γεωργίου Ρούσου, «Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας (1826-1974)», τόμ. 4ος.
4. Γιάννη Κορδάτου, «Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας», τόμος XII (1862-1900).
5. Γιώργου Μοσχόπουλου, «Ιστορία της Κεφαλονιάς» (ο β’ τόμος).
6. Νίκος Μοσχονά, «Το Ιόνιον Κράτος» και άλλες σελίδες στην «Ιστορία του Νεοελληνικού Έθνους», τ. ΙΓ’ (σελ. 202-217, 222, 225-37, 233-35).
7. Ελένης Κούκου, «Ιστορία των Επτανήσων», (1797 ως την Αγγλοκρατία).

Παράρτημα II: Υπουργείο Εξωτερικών Έγγραφα επίσημα επί του Επτανησιακού Ζητήματος: Διαπραγματεύσεις.
1. Τηλεγράφημα (από το Λονδίνο) «Προς τον εν Αθήναις πρέσβυν της Αγγλίας» (13/25 Οκτωβρίου 1863), για να στείλει η Ελληνική Κυβέρνηση Πληρεξούσιο στο Λονδίνο.
2. Τηλεγράφημα: από Π. Δηλιγιάννη (Υπ. Εξωτερικών) προς τον Χαρίλαο Τρικούπην (1/13 Νοεμβρίου 1863) (Γενικές Οδηγίες).
3. Δηλιγιάννης προς Τρικούπην (13/25 Νοεμβρίου 1963): «Απαίσιαι φήμαι… προς ουδετέρωσιν των νήσων και των υδάτων… κατεδάφισιν των φρουρίων… μη υπογράψητε» (δις).
4. Αριθμ. Εγγρ. 6, σελ. 7-9: Συνθήκη υπογραφείσα εν Λονδίνω την 14 Νο 1863 (συνημμένη φωτοτυπία εκ 3 σελίδων).
5. Δηλιγιάννης προς Τρικούπην, εις Λονδίνον (19 Ν. / 1 Δεκ. 1863): «Το κείμενον της συνθήκης όπερ επροξένησεν λυπηράν και ανέκφραστον εντύπωσιν ενταύθα και εις Επτάνησον».
6. Δηλιγιάννης προς Τρικούπην (21 Ν. / 3 Δεκ. 1863): «οδυνηράν εντύπωσιν».
7. Αριθμ. Εγγρ. 10 (σελ. 18) στις 13 Ν. / 25 Ν. 1863: Τρικούπης προς Δηλιγιάννην: «Παρετήρησα εις τον λόρδον Russell (Υπ. Εξ.) ότι αποστέλλουσά με εις Λονδίνον ως Πληρεξούσιον η Κυβέρνησις του Βασιλέως ηγνόη ότι δεν προσεκαλούμην ίνα λάβω μέρος εις τας περί Ενώσεως της Επτανήσου διαπραγματεύσεις αλλ’ απλώς ίνα δώσω την συναίνεσίν μου εις αποφάσεις ληφθείσας ήδη υπό των άλλων»…
8. Τρικούπης προς Δηλιγιάννην την 9/21 Δεκ. 1863 (αριθμ. Εγγρ. 8, σελ. 14-16): Ο λόρδος Russell εξέφρασε την ευχαρίστησίν του επί τω ότι τα πρώτα βήματα της νέας εν Ελλάδι δυναστείας εγένοντο υπό τους αισιωτέρους οιωνούς… (περί) πραγματοποιήσεως της Μεγάλης Ιδέας, δια της ειρήνης… πολιτικής ην ο βασιλεύς διετύπωσεν εν τη Προκηρύξει του λέγων ότι θα κάμη την Ελλάδα πρότυπον ελευθέρου Κράτους εν τη Ανατολή.
9. Η δε ρηθείσα Ιόνιος Βουλή δι’ ομοφώνου Ψηφίσματος της 7/19 Οκτ. 1863 εξέφρασε την επιθυμίαν ταύτην (αποδοχή της Ένωσης).

Παράρτημα III: Σύνοψη του διπλωματικού παρασκηνίου για την Ένωση της Επτανήσου και την εκλογή «αρεστού» για τους Βρετανούς βασιλιά.
Διαδικασία και ουσία της τελικής φάσης προς την Ένωση.
• 5 Μαΐου 1858 προτείνεται η υποβολή ικετηρίου Υπομνήματος προς τη βασίλισσα της Αγγλίας. Υποστηρίζεται από το Λομβάρδο, αποκρούεται από άλλους και τους: Ζερβό – Μομφερράτο.
• Διάσπαση των Ριζοσπαστών: Οι παλαιοί αγωνιστές εμμένουν στην επιδίωξη στόχων εθνικών, κοινωνικών, δημοκρατικών.
• 22 Μαΐου / 3 Ιουνίου 1858 η Βουλή αποδοκιμάζει τις φήμες περί αποικιοποίησης της Κέρκυρας / απελευθέρωσης των άλλων νησιών.
• Οκτώβριος του 1862 έξωση του Όθωνα, που είχε υιοθετήσει τη Μεγάλη Ιδέα, άρα διαμελισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, άρα ήταν ενοχλητικός για τη βρετανική πολιτική.
• Το Νοέμβριο του 1862 (η βρετανική διπλωματία) διαβιβάζει στον έκτακτο απεσταλμένο Χαρίλαο Τρικούπη, ότι η Βρετανία θα μπορούσε να αφήσει τα νησιά στην Ελλάδα, αν αυτή δεχόταν βασιλιά αρεστό στους Άγγλους.
• Έτσι οι Άγγλοι επιδίωκαν και στην Ελλάδα να έχουν τον άνθρωπό τους και την ακεραιότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας να συντηρούν, γιατί έτσι συντηρούσαν ένα ανάχωμα έναντι της Ρωσίας.
• Και άρχισαν να αναζητούν τον άνθρωπο που θα προωθούσαν εδώ ως βασιλιά για τα δικά τους συμφέροντα. Ο κλήρος έπεσε στον πρίγκιπα της Δανίας Γεώργιο Glucksburg.
• Σύμφωνα, λοιπόν, με τις φανερές ρήτρες της επίσημης συνθήκης (μεταξύ Αγγλίας – Γαλλίας – Ρωσίας) ο Γεώργιος απολάμβανε τα ακόλουθα προνόμια:
α. Βασιλική χορηγία από την Ελληνική Πολιτεία, τη νέα πατρίδα.
β. Πρόσθετη χορηγία 10.000 στερλινών το χρόνο από τα δημόσια έσοδα της Επτανήσου.
γ. Άλλη πρόσθετη χορηγία 12.000 στερλινών το χρόνο από τις τρεις Προστάτιδες Δυνάμεις από χρήματα που εισέπρατταν από την Ελλάδα.
(Δηλαδή: τρεις χορηγίες, όλες με χρήματα Ελλήνων.)
• Επίσης Σύμφωνα με τις φανερές ρήτρες αναλάμβανε υποχρεώσεις:
α. όποιες δεσμεύσεις οικονομικές άφηνε η Αγγλία στα Ιόνια νησιά (έναντι του Αυστριακού Lloyd, έναντι της Ιονικής Τράπεζας, έναντι…) εις βάρος του Ελληνικού δημοσίου.
β. Συνταξιοδότηση βρετανών αξιωματούχων που αποχώρησαν, αφού έληξε η Προστασία.
γ. Αποζημιώσεις έναντι άλλων που αποχωρούσαν λόγω τερματισμού της Προστασίας.
• Και σύμφωνα με τις μυστικές αγγλοδανικές διαπραγματεύσεις ο Γεώργιος δεσμευόταν να μην αφήνει να εκδηλωθεί από ελληνική πλευρά οποιαδήποτε παρενόχληση κατά τη Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, άρα είχε δεσμεύσει την εθνική ιδεολογία του λαού του πριν έρθει εδώ. Κατά τα άλλα, επίσημο έμβλημα του βασιλιά ήταν: «Ισχύς μου η αγάπη του λαού μου»!…
Επειδή αυτά τα συγκλονιστικά στοιχεία ηχούν ή κάποτε ηχούσαν ως λόγοι αντιδυναστικής πολιτική, χρήσιμο φαίνεται να θυμίζουμε τα σχετικά τεκμήρια:
α. Για τις βασιλικές χορηγίες και τις συντάξεις μιλούν εύγλωττα τα επίσημα κείμενα, δημοσιευμένα σε ειδικό τόμο του Υπουργείου των Εξωτερικών με τίτλο: Έγγραφα επίσημα επί του Επτανησιακού Ζητήματος (1864).
β. Για τις μυστικές δεσμεύσεις: Έχουμε τα επίσημα κείμενα του Βρετανικού Κοινοβουλίου, που ανακάλυψε και δημοσίευσε ο Γεώργιος Φιλάρετος. Ευρεία ανάλυση των συζητήσεων που έγιναν στο Βρετανικό Κοινοβούλιο μπορεί κανείς να βρει στο: Γεωργίου Ρούσου «Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας» (1826-1964) τ. Δ’ σελ. 101-136.
Για την αποδοχή της εγκυρότητας αυτών των στοιχείων σας μεταφέρω τι γράφει ένας υπερασπιστής της βασιλικής οικογένειας, ο Σπύρος Μαρκεζίνης. Στην «Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος» (Α’ 301-302) σχολιάζει τα περί δεσμεύσεων του Γεωργίου ανώδυνα για το νεαρό βασιλιά, αλλά επιβεβαιωτικά ως προς το περιεχόμενο:
«Η αγγλική πολιτική δια της εκλογής του Γεωργίου είχε επιτύχει πολλούς από τους αντικειμενικούς στόχους της… (και) είναι βέβαιο ότι ο Γεώργιος Α’ είχε πάντοτε πρόθεσιν να ακολουθήσει εντελώς διάφορον πολιτική από εκείνην του Όθωνος. Ήθελε την ειρήνην αντί παντός άλλου. Είναι όμως δύσκολον να αποφανθή κανείς από ποίου σημείου ήρχιζε πράγματι η δική του πολιτική και πού ετερματίζοντο αι έστω ανεπισήμως αναληφθείσα έναντι των κηδεμόνων του υποχρεώσεις, αι οποίαι κατά κάποιον τρόπον τον εδέσμευον…».

Ριζοσπαστισμός: Ο «εσωτερικός αγώνας»

ΠΕΤΡΟΣ ΠΕΤΡΑΤΟΣ*

Είναι αλήθεια πως κάθε κίνημα και κάθε ιδεολογία δεν είναι φαινόμενα στατικά και αμετάβλητα. Αντίθετα, εμπεριέχουν μια δυναμική και γι’ αυτό ακριβώς ανανεώνονται και εμπλουτίζονται ή αλλοιώνονται και απονεκρώνονται, ανάλογα με τις απαιτήσεις των καιρών και το συσχετισμό των κοινωνικών δυνάμεων της εποχής, ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία των ηγετών τους και το δυναμισμό ή το συμβιβασμό του λαϊκού παράγοντα.
Ωστόσο, για το κάθε κίνημα και την καθεμιά ιδεολογία υπάρχει ο βασικός πυρήνας αρχών και επιδιώξεών τους. Και τούτος ο πυρήνας έχει κατοχυρωθεί ιστορικά μέσα από επίσημα κείμενα και πρακτικές ενέργειες. γι’ αυτό δεν είναι εύκολο να αποσιωπηθεί ή διαστρεβλωθεί. Αντίθετα, γίνεται σημείο αναφοράς και σύγκρισης για κάθε φάση ή τάση ή απόκλιση του κινήματος ή της ιδεολογίας -μαζί, βέβαια, με τις όποιες διαφορετικές ερμηνείες του πυρήνα αυτού.
Όλα τα παραπάνω μπορούν άριστα να «εφαρμοστούν» στο ριζοσπαστικό κίνημα που γεννήθηκε κι αναπτύχθηκε πρώτα στην Κεφαλονιά κι αργότερα στα υπόλοιπα Ιόνια νησιά κατά την περίοδο της Αγγλοκρατίας.1

Το περιεχόμενο του Ριζοσπαστισμού
Ο Ριζοσπαστισμός υπήρξε κίνημα εθνικοαπελευθερωτικό και ταυτόχρονα αστικοδημοκρατικό. Άλλωστε, ο λόγος των Ριζοσπαστών, όπως αυτός αποτυπώθηκε στις ριζοσπαστικές εφημερίδες της εποχής εκείνης, φαίνεται επηρεασμένος από τη Γαλλική Φεβρουαρινή επανάσταση του 1848, την ουτοπιστική σοσιαλιστική ιδεολογία του Saint-Simon, τις καινοκτημονικές θεωρίες του Proudhon και τις θέσεις του Ιταλού πολιτικού και στοχαστή του Risorgimento, του Mazzini.2
«Η παύσις της Προστασίας», υποστήριζε ο ριζοσπάστης ηγέτης Ηλίας Ζερβός – Ιακωβάτος (εφ. «Ο Φιλελεύθερος», φ. 8, 22-7-1850), «η ένωσις της Επτανήσου μετά της Ελλάδος και η ανέγερσις δημοκρατικής πολιτείας είναι αρχαί, αίτινες πραγματοποιούμεναι ουδέν κενόν αφήνουν». Και διευκρίνιζε ο Ιωσήφ Μομφερράτος, η άλλη ισάξια ηγετική μορφή του κινήματος: «Εθνικότης ελευθέρα και ανεξάρτητος, κυριαρχία του λαού πλήρης, ιδού το σημείον της αναχωρήσεώς μας, ιδού η βάσις και το θεμέλιον της ενεργείας μας, ιδού ο αρχικός σκοπός μας.
Εν ελλείψει της συνυπάρξεως και της ακεραιότητας των όρων τούτων εις τας κοινωνίας, ούτε ιδίαν και ζώσαν προσωπικότητα, ούτε ιδίαν και ελευθέραν θέλησιν δυνάμεθα εις αυτάς γα εννοήσωμεv» (εφ. «Αναγέννησις», φ. 21, 23-6-1851).
Το αίτημα, λοιπόν, της εθνικής ανεξαρτησίας ο Ριζοσπαστισμός το συνδύαζε με εκείνο της λειτουργίας δημοκρατικού πολιτεύματος. Γι’ αυτό και ενέτασσε τον αγώνα για την ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα στο παραπάνω πλαίσιο αιτημάτων και διεκδικήσεων. Διαφορετικά, θεωρούσε την ένωση «κήρυγμα μονομερές και αντιπατριωτικόν», που εξυπηρετούσε μόνο τα συμφέροντα της αγγλικής πολιτικής και διπλωματίας. Ακριβώς εδώ βρίσκεται το κύριο σημείο της διαφωνίας, της ρήξης και της διάσπασης του ριζοσπαστικού κινήματος, αυτό ήταν το πεδίο του «εσωτερικού αγώνα» του Ριζοσπαστισμού.

Από το Ριζοσπαστισμό στον Ενωτισμό
Η εξάπλωση του Ριζοσπαστισμού θορύβησε, ιδιαίτερα μετά την επιτυχία του στις πρώτες ελεύθερες εκλογές του 1850, την «Προστασία» και τα ιόνια όργανά της, γι’ αυτό κατέβαλαν κάθε προσπάθεια, για να αποκεφαλίσουν το κίνημα, να τρομοκρατήσουν το λαό, να σκορπίσουν τη σύγχυση. Με το κλείσιμο των ριζοσπαστικών εφημερίδων και την πεντάχρονη εξορία (Οκτ. 1851 – Φεβρ. 1857) των ηγετών Ηλ. Ζερβού – Ιακωβάτου και Ιωσ. Μομφερράτου δημιουργήθηκε σοβαρό κενό ηγεσίας. Έτσι, το κέντρο του κινήματος μετατοπίστηκε από την Κεφαλονιά στη Ζάκυνθο με την ανάδειξη και προώθηση του Ζακυνθινού Κωνσταντίνου Λομβάρδου.
Ο τελευταίος αλλοίωσε τα ριζοσπαστικά οράματα και αφυδάτωσε το αίτημα της Ένωσης, αφού εξοβέλισε το δημοκρατικό -κοινωνικό περιεχόμενο του κινήματος. Δημιούργησε μια άλλη τάση μες στο Ριζοσπαστισμό που έγινε πλειοψηφούσα και οδήγησε στην Ένωση μέσα από πολιτικά παιχνίδια και διπλωματικές διεργασίες, μακριά από τους άμεσα ενδιαφερόμενους, τους πολίτες των Ιόνιων νησιών. Ο Κ. Λομβάρδος και οι ομοϊδεάτες του αυτοαποκαλούνταν Ριζοσπάστες, αλλά δεν τους αποδέχονταν οι «παλαιοί», ο Ηλ. Ζερβός – Ιακωβάτος και ο Ιωσ. Μομφερράτος. Για τους τελευταίους οι πρώτοι ήταν «ψευδοριζοσπάστες» ή «νεοφώτιστοι ενωτιστές» κάποτε και «νεοφώτιστοι Ριζοσπάστες», κατά μία έκφραση του Ηλ. Ζερβού – Ιακωβάτου.
Ο «εσωτερικός αγώνας» λοιπόν έχει ξεκινήσει (από το 1858 που έγινε φανερός) και συνεχίστηκε οξύτατος μέχρι την Ένωση.

Ο «κομμουνιστής» Ιωσήφ Μομφερράτος
Ας παρακολουθήσουμε κάποια ενδιαφέροντα επεισόδια.
Ο Κ. Λομβάρδος σε ανοιχτή επιστολή του προς τον Ιωσ. Μομφερράτο στις 28 Ιουλίου 18583 ισχυρίζεται ότι ο Ριζοσπαστισμός δεν ήταν ποτέ κίνημα με «Κοινωνιστικό» περιεχόμενο: «Πότε, φίλτατε Ιωσήφ, ο λαός της Επτανήσου συνεταύτισε το ζήτημα της εθνικής αποκαταστάσεως μετά του ζητήματος της εφαρμογής της δημοκρατίας εις το πολίτευμα και του κοινωνισμού ή κομμουνισμού εις την πολιτείαv;».4 Η παρέκκλιση είναι προφανής.
Όταν, τον επόμενο χρόνο, ο Κεφαλονίτης Ριζοσπάστης σε εκτενές άρθρο του (εφ. «Αναγέννησις», φ. 59, 16-5-1859) θα εκθέσει το δημοκρατικό και κοινωνικό περιεχόμενο του ριζοσπαστισμού, ο Κ. Λομβάρδος θα απαντήσει γράφοντας ανάμεσα στ’ άλλα, με ύφος υπεροπτικό και ειρωνικό: «Αν τινές -και δεν θέλομεν παύσει επαναλαμβάνοντές το- δύο ή τρεις εν Κεφαλληνία σοσιαλισταί ή κομμουνισταί αποκαλούνται ριζοσπάσται, δεν έπεται εκ τούτου ότι όσοι αποκαλούνται ριζοσπάσται είναι δια τούτο σοσιαλισταί ή κομμουνισταί» (εφ. «Η Φωνή του Ιονίου», φ. 50, 5-6-1859).
Με τέτοιες φραστικές επιθέσεις πασχίζει ο ενωτιστής Κ. Λομβάρδος να εξοντώσει πολιτικά τον παλαίμαχο ηγέτη Μομφερράτο εκμεταλλευόμενος αριστοτεχνικά το σύνδρομο της κομμουνιστικής φοβίας, αφού τον καταγγέλλει ως… κομμουνιστή.5 Ο ίδιος, βέβαια, ο Ιωσ. Μομφερράτος ποτέ δε χρησιμοποίησε αυτό τον όρο για τον εαυτό του και τους ομοϊδεάτες του, αν και γνώριζε τη σημασία του. Κατηγορούνται επίσης από τον Κ. Λομβάρδο οι συνεπείς, οι γνήσιοι Ριζοσπάστες ότι με την αδιαλλαξία τους οδηγούν τον ενωτικό αγώνα σε αδιέξοδο, ότι δεν είναι ρεαλιστές. Εκείνοι, όμως, σταθερά και επίμονα υποστηρίζουν ότι «οι νέοι δογματολόγοι [= οι Ενωτιστές του Κ. Λομβάρδου] κολοβώσαντες τον ριζοσπαστισμόv κατά τας ουσιώδεις αυτού αρχάς, την ελευθερίαν και ιστοπολιτείαν και ορίσαντες αυτώ κύκλον τινά, κατά πολύ περιορισμένον εις την ενέργειάν του, λέγουσιν εν και μόνον οφείλει ο ριζοσπαστισμός να φωνάζη: Ένωσιν, ένωσιν και μηδέν άλλο» (εφ. «Αλήθεια», φ. 12, 14-12-1861).

Ηλ. Ζερβός-Ιακωβάτος: όχι στην «αγυρτεία»
Αυτήν ακριβώς τη γραμμή της Ένωσης χωρίς το δημοκρατικό κοινωνικό περιεχόμενό της έχει χαράξει ο Κ. Λομβάρδος. Στην Ένωση προσανατολίζεται και η αγγλική διπλωματία, μετά την αποτυχία της αποστολής του Γλάδστωνα στα Επτάνησα (1859), συνδυάζοντάς την με την έξωση του Όθωνα από τον ελληνικό θρόνο και την αντικατάστασή του με νέο βασιλιά, πειθήνιο όργανό της. Οι γνήσιοι, βέβαια, Ριζοσπάστες έγκαιρα αντιλήφθηκαν τους στόχους της αγγλικής πολιτικής. Διείδαν τους κινδύνους για την Ελλάδα από την αγγλική διπλωματία και ραδιουργία.
«Αγυρτεία» ονόμασε ο Ηλ. Ζερβός – Ιακωβάτος την παραπάνω πολιτική της Αγγλίας απέναντι στα Επτάνησα αλλά και στο ελληνικό κράτος. Και την «οδόν της αγυρτείας» ακολούθησε ο «νεοφώτιστος Ριζοσπάστης» Κ. Λομβάρδος, ο οποίος, νοθεύοντας τις αρχές του ριζοσπαστισμού, υπήρξε ο κύριος υπεύθυνος της «στρεβλής Ενώσεως», και παραμένοντας «πιστός εις την αγυρτείαν και την ξενολατρείαν», μετατράπηκε σε «Εφιάλτην του ενωτικού ζητήματος», σύμφωνα με το Ζερβό – Ιακωβάτο.6
Είναι προφανές ότι η ρήξη ανάμεσα στους πρωτοπόρους γνήσιους Ριζοσπάστες και στους μεταγενέστερους «νεοφώτιστους ενωτιστές» είναι αγεφύρωτη. Ο «εσωτερικός αγώνας» έχει φθάσει στο ανώτατο σημείο του. Στη 13η Ιόνια Βουλή όλοι, Καταχθόνιοι, Μεταρρυθμιστές και Ενωτιστές ψήφισαν (29 Σεπτεμβρίου 1863) την Ένωση των Επτανήσων με την Ελλάδα. Όμως, οι Ριζοσπάστες Ηλίας Ζερβός – Ιακωβάτος και Ιωσήφ Μομφερράτος -αυτοί που αγωνίστηκαν και μάτωσαν για την Ένωση- δεν ήταν εκεί. Απουσίαζαν συνειδητά. Είχαν αρνηθεί να θέσουν υποψηφιότητα για μια Βουλή, η οποία θα συνερχόταν, για να επισημοποιήσει την «καταχθόνια» βρετανόπνευστη ένωση.7 Έτσι, αρνήθηκαν να υπογράψουν μια ένωση «που υπαγορεύτηκε από πολιτικές ιδιοτέλειες και σκοπιμότητες της αυτόκλητης αγγλικής «Προστασίας» και χορηγήθηκε όχι ως αναφαίρετο και απαράγραπτο δικαίωμα του επτανησιακού λαού, αλλά ως ικεσία προς την Αγγλίδα άνασσα Βικτωρία».8
Ωστόσο, η Ένωση πραγματοποιήθηκε. Στις 21 Μαΐου 1864 τα νησιά του Ιονίου γίνονταν τμήμα του ελληνικού κράτους και όλοι γιορτάζουν, ενώ υποστέλλεται η αγγλική σημαία, ανυψώνεται η ελληνική και συγχρόνως αποχωρούν οι αγγλικές αρχές κατοχής.
Από τους πανηγυρισμούς, όμως, των «νεοφώτιστων ριζοσπαστών -ενωτιστών» και του ανυποψίαστου κόσμου απουσιάζουν οι κορυφαίοι ηγέτες και μάρτυρες του ριζοσπαστικού αγώνα, ο Ηλίας Ζερβός – Ιακωβάτος και ο Ιωσήφ Μομφερράτος. Απουσιάζουν συνειδητά και προκλητικά από αυτό το προσκλητήριο. «Ο ένας μένει κλεισμένος στο σπίτι του, αρνούμενος να συμμεριστεί αυτό το εθνικό μεθύσι, για να αυτοσυγκεντρωθεί. Κι ο άλλος παρακολουθεί τις εκδηλώσεις πίσω από μια μισόκλειστη «γρίλια», με την καρδιά σφιγμένη».9

Επιλογικά
Με την καρδιά σφιγμένη είδαν οι πρωτοπόροι Ριζοσπάστες την κατάληξη του αγώνα τους, ενός αγώνα μεγαλειώδους και «πολυστένακτου».
Εμείς σήμερα με τη σκέψη ανοιχτή και καθαρό το νου οφείλουμε, με σοβαρότητα και υπευθυνότητα, να σκύψουμε πάνω από το Λόγο και την Πράξη των προγόνων μας. Χωρίς ισοπεδωτικές τάσεις, χωρίς προσκρούστειες λογικές, χωρίς «πατριωτικές κορώνες», αλλά με φρόνηση και επιστημονικότητα οφείλουμε να μελετήσουμε σε όλο του το ξετύλιγμα το ριζοσπαστικό κίνημα (: πώς ξεκίνησε, γιατί ξεκίνησε -πώς πορεύτηκε, γιατί πορεύτηκε έτσι -πού κατέληξε, γιατί κατέληξε έτσι), ώστε πιο στέρεα και αληθινά να μπορέσουμε να βηματίσουμε σήμερα,(10) ώστε πιο σίγουρα και σταθερά να προσπαθήσουμε να οργανώσουμε το αύριο.

*Φιλόλογος Ιστορικός ερευνητής

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Όλα τα παραπάνω, επίσης μπορούν να «εφαρμοστούν» και στα νεότερα και σύγχρονα κινήματα, στις σημερινές ιδεολογίες και πολιτικές. Γι’ αυτό, διαβάζοντας τούτο το κείμενο, η σκέψη μας δεν πρέπει αποκλειστικά να σταθεί στο παρελθόν. Το παρελθόν θα μας βοηθήσει -τηρουμένων των αναλογιών- να δούμε το παρόν και να διακρίνουμε το μέλλον.
2. Βλ. Σπύρος Λουκάτος, «Τα οράματα των Ριζοσπαστών», στο ένθετο «Επτά Ημέρες» της «Καθημερινής» 30-5-1999, σ.9.
3. Βλ. την επιστολή στο Ντ. Κονόμος, «Ανέκδοτα γράμματα του Κων. Λομβάρδου στον Ιωσήφ Μομφερράτο. (Συμβολή στην ιστορία του Επτανησιακού Ριζοσπαστισμού)», στο περ. Επτανησιακά Φύλλα, τόμο ΙΔ’, τεύχ. 3 (1988), σσ. 156-161.
4. Είναι ίσως η πρώτη φορά που αναφέρεται στα ελληνικά ο όρος «κομμουνισμός» -κάτι που έχει επισημάνει ο Γιώργος Αλισανδράτος, «Ο Επτανησιακός Ριζοσπαστισμός (1848-1864) και η σχέση του με τις Γαλλικές Επαναστάσεις του 1789 και 1848 και το Ιταλικό Risorgimento», Πρακτικά Β’ Συνεδρίου Επτανησιακού Πολιτισμού (Λευκάδα 3-8 Σεπτ. 1984), Αθήνα 1991, σσ. 353-357. Βλ. επίσης σχετικά με το θέμα αυτό Γ. Αλισανδράτος, Ανέκδοτα γράμματα του Ν. Κονεμένου στον Α. Λασκαράτο (1860, 1861, 1863), εκδ. Εταιρείας Κεφαλληνιακών Ιστορικών Ερευνών, Αθήνα 1996, σσ. 63-66.
5. Από τότε, φαίνεται, γινόταν χρήση αυτής της φοβίας προκειμένου να αποστασιοποιήσουν τον απλό λαό από τον κοινωνικό αγώνα.
6. Αυτές τις απόψεις -εκτιμήσεις διατυπώνει ο Ηλ. Ζερβός – Ιακωβάτος στα ανέκδοτα έργα του «Το Ενωτικόν ζήτημα και η αγυρτεία αποκαλυπτόμενα» (1879) και «Ο εν Ζακύνθω Ριζοσπαστισμός» (1888). Γι’ αυτά βλ. Γιώργος Αλισανδράτος, «Δυο ανέκδοτα έργα του Ηλ. Ζερβού – Ιακωβάτου για τον Επτανησιακό Ριζοσπαστισμό. (Συνοπτική έκθεση των περιεχομένων τους)», περ. Κυμοθόη, τεύχ. 4, Ιούνιος 1994, Αργοστόλι, σσ. 7-30.
7. Έχει κεφαλαιώδη σημασία η μελέτη ολόκληρου του παρασκηνίου και προσκήνιου των διπλωματικών και πολιτικών ενεργειών όλων των πλευρών (αγγλικών, ελληνικών και ιόνιων), ώστε να κατανοήσουμε το περιεχόμενο της συγκεκριμένης Ένωσης, ώστε να γνωρίζουμε εμείς σήμερα τι γιορτάζουμε και για ποια Ένωση μιλούμε.
8. Σπύρος Λουκάτος, «Αξιολογική θεώρηση και ιστορική αποτίμηση του εθνικο-ενωτικού ριζοσπαστικού κινήματος στα αγγλοκρατούμενα Επτάνησα», περ. Κυμοθόη, τεύχ. 1, Δεκ. 1991, Αργοστόλι, σ. 13.
9. Αγγελο-Διονύσης Δεμπόνος, Η Κεφαλονιά στον αστερισμό της Παρθένου, εκδ. ΤΕΔΚ Κεφαλονιάς – Ιθάκης, Αργοστόλι 1997, σ. 53,
10. Άλλωστε και η σύγχρονη εποχή παρουσιάζει ανάλογα φαινόμενα και γεγονότα.

Η Ένωση ως εθνική επανίδρυση

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ Κ. ΚΟΣΚΙΝΑΣ

Οι επετειακοί εορτασμοί υπήρξαν ανέκαθεν τρόπος εκλεπτυσμού, αν όχι διαστροφής, των πραγματικών νοημάτων, τόπος προνομιακής εποικοδόμησης μίας «ιστορίας» που όφειλε να δικαιώνει πρωθύστερα κυρίαρχες πολιτικές. τούτο οι κερκυραίοι της μακραίωνης παράδοσης του βενετικού τελετουργικού δύνανται πλήρως να το κατανοήσουν. Στην περίπτωση της Ενώσεως, η ιδιαιτερότητα έγκειται στο ότι οι κοινώς αποδεκτοί ιδεολογικοί «τόποι» που συνοδεύουν αναπόσπαστα την 21η Μαΐου, νομιμοποιούν θεωρήσεις απότοκες μίας γενικότερης ιδεολογικής παθολογίας, που κατατρώγει και ταλανίζει το έθνος.

Η Ένωση ως «προσάρτηση»
Η κρατούσα εθνική ιδεολογία, υιοθετώντας τη γλαφυρή περιγραφή της Ενώσεως «της Επτανήσου με τη Μητέρα Ελλάδα», και τούτο ένθεν κακείθεν του Ιονίου, την όρισε ουσιαστικά ως προσάρτηση εθνικού εδάφους στο μονιστικά θεωρούμενο ελληνικό κράτος. Το γεγονός της ύπαρξης ιονικού, άρα ελληνικού, κράτους και ουχί γυμνού εδάφους από την άλλη πλευρά, το οποίο απέκλειε κατά νομική ακριβολογία την αντίληψη της προσάρτησης (annexation), διεγράφη παντελώς από την «προστατευόμενη» εθνική συνείδηση ή ταυτίστηκε με μία θλιβερή παροδική κατάσταση. Και τούτο, παρά το ότι στο ογκώδες διπλωματικό corpus της εποχής η υπόσταση του ιονίου κράτους, που όφειλε μάλιστα να συμπράξει στη διαδικασία, ουδέποτε αμφισβητήθηκε ή προβλέφθηκε καταργούμενη προ της, σαφούς ως προς το εννοιολογικό της περιεχόμενο, «Ενώσεως»1.
Νομικές λεπτομέρειες; Έστω έτσι, η υπαρκτή στρέβλωση της νομικής πραγματικότητας εκδηλώνει μία απολύτως κρίσιμη νεοελληνική παθολογία ιδεολογικής στενώσεως, που αποτυπώνεται στην περίπτωση τούτη στην ανικανότητα της εθνικής ιδεολογίας να εντάξει δημιουργικά και δυναμικά στο σχήμα της την ιστορική πραγματικότητα της ύπαρξης, δίπλα στο στενά ελλαδικό, επαναστατικό και μετεπαναστατικό, κράτος, ενός άλλου ελληνικού κράτους, του ιονικού, η αρχή του οποίου ανάγεται μάλιστα στο έτος 1800. Πρόκειται, ασφαλώς, για την ίδια παθολογία, που πολλάκις εξώθησε σε «εθνικώς ορθές» μεμονωμένες ή στρατηγικές ενέργειες εξοβελισμού της ιόνιας κουλτούρας και εξουδετέρωσης των φυσικών συντελεστών της, προς «κάθαρσιν» ενός εθνικού σώματος παραδομένου τοιουτοτρόπως σε έναν φρικτό σοβινιστικό ακρωτηριασμό.
Όσο για την, αναντίρρητα καταπραϋντική εντίμων αμφιβολιών, επίκληση της ξένης «προστασίας» ως απονομιμοποιητικού παράγοντα της ιόνιας κρατικής οντότητας, τούτη δεν παύει να καταπίπτει εν γνώσει της ιστορικής εξέλιξης του «ανεξάρτητου» μετεπαναστατικού κράτους ιδίως την οθωνική περίοδο και του ρόλου που διαδραμάτισαν οι «προστάτιδες». Πολλώ δε μάλλον, αν τούτη η ελλαδική περίοδος εξετασθεί συγκριτικά με την Επτάνησο, όπου η θεσμική συγκρότηση του κράτους υπήρξε «όρος εκ των ων ουκ άνευ» της πολιτικής ανάπτυξης ώριμης πατριωτικής κίνησης που, αντιπαλαίοντας δίχως την ελλαδική αρωγή τα συμφέροντα της μεγαλύτερης αυτοκρατορίας της εποχής, επέτυχε τελικώς την Ένωση2, στο όνομα μάλιστα του Ιονίου Λαού. Αυτήν την πραγματικότητα υποχρεούται εξ αιτίας της κατάργησης της Ιονίου Ακαδημίας να υπενθυμίσει ήδη το 1865 ο τελευταίος πρόεδρος της Ιονίου Βουλής πατριώτης Στέφανος Παδοβάς, με τη δήλωσή του ότι ο ιόνιος λαός «καίτοι εθνικός και γενναίος, αποστρέφεται και θέλει αποστραφεί αείποτε τας τύχας και την απαισίαν θέσιν του δορυαλώτου, την όλως ασυμβίβαστον μετά της εν μια και αδιαιρέτω πολιτεία Ενώσεως»3 (δική μας υπογράμμιση).

Η νέα Ελλάδα του 1864
Στην άλλη όχθη, η ευρύτερα αποδεκτή αντίληψη ότι η έξωση του Όθωνος και η μετάβαση στην συνταγματική πολιτεία του Γεωργίου Α΄ δε συνιστά απλή αλλαγή μονάρχη αλλά σοβαρή καθεστωτική μεταβολή η οποία αποτυπώνεται τελικώς στο Σύνταγμα του 18644, δε συσχετίσθηκε με την Ένωση, η οποία θεωρήθηκε νομικώς έλασσον ζήτημα, παρότι θα μπορούσε δεδομένης και της μεταβολής του κυριαρχικού καθεστώτος να θέσει εύλογους προβληματισμούς ως προς τη συνέχεια του και αυτού ακόμη του μετεπαναστατικού κράτους. Διότι, αν η έξωση του Όθωνος συνιστά νομικώς την κατάλυση της κυριαρχικής αυθεντίας του ελλαδικού κράτους, η οποία κατά τη μοναρχική αρχή ταυτίζεται με το πρόσωπο του διεθνώς αναγνωρισμένου «ηγεμόνος κυριάρχου» (prince souverain), τότε η όποια υπόσταση του ελλαδικού κράτους, όπως και η εξουσία της επαναστατικής κυβέρνησης, θεωρούνται στη συνέχεια μάλλον πραγματικές (de facto) παρά νόμιμες (de iure). Είναι ενδεικτικό, ότι οι τρεις προστάτιδες δυνάμεις θεωρούν απαραίτητη την ενεργοποίησή τους υπό αυτήν την ιδιότητά τους και συνάπτουν την 1η/13η Ιουλίου 1863 στο Λονδίνο συνθήκη για τη ρύθμιση της κατάστασης δίχως σύμπραξη πληρεξουσίου του ελλαδικού κράτους.
Υπό την έννοια αυτή, η διακήρυξη της νέας, λαϊκής κυριαρχίας στο Σύνταγμα του 1864 σε συνδυασμό με την Ένωση αποτυπώνουν ποιοτικές εξελίξεις που συνιστούν ιστορικά την πραγματικότητα ενός νέου εθνικού κράτους: δύο κράτη, ιόνιο και ελλαδικό, που, παρά την προπαγάνδα και τις επιγενόμενες μεθερμηνείες, αμφότερα όριζαν γεωγραφικά κλάσματα του εθνικού χώρου παρά εξέφραζαν το έθνος, ενώνονται σε ένα κράτος διεθνώς αποδεκτό ως εθνικό. Η Ευρώπη υιοθετεί πλέον ρητά το δόγμα της εθνικώς ενιαίας κρατικής υπόστασης της Ελλάδας, αποβάλλοντας επί τέλους την προγενέστερή της αμφιρρέπεια.
Υπό το φως τέτοιων διαπιστώσεων, η, δαπάναις ιονίων, Ένωση αναδεικνύεται στο θεμελιώδες εκείνο ιστορικό γεγονός που ανακαινίζει ριζικά την πολυπολική και εν τοις πράγμασι ετερόνομη κρατική αρχιτεκτονική του ελληνικού χώρου σε κεντρομόλο κρατικό εποικοδόμημα του ελληνικού έθνους, περαιώνοντας τις συγκλίνουσες πορείες που εγκαινιάστηκαν από την Επτάνησο Πολιτεία το 1800 και από την Ελληνική Επανάσταση το 1821. Τούτη την έννοια έχει και η αξιοσημείωτη αλλαγή τίτλου του άνακτος: ενώ ο Όθων είχε χριστεί «Βασιλεύς της Ελλάδος» ο Γεώργιος αναγνωρίζεται ως «Βασιλεύς των Ελλήνων». Η διαφορά είναι ουσιώδης και προφανής: ο πρώτος, δεν ήταν τίποτε περισσότερο από αρχηγός της μικρής «Ελλάδας» που προσδιόριζε το γράμμα των μετεπαναστατικών συνθηκών. ο δεύτερος, είναι ήδη ο ηγέτης ενός έθνους, «ικανού» μάλιστα να προικιστεί με το απόλυτο προνόμιο της λαϊκής κυριαρχίας. Η άποψη ότι η εν λόγω μεταβολή εξαντλείται λειτουργικά στην συμβολική υπεραναπλήρωση διαψεύδεται από τη συνολική θεώρηση των σύγχρονων συνθηκών και της δραστικά αναβαθμισμένης αντιμετώπισης του de iure εθνικού κράτους ως προς το ζήτημα της αποκατάστασης των υποδούλων ομοεθνών, της οποίας η Ένωση δεν αποτελεί την αρχή αλλά τη δομική προϋπόθεση.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. Σύμφωνα με τις συνθήκες το ιόνιο κράτος, «Ηνωμένη Πολιτεία των Ιονίων Νήσων», αποτελούσε συνέχεια της ιδρυθείσας το 1800 «Επτανήσου Πολιτείας» (Septinsularis Respubblica), η οποία δεν έπαψε να υφίσταται κατά την κατοχή της αυτοκρατορικής Γαλλίας το διάστημα 1807-1815. Το κράτος τούτο ετέθη, σύμφωνα με σχεδιασμό του Καποδίστρια, υπό «αποκλειστική προστασία» της Μεγάλης Βρετανίας βάσει της Συνθήκης των Παρισίων της 24ης Οκτωβρίου / 5ης Νοεμβρίου 1815 την οποία πλην της προστάτιδος συνυπέγραψαν η Αυστρία, η Πρωσσία, και η Ρωσσία. Οπότε, το ζήτημα της Ενώσεως όφειλε να κριθεί κατόπιν ελεύθερης απόφασης του ιονίου κράτους με συγκατάνευση της προστάτιδος και μη εναντίωση των λοιπών συμβαλλομένων της συνθήκης του 1815. Η διαδικασία τούτη ακολουθήθηκε απαρέγκλιτα: (α) την 7η/19η Οκτωβρίου 1863 εξεδόθη από την Ιόνιο Βουλή παμψηφεί το Ψήφισμα υπέρ της Ενώσεως. (β) την 2α/14η Νοεμβρίου 1863 η προστάτις Μεγάλη Βρετανία παραιτήθηκε των δικαιωμάτων της αποκλειστικής προστασίας με Συνθήκη στην οποία συνέπραξαν η Αυστρία, η Πρωσσία και η Ρωσσία, καθώς και η Γαλλία. (γ) την 17η/29η Μαρτίου 1864 υπεγράφη στο Λονδίνο η Συνθήκη της Ενώσεως μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας, Γαλλίας, Ρωσσίας και «Βασιλέως των Ελλήνων» δυνάμει των παραπάνω πράξεων.
2. Δασκαλάκης, Γ., «Το συνταγματικόν καθεστώς των Ιονίων Νήσων. Από της αποικιοκρατικής αυτονομίας εις την δημοκρατικήν ανεξαρτησίαν», Νέα Εστία, τχ. 889/1964.
3. Παδοβάς, Στ., Προς την Α.Μ. Γεώργιον Α΄, Βασιλέα των Ελλήνων (μονόφυλλο), Κέρκυρα 30.12.1865, Τυπογραφείον «Η Ιονία» Αδελφών Κάων.
4. Πηγή των εξουσιών δεν είναι πλέον ο μονάρχης αλλά «το Έθνος» (άρθρο 21). τούτο σηματοδοτεί τη μετάβαση από τη μοναρχική στη λαϊκή κυριαρχία.

Επτάνησα και Ευρώπη

ΚΩΣΤΑΣ ΒΕΡΓΟΣ

Αν κανείς αναζητήσει την κοινή ευρωπαϊκή ταυτότητα -θέμα αγαπημένο των ημερών μας- θα την εντοπίσει στην κοινή της πορεία, μια πορεία που έγινε κοινή λες και υπήρξε κάποια κεντρική συνεννόηση, κάποιο κοινό σχέδιο, κάποιο πολιτμπιρό. Κι όμως, δεν υπήρξε τίποτε από όλα αυτά. Ούτε καν φαξ και ίντερνετ. (Ή μάλλον κάτι απ’ όλα αυτά υπήρξε: Και οι μυστικοί επαναστάτες του ιταλικού και γαλλικού καρμποναρισμού, και η δική μας Φιλική Εταιρεία, και η αξιώνουσα να εκπροσωπήσει το σύνολο των επαναστατικών εθνικών κινημάτων Comite Central Democratique Europeen / Ευρωπαϊκή Δημοκρατική Κεντρική Επιτροπή -ιδρυθείσα στο 1850 στο Λονδίνο από τον Mazzini και άλλους- υπήρξαν. Όμως, η διάχυση των ιδεών υπερέβαινε την οργάνωσή των ιδεών.) Οι μεγάλοι σταθμοί της Ευρώπης, 1789, 1821, 1830-31, 1848, που σφραγίζουν την περίοδο που ο Hobsbawm ονομάζει «εποχή των επαναστάσεων», είναι η τρανή απόδειξη μιας κοινής πορείας.
Στα Επτάνησα, κατά την περίοδο 1797-1864 (από το τέλος της ενετοκρατίας μέχρι το τέλος της αγγλοκρατίας), μπορεί να μην έγινε κάποια ξεχωριστή κοσμογονία. Όμως, η κοσμογονία των ευρωπαϊκών εθνών του 19ου αιώνα αποτυπώθηκε, με αδρές γραμμές, και εδώ. Μπορεί κάποιος να καταλάβει τις ιδέες, τα ρεύματα, τα πολιτικά κινήματα, τις συμπεριφορές και όλες τις αντιφάσεις που εκδηλώθηκαν κατά την περίοδο αυτή σε κάθε άλλος μέρος της Ευρώπης, αν μελετήσει προσεκτικά τα μέτωπα, τις συγκρούσεις και τις λεπτές διαφοροποιήσεις που εμφανίσθηκαν στα Επτάνησα κατά την ίδια περίοδο.
Το ζήτημα της εθνικής ολοκλήρωσης υπήρξε η άλλη πλευρά του αγώνα κατά δυναστειών και αυτοκρατοριών. Δίπλα στον ρομαντισμό των αγωνιζομένων υπήρξε, από την πρώτη στιγμή, και ο μικρός και μεγάλος υπολογισμός συμφέροντος των Μεγάλων αλλά και των μικρών Δυνάμεων. Η Αγγλία, που εμφανιζόταν ως συμμεριζόμενη τα φιλελεύθερα αισθήματα των αγωνιζομένων λαών, πολέμια ούσα της Ρωσικής και της Αυστριακής αυτοκρατορίας, δεν ήθελε να ακούσει κουβέντα για τη διάλυση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η περίφημη «αρχή των εθνικοτήτων» του Mazzini δεν έπρεπε να διαταράξει συμφέροντα και ισορροπίες ευνοϊκές. (Εξ ου και η αντιφατικότητα πολλών ιταλών εξορίστων του καρμποναρισμού και, αργότερα, του Risorgimento, κατά την εδώ παρουσία τους.)
Η «αρχή των εθνικοτήτων», διατυπωθείσα από το Giuseppe Mazzini, άλλο Ρήγα Φεραίο, όριζε ότι το κάθε έθνος έπρεπε να αγωνισθεί για την αποτίναξη του ζυγού του. Το έθνος, κατά το θεωρητικό οικοδόμημα του Mazzini, αποτελούσε μια ενδιάμεση κατάσταση ανάμεσα στον Θεό και τον άνθρωπο. Κάθε έθνος, έχοντας συνείδηση του θεϊκού σχεδίου, του οποίου πρώτη βαθμίδα είναι η ελευθερία και η ανεξαρτησία, έπρεπε να αγωνίζεται για την ελευθερία του. Δεσποτικές μοναρχίες και αυτοκρατορίες παραβίαζαν τη φυσική (ή θεϊκή) τάξη των πραγμάτων και έπρεπε να ανατραπούν. (Ο Mazzini υπήρξε και η σταθερή πηγή ενημέρωσης της Ευρώπης για τους αγώνες των Επτανησίων.)
Μετά τις μεγάλες, αν και ηττηθείσες, ευρωπαϊκές εξεγέρσεις του 1848, ο καθένας έπαιρνε τα διδάγματά του. Η κρίσιμη περίοδος 1959-1962, περίοδος της τελικής φάσης του επτανησιακού αγώνα για την Ένωση, αλλά και περίοδος της τελικής φάσης του Risorgimento (της Ιταλικής Παλιγγενεσίας), καθώς και περίοδος κρίσιμων φάσεων άλλων εθνικών αγώνων (Πολωνία, Βαλκάνια κλπ), όλα σχεδόν τα επαναστατικά κινήματα στην Ευρώπη διχάσθηκαν γύρω από το δίλημμα της εθνικής-ολοκλήρωσης-με-κοινωνικό-περιεχόμενο ή της εθνικής-ολοκλήρωσης-άνευ-κοινωνικού-περιεχομένου. (Είναι η απαρχή μιας ιστορικής διαίρεσης με μακροπρόθεσμες συνέπειες.)
Στα Επτάνησα, το κόμμα των Ριζοσπαστών, από το 1858, διασπάται σε Ενωτικούς και Αληθείς. Οι υπό το ζακυνθινό Κωνσταντίνο Λομβάρδο Ενωτικοί Ριζοσπάστες επεδίωξαν την συνηγορία των μετριοπαθών και συντηρητικών δυνάμεων της Ευρώπης. Κατηγόρησαν δε τους Αληθείς Ριζοσπάστες ως ταυτιζόμενους με το «δημοκρατικό κομμουνισμό».(!) Κατά τους υπό τους κεφαλλήνες Ηλία Ζερβό-Ιακωβάτο και Ιωσήφ Μομφερράτο Αληθείς Ριζοσπάστες, που έμειναν πιστοί στα αρχικά αιτήματα του ριζοσπαστισμού (τα εμφορούμενα από τις ιδέες της ελευθερίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης), η Ένωση αποτελούσε «απαράγραπτο και φυσικό δικαίωμα». Οι Αληθείς Ριζοσπάστες καταδίκαζαν κάθε έκκληση ή «ικετήρια αναφορά» προς τους ευρωπαίους ηγεμόνες, που εχαρακτηρίζοντο συλλήβδην «τύραννοι και καταπιεστές των λαών». Πίστευαν δε ότι μια συνέλευση των Ιονίων Νήσων, εκλεγμένη με καθολική ψηφοφορία, θα μπορούσε de facto να καταργήσει το «σύνταγμα» του Maitland του 1817 και να ανακηρύξει την ένωση με την Ελλάδα.
Δεν μπορεί να αποφανθεί κανείς επί του ποιος, σε όλη αυτή την περίοδο, είχε δίκιο. Η αγωνιστικότητα και η αγνότητα των Αληθών Ριζοσπαστών, που αρνηθέντες αξιώματα πέθαναν κάποτε εν απολύτω αξιοπρεπεία και σιωπή (και ένιοι εξ αυτών, όπως ο Μομφερράτος, εν απολύτω πενία); η αγωνιστικότητα και ο πραγματισμός των Ενωτικών Ριζοσπαστών, που άρπαξαν την ευκαιρία της Ένωσης και οδήγησαν τα Επτάνησα στην μεγάλη πατρίδα; ο σοβαρός σκεπτικισμός των Μεταρρυθμιστών, με την πνευματική παρακαταθήκη ενός Βράιλα-Αρμένη, ενός Κάλβου και πολλών άλλων φωτισμένων μυαλών, που πάσχιζαν για την ευρύτερη παιδεία; η με αυταπάρνηση διεκδικητικότητα άλλων σεβάσμιων προσωπικοτήτων, όπως του σεπτού μητροπολίτη Κερκύρας Αθανασίου; ή ο τυχοδιωκτικός καιροσκοπισμός των Προστασιανών-Καταχθονίων; Σε κάθε ιστορική περίοδο φαίνεται να δικαιώνονται διαφορετικές συμπεριφορές και δράσεις. Δεν μπορούμε να αποφαινόμαστε οριστικώς και διαπαντός. Νομίζω ότι την 21η Μαΐου, αφήνοντας έξω τους τελευταίους, τιμούμε όλους τους άλλους. Και σ’ εμένα ας μου επιτραπεί να τιμήσω ιδιαιτέρως τον Ιωσήφ Μομφερράτο και τον Ηλία Ζερβό-Ιακωβάτο.

Η Κεφαλονιά μας
Το Ριζοσπαστικό Κίνημα
Περί Ναυτιλίας
Πλοηγός-Πορτολάνος
Θαλάσσια Ζωή
Τοπικά προιόντα